• Αργυράδες - Κέρκυρας
  • Thursday , Feb 1 , 2018

Διεθνη

Ο βάτος και η ελιά - Του Κώστα Γ. Καλούδη

November 07, 2020 6066

 

 Ο βάτος και η ελιά

Του Κώστα Γ. Καλούδη

Έλεγαν οι παλιοί πως η ελιά  είναι ευλογημένη.   Το πίστευαν και την καλλιεργούσαν επειδή ήταν  το δέντρο που συμμετείχε σε μεγάλο βαθμό στην οικονομία της οικογένειας και του τόπου γενικά. Το ότι στην εποχή μας είναι ξεχασμένη από τον άνθρωπο και εκείνη επιμένει να καρποφορεί πνιγμένη στους βάτους και την άγρια βλάστηση είναι και αυτή μια   ευλογία.  Αν  ενδιαφερθεί η νέα γενιά να μάθει αυτά που έχει προσφέρει η ελιά στους προγόνους  της  θα νιώσει πως της χρωστάει τουλάχιστον ένα ευχαριστώ.

 

Αυτό ένιωσε ένας συγχωριανός που ζούσε σε μεγάλη πόλη για πολλά χρόνια και είχε αποκτήσει τα πάντα. Κάποια στιγμή αφού είχε μεταβιβάσει την πετυχημένη επιχείρησή του στα παιδιά του, σκέφτηκε αν ήταν  κάποιο χρέος που είχε αφήσει πίσω του. Εκείνο που τελικά βρήκε ήταν το χρέος στα κτήματα των προγόνων,  μακριά στο νησί της Κέρκυρας,  για το ρόλο που είχαν παίξει στη ζωή των γονιών του και στη ζωή του την ίδια. 

Μιας που είχε κλήση στα γράμματα δεν πήγαινε συχνά στα κτήματα. Λίγα από αυτά θυμόταν και τα υπόλοιπα τα αγνοούσε…

Όταν τελικά αποφάσισε να κάνει το ταξίδι για το νησί της καταγωγής του ρώτησε τη σύζυγο του αν θα ήθελε να τον ακολουθήσει, αλλά εκείνη προτίμησε να είναι κοντά στα παιδιά τους και τα εγγόνια και τις επιχειρήσεις τους για να τους καθοδηγεί.

Μόνος  πήρε το δρόμο του γυρισμού για τον τόπο που είχε γεννηθεί.  Οι γονείς του είχαν φύγει και η μόνη στενή συγγένεια ήταν ένας ξάδελφος.  Όταν έφτασε μιας που το παλιό σπίτι της οικογένειας δεν ήταν σε θέση να τον φιλοξενήσει, πήγε να μείνει στο ξενοδοχείο…

Την επόμενη πριν ακόμη  έρθει σε επαφή με ένα ξάδελφο του ο οποίος είχε μείνει όλη του τη ζωή στο χωριό και γνώριζε τα κτήματά,  μπήκε στην πολυτελή κούρσα του και ξεκίνησε για το ένα κτήμα από τα δύο που ακόμη θυμόταν. Ήταν το κτήμα με τις πολλές ελιές. Αυτό δεν το είχε ξεχάσει, όπως δεν είχε ξεχάσει το παραθαλάσσιο οικόπεδο που πριν από κάποια χρόνια η αξία του είχε αγγίξει το ένα εκατομμύριο  ευρώ. Τώρα πια δεν ενδιαφερόταν κανείς… Ο ασφαλτόδρομος που οδηγούσε στο χωριό περνούσε μισό χιλιόμετρο έξω από το κτήμα, θα έπρεπε να πάρει το χωματόδρομο για να φτάσει ως εκεί και επειδή ήταν ακατάλληλος για την ακριβή του κούρσα, υποχρεώθηκε να την αφήσει σε μιαν άκρη και να πάει με τα πόδια. Ήθελε να βρίσει τους υπεύθυνους αλλά το πήρε πίσω στρέφοντας προς τον εαυτό του το φταίξιμο. Του θύμισε πως με κάποια από τα ποσά που είχε σπαταλήσει άσκοπα, θα φτιαχνόταν  χιλιόμετρα τέτοιων δρόμων.

Περπάτησε την απόσταση ως το κτήμα, νιώθοντας πως οι δικοί του στην Αθήνα ίσως είχαν δίκιο που θεώρησαν τρέλα αυτό που είχε αποφασίσει να κάνει. Τα πάντα είχαν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους… Μια απέραντη ασχήμια είχε καταντήσει ο τόπος. Είχε όμως προετοιμαστεί για όλα, επειδή ως εμπορικό μυαλό έψαξε και έμαθε για το ελαιόλαδο και τη αληθινή του αξία.

Ο παππούς του,  έλεγε πως αυτό ήταν το δικό τους χρυσάφι, αλλά ποτέ δεν το είχε καταλάβει. Έπειτα από κάποια λεπτά βρέθηκε έξω από το σπιτάκι του θείου Νικόλα. Εκεί περνούσαν το καλοκαίρι όλη η οικογένεια του γέρου Νικόλα. Ήταν άνθρωποι φτωχοί, αλλά πλούσιοι στην φωνή και στην ψυχή.  Είτε έψαλαν, είτε τραγουδούσαν μάγευαν τον τόπο.

Το δικό του κτήμα δεν απείχε πολύ από εκείνο το σημείο.

Όπως οι περισσότεροι χωριανοί έτσι και η οικογένεια του, είχε και εκείνη την κατοικιά της σε αυτό το μεγάλο κτήμα. Στο φρέσκο, κοντά στη σοδειά και τη θάλασσα. Τη σοδειά που δεν υπήρχε άλλος τόπος να αποθηκευτεί πέρα από το αλώνι. Εκεί γινόταν όλη  η  προετοιμασία για να  φτάσουν καθαρά στο σπίτι.  Δεν υπήρχαν  κείνα τα χρόνια αλωνιστικά μηχανήματα για το διαχωρισμό από τα στάχυα και τους φλοιούς των δημητριακών. Η δουλειά γινόταν με το δάρτισμα και το ξεφλούδισμα.

Σιτάρι, καλαμπόκι, βρώμη, κριθάρι, ρεβίθια και τόσα άλλα, όπως φακές,   αρακάς και κουκιά. Στο κτήμα υπήρχαν και κοτόπουλα και πρόβατα. Κατσίκια δεν υπήρχαν γιατί ήταν όλη την ημέρα παιχνίδια, ζαβολιά και ζημιά.      

 

Σαν βρέθηκε εκεί, έμεινε για λίγο να βεβαιωθεί αν όντως ήταν αυτό το κτήμα που θυμόταν και δεν βρισκόταν κάπου αλλού. Ζούγκλα ο τόπος, αγνώριστα τα πάντα. Δεν ήταν μόνο τα δικά του εγκαταλελειμμένα, αλλά και τα γύρω. 

Εκείνα τα χρόνια ήταν όλα περιποιημένα και όμορφα. Σκέφτηκε πως οι αγρότες είχαν πλέον αλλάξει επάγγελμα, και πολλοί σαν και αυτόν, χώρα και τόπο.

Εκείνο το κτήμα τους εξασφάλιζε από μόνο του σχεδόν ό,τι χρειάζονταν για να περάσουν τη  χρονιά τους. Ψωμί δικό τους, λάδι, κρασί, αυγά, τυρί, κρέας και γάλα και διάφορα φρούτα.  Το ένα τέταρτο από τη παραγωγή του λαδιού  έφτανε να περάσουν τη χρονιά τους, το υπόλοιπο το πουλούσαν στο εμπόριο.

Μαζί  με τους φίλους του έχτιζε παγίδες για να πιάνει πουλιά. Η σφεντόνα δεν έλειπε από την τσέπη.  Τα θυμόταν όλα αυτά και λυπόταν που είχε απομακρυνθεί  τόσο πολύ από το παρελθόν του. 

Το κτήμα ήταν αυτό που τον σπούδασε και αυτό που βοήθησε την οικογένεια να  ζήσει σε δύσκολες εποχές, όπως τα χρόνια της κατοχής. 

 

Έμεινε να χαζεύει το θέαμα για κάποια λεπτά και δεν ήξερε ακριβώς το λόγο. Κανονικά θα έπρεπε να σηκωθεί  και να γυρίσει στην οικογένειά του.

 

Εκείνο που τον σταμάτησε ήταν πως μέσα  στην ασχήμια, κρυβόταν μια ανεξήγητη ομορφιά. Δεν μπόρεσε εύκολα να την προσδιορίσει. Ήταν μια εικόνα που τον έκανε να πονάει και να θαυμάζει μαζί. Πονούσε επειδή τα ελαιόδεντρα  ήταν  πνιγμένα μέσα στο βάτο και την άγρια βλάστηση και θαύμαζε που τα έβλεπε φορτωμένα με καρπό.   Σκέφτηκε πως ήταν ακόμη ένας λόγος παραπάνω να δικαιούται η ελιά να θεωρείται ευλογημένη.                             

«Πνιγμένη στο βάτο και  είναι φορτωμένη καρπό;»

Για λίγο έμεινε αναποφάσιστος.  Μία όμως από τις αρχές του ήταν να μην παρατάει τα προβλήματα άλυτα, έδωσε μια ευκαιρία στον εαυτό του να αποφασίσει μόνος του χωρίς να τον πιέσει. 

Εκείνο που τον ενθάρρυνε ήταν πως είχε μάθει το πόσο εκτιμάται το ελληνικό ελαιόλαδο σε κάποια μέρη του εξωτερικού και θεώρησε πως έπρεπε να  το κάνει γνωστό και στους συγχωριανούς του. Βέβαια δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση, ειδικά για τους ανθρώπους που είχαν μάθει να ζουν προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στον τουρισμό και που οι περισσότεροι θεωρούσαν   υποτιμητικό να ασχολούνται με τη γη και τα ελαιόδεντρα.

Λίγοι γνώριζαν πως το λάδι της κερκυραϊκής «λιανολιάς» είναι   από τα καλύτερα σε όλο τον κόσμο και πως θεωρείτε «ιατρικό τρόφιμο» και πως έχει βραβευτεί   με χρυσό μετάλλιο στην Αμερική.

Βέβαια θα πρέπει να  τηρεί της άριστες προδιαγραφές που απαιτούνται για να αξίζει μια τόσο μεγάλη τιμή. Είναι μια ολόκληρη επιστήμη για να φτάσει κανείς να παράγει ένα τέτοιο λάδι. 

Το ίδιο ελαιόδεντρο βγάζει λάδι υψηλής ποιότητας αν τηρηθούν οι σωστοί κανόνες συλλογής, λίγες γραμμές μόνο και το ίδιο δέντρο βγάζει λάδι   που δεν πιάνει περισσότερο από ενάμιση ευρώ, ενώ το πρώτο φτάνει  και πενήντα φορές παραπάνω. Μπορεί  να φτάσει τα εβδομήντα πέντε ευρώ και ακόμη παραπάνω. Το ένα προέρχεται από καρπό που συλλέγεται από τη γη,  χτυπημένο από δάκο και παστέλα ενώ το άλλο είναι μαδητό την κατάλληλη εποχή και αράντιστο και αλεσμένο σε ελαιοτριβείο ψυχρής έκθλιψης.

Αυτό δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά αξίζει το κόπο να το πάρουμε σοβαρά. 

Σαν έφυγε ο άνθρωπος μας  από το κτήμα η ελιά είπε στο βάτο. 

-Αυτός είναι γιος του ανθρώπου που με φύτεψε. Έχω να τον δω από τότε που ήταν μικρό παιδί… Λες να ήρθε για να μας χωρίσει;

-Ποιος ξέρει… Δεν πιστεύω να έχεις παράπονο από μένα που σε έχω αγκαλιασμένη μέρα και νύχτα;

-Δεν έχω κανένα παράπονο αλλά λυπάμαι που οι άνθρωποι δε μου δίνουν σημασία.    

-Μην στενοχωριέσαι ευλογημένη, της είπε, εγώ θα σε τρέφω και θα σε προστατεύω όπως κάνω τόσο καιρό. 

Άρεσε στην ελιά η παρέα του βάτου όσο κι αν τη φόβιζε λιγάκι.

Από τον καιρό που ήρθε στη ζωή της δεν δίψασε ποτέ ξανά και ούτε την πλησίασε δάκος, ούτε κατσίκες   έτρωγαν λαίμαργα τα κλαριά της. 

Χαιρόταν όταν έρχονταν και έτρωγαν τους καρπούς της τα κοτσύφια και οι τσίχλες τραγουδώντας. Ένιωθε όμως πίκρα όταν οι καρποί της γέμιζαν λάδι και έπεφταν στη γη, αντί να ανάβουν το καντήλι στα εικονίσματα, να νοστιμίζουν το φαί και τις σαλάτες  και να το βάζουν τα πεινασμένα παιδάκια στο ψωμί τους να τα δυναμώνει.

Την έπιανε το παράπονο και έλεγε πως δεν θα  καρπίσει ποτέ ξανά. 

Πάντα όμως ο βάτος είχε κάτι να πει να τη παρηγορήσει.

-Εσύ  παίρνεις τόσα από τη γη. Δώσε και εσύ κάτι σε αυτήν.

Η ελιά εύρισκε πως ο βάτος μιλούσε λογικά και άκουσε τη συμβουλή του.

Φεύγοντας ο άνθρωπος προσπαθούσε να μαλακώσει την αντιπάθεια του στο βάτο.  Μικρός  έτρωγε τα βατόμουρα  και του άρεσαν πολύ.  Θυμήθηκε  πως όταν ήταν ακόμη παιδί  στο κατηχητικό, είχε ακούσει για τη φλεγόμενη βάτο που είδε ο Μωυσής να φλέγεται και να μην καίγεται.  

-Άραγε να είναι και ο βάτος ευλογημένος;  σκέφτηκε. 

Μόλις έφτασε στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο άνοιξε το laptop και μπήκε στο  GOOGLE να μάθει περισσότερα για τη Βατσινιά.

Ένιωσε για λίγο άσχημα σαν του πέρασε από το μυαλό  πως έπαιρνε τόσο σοβαρά την υπόθεση «βάτος»…    Σε αυτό τον κρατούσε η ιδέα  πως,  όπως οι άνθρωποι το κάθε τι πολύτιμο το φυλάνε σε μέρος ασφαλές, έτσι και ο βάτος έχει τα αγκάθια για να φυλάει  κάτι δικό του   πολύτιμο.

Αφού έγραψε «ο ΒΑΤΟΣ»  στον υπολογιστή και άρχισε να διαβάζει τη βιβλιογραφία του δυσκολευόταν να πιστέψει όσα απίστευτα αποδίδονταν σε αυτό το  ζιζάνιο.

Υπερτροφή τα βατόμουρα. Πολύ πιο ακριβά από τα ακριβά φρούτα που καλλιεργεί ο άνθρωπος εδώ και πολλά χρόνια. Νόστιμο χρυσωρυχείο. Αμέτρητες οι  ευεργετικές ουσίες που περιέχει για την υγεία  του ανθρώπου. Μεταξύ άλλων χρησιμοποιείται σαν στυπτικό, τονωτικό,  δυναμωτικό, αντιγηραντικό, ακόμα και αντικαρκινικό και τόσα  άλλα.  Τα φύλλα του ως αφέψημα   βοηθούν  στα κρυολογήματα, στον βήχα και στις ασθένειες των νεφρών.

Συνέχισε αμέσως μετά να μάθει περισσότερα για την ελιά αν και ήξερε ήδη αρκετά.

Εκείνο που διάβασε τον έκανε να νιώθει πως πράγματι η ελιά θεωρείτο ευλογημένο δέντρο από τον καιρό του κατακλυσμού.

Υπήρξε σύμβολο ειρήνης και βραβείο των νικητών στους Ολυμπιακούς, θείο δώρο της Αθηνάς στην Αθήνα και πολλά άλλα…  

Την επόμενη αποφάσισε να  πάει για μπάνιο στη γνωστή του παραλία. Εκεί που ακόμη και τα βράδια με το φεγγάρι πήγαινε με τους φίλους του. Αυτό που είδε σαν βρέθηκε εκεί έπειτα από τόσα χρόνια, ήταν άλλη μια ευχή και κατάρα μαζί, όπως ήταν ο βάτος και η ελιά. Χρυσή η άμμος. Καθαρά  τα νερά,  αλλά όχι  όπως τη θυμόταν  από τα παιδικά του χρόνια.  Σε κάποια σημεία  οι φυσαλίδες μαρτυρούσαν πως εκείνοι που έπρεπε να την προσέχουν σαν τα μάτια τους τη μόλυναν. Ήταν αυτή η επαφή με τη θάλασσα που του πέρασε την ιδέα να μην πουλήσει ποτέ το μεγάλο οικόπεδο  για να γίνει ένα τερατώδες ξενοδοχείο… 

Πριν επιστρέψει στη μεγάλη πόλη είχε επισκεφτεί όλα  τα κτήματα του με τη βοήθεια ενός εξαδέλφου του. Εκείνος είχε παραμείνει στο χωριό τα περισσότερα χρόνια της ζωής του και τα γνώριζε. Θα καθαρίζονταν όλα. Αυτό θα έκανε και λίγο θα ήταν.   Στο τέλος ήξερε πως θα δικαιωνόταν. Πάντα όταν ένιωθε σιγουριά πως η γνώμη του ήταν πέρα για πέρα σωστή το αποτέλεσμα ήταν αυτό που περίμενε και καλύτερο.

 Είπε στο ξάδελφο την απόφασή του και εκείνος παραξενεύτηκε. 

-Θα χρειαστούν πολλά χρήματα για όλα αυτά, του είπε ο ξάδελφος.

-Θα σου αφήσω όσα νομίζεις πως χρειάζονται  και θα επιστρέψω όταν είναι όλα έτοιμα να κάνουνε τελικό λογαριασμό.

-Θα μου αφήσεις ένα ποσό μόνο για τα καύσιμα και τους εργάτες και θα μου επιτρέψεις να μαζέψω το καρπό  και να το μοιραστώ μαζί σου…

-Να το κάνω τι;

-Θα είναι κάτω από άσσο. Καλύτερο ελαιόλαδο  από αυτό δε θα βρεις πουθενά στο κόσμο. Αν μάθεις μέχρι πόσο πουλιέται στην Αγγλία και το Καναδά θα τρίβεις τα μάτια σου. Ήταν σίγουρο πως ο εξάδελφός ήξερε περισσότερα επειδή είχε αρχίσει από καιρό να παίρνει την υπόθεση κερκυραϊκό λάδι στα σοβαρά.  

 Όταν έπειτα από λίγο καιρό γύρισε, επισκέφτηκε τα κτήματα  που είχαν  εν τω μεταξύ καθαριστεί και είχαν  γίνει   όμορφα σαν περιβόλια. Πήρε  μια βαθιά ανάσα που θα έμενε στη μνήμη του όσο θα ζούσε.  

Την ίδια μέρα τον επισκέφτηκε γνωστός μεσίτης και του ανακοίνωσε πως πελάτης εξωτερικού ενδιαφερόταν για το παραλιακό κτήμα.

-Προσφέρει τριακόσιες  χιλιάδες ευρώ… Μην χάσεις την ευκαιρία, δεν πρόκειται να βρεις καλύτερα…

Χωρίς να το σκεφτεί,   απάντησε.

-Καλύτερα βάτος παρά ξενοδοχείο.  Αυτά τουλάχιστον δε ρυπαίνουν τη θάλασσα… Ο ατζέντης κούνησε το κεφάλι του σαν να είχε να κάνει με κάποιο καθυστερημένο…  

Σε λίγες μέρες ήρθε σε επαφή με ειδικό και με τη συνεργασία του εξαδέλφου του,  έβαλε εμπρός να καλλιεργήσει  βάτο.   Εκείνος δε θα μόλυνε τη θάλασσα ούτε θα έκανε τον κόσμο να ξεχάσει τα ήθη και τα α έθιμα του χωριού του…    

 Λίγο η κρίση τόσα χρόνια, λίγο ο φόβος του κορονοϊού  τον τελευταίο καιρό,   έκανε τους αγρότες να στρέψουν  το βλέμμα τους προς την ελιά και τη γη γενικά. Σε αυτό συνέβαλλε  και ο Δήμος της Νότιας  Κέρκυρας που  άρχισε να φτιάχνει τους δρόμους του κάμπου και έτσι να γίνεται η  πρόσβαση  στα κτήματα πιο εύκολη.  Ευχάριστη έκπληξη κάνει στους χωριανούς η πλακόστρωση που γίνεται στο Παναχώρι  στην ιστορική ελιά στον Άγιο Σπυρίδωνα. Είναι πολλά τα μέρη που αν αντιμετωπιστούν καθώς πρέπει θα γίνουν κράχτες πολλών επισκεπτών.  

Καλό χειμώνα και καλή σοδιά. 

Κ. Γ. Καλούδης

Καββαδίας

This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

Illusion Hair Studio

Boschetto (Άγιος Γεώργιος Αργυράδων)

MAMA 'S MARKET

Corfu Office Systems

PRANZO CHANIOTI

 

Καφέσας ψαροταβέρνα

Cosy finger food bar

Lord Travel Group

Blue sea hotel

Ιονική

 

Calendar

« March 2024 »
Mon Tue Wed Thu Fri Sat Sun
        1 2 3
4 5 6 7 8 9 10
11 12 13 14 15 16 17
18 19 20 21 22 23 24
25 26 27 28 29 30 31

Argyrades - News

argyrades.gr

Σελίδες για τη ζωή, την ιστορία, τον πολιτισμό, στην Κέρκυρα. Με κριτική ματιά στην επικαιρότητα.

drepani.gr

Μια από τις ονομασίες με τις οποίες ήταν γνωστή η Κέρκυρα στην αρχαιότητα ήταν και η Δρεπάνη. Όνομα που χρησιμοποιήθηκε λόγω του σχήματός της. Η Δρεπάνη ταυτίζεται με το όπλο με το οποίο ο Κρόνος σκότωσε τον πατέρα του τον Ουρανό.

logo

© 2018 Your Company. All Rights Reserved. Designed By Your Company

Search