Η μαγική εικόνα της ελληνοτουρκικής προσέγγισης.

Από τη μια οι ασπασμοί Δένδια – Τσαβούσογλου και από την άλλη η αποστειρωμένη (χωρίς ερωτήσεις δημοσιογράφων) εμφάνιση των δύο υπουργών για δηλώσεις μετά τις συνομιλίες βοήθησαν στη δημιουργία μιας εικόνας προσέγγισης των δύο χωρών στη βάση μιας «θετικής ατζέντας» για την εξέλιξη των σχέσεών τους.

Τα όσα συμφωνήθηκαν κατά την προετοιμασία της επίσκεψης του Τούρκου ΥΠΕΞ στην Αθήνα τηρήθηκαν και από τις δύο πλευρές: Ο Τσαβούσογλου πήγε μεν στη Θράκη δηλώνοντας ότι βρίσκεται ανάμεσα σε ομογενείς Τούρκους, απέφυγε ωστόσο να υψώσει τους τόνους με εμπρηστικές ομιλίες και αναφορές.

Από την άλλη, σύμφωνα με τις διαρροές του ελληνικού ΥΠΕΞ για το περιεχόμενο των συνομιλιών, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται ιδιαίτερα ικανοποιημένη για την «καλή πίστη» με την οποία η Άγκυρα αντιμετωπίζει τις ελληνικές ανησυχίες για την κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου στο Ακούγιου και τη διάθεσή της να προσφέρει ενημέρωση για την ασφάλεια με την οποία εξελίσσεται το πρότζεκτ.

 

Και οι δύο πλευρές, τέλος, υπογράμμισαν τα θετικά αποτελέσματα τα οποία μπορεί να έχει η συνεργασία τους σε οικονομικό επίπεδο καθώς και η αμοιβαία αποδοχή των πιστοποιητικών Covid που εκδίδουν για όσους από τους πολίτες τους έχουν εμβολιαστεί και μπορούν να μετακινηθούν σύμφωνα με τα υγειονομικά πρωτόκολλα, χωρίς τον κίνδυνο μετάδοσης της πανδημίας. Αυτά είναι τα θετικά…

Σύνθετη πραγματικότητα

Η πραγματικότητα ωστόσο είναι ευρύτερη και συντίθεται από πολύ περισσότερα πράγματα απ’ όσα σε αυτήν τη συγκυρία θέλουν να προβάλουν οι δύο πλευρές.

Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι, την ώρα που ο Τσαβούσογλου έβλεπε τον Μητσοτάκη και συνομιλούσε με τον Δένδια, ξεκινούσε η ισχύς της Navtex για έρευνες στο Ικάριο πέλαγος, σε μια περιοχή μεταξύ Χίου, Ικαρίας, Σάμου, επιβεβαιώνοντας στην πράξη την πάγια θέση της Άγκυρας ότι τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου απλώς επικάθονται στην τουρκική υφαλοκρηπίδα.

Αυτή η τουρκική υπενθύμιση θα πρέπει να σημειωθεί ότι διατυπώθηκε ακριβώς λίγες μέρες πριν από την άφιξη του Τσαβούσογλου στην Αθήνα, ώστε να τον συνοδεύει καθ’ όλη την παρουσία του στην Ελλάδα. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η εν λόγω ναυτική οδηγία εκδόθηκε από τον υδρογραφικό σταθμό της Σμύρνης και αφορά την περίοδο από 31 Μαΐου έως 21 Ιουνίου για έρευνες του πλοίου «Tubitak Marmara».

 

Μια ακόμη «υπενθύμιση» η οποία συνόδευσε τον Τσαβούσογλου στο ταξίδι του στην Ελλάδα ήταν ότι η επίσκεψή του οργανώθηκε με τέτοιον τρόπο ώστε να συμπέσει με την ευρείας κλίμακας τουρκική άσκηση «Θαλασσόλυκος», η οποία βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο όσο ο Τούρκος ΥΠΕΞ επισκεπτόταν «ιδιωτικά» τους «Τούρκους και τα τουρκικά σχολεία στη Θράκη» και συνομιλούσε με τους Μητσοτάκη και Δένδια.

Με βάση το γενικό σενάριο, στην τουρκική άσκηση συμμετέχουν μεταξύ άλλων 132 πλοία επιφανείας, 10 υποβρύχια, 43 αεροσκάφη, 28 ελικόπτερα και 14 μη επανδρωμένα αεροσκάφη, και περίπου 25.500 μέλη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.

Μαζί με όλα αυτά θα πρέπει να επισημανθεί ότι και η δραστηριότητα της τουρκικής αεροπορίας δεν ήταν περιορισμένη κατά την επίσκεψη Τσαβούσογλου στην Ελλάδα, καθώς οι παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά μαχητικά δεν ήταν περιορισμένες…

Τα αυτονόητα ερωτήματα

Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική πλευρά επέλεξε να κρατήσει και να προβάλει τη «θετική ατζέντα» που περιγράφει ένα σενάριο εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, το οποίο μάλιστα επισφραγίστηκε από την ανακοίνωση της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν στις 14 Ιουνίου, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής στο ΝΑΤΟ.

Τα ερωτήματα που προκύπτουν, λοιπόν, είναι προφανή:

● Τι άραγε έχουν να συζητήσουν οι ηγέτες των δύο χωρών από τη στιγμή που και οι δύο πλευρές στις δημόσιες τοποθετήσεις επιμένουν στις αποκλίνουσες θέσεις τους;

● Ή μήπως έχουν διαπιστωθεί στο παρασκήνιο των εν εξελίξει ελληνοτουρκικών συνομιλιών (διερευνητικές επαφές και μηχανισμός αποσυμπίεσης στο ΝΑΤΟ) υποχωρήσεις οι οποίες ανοίγουν τον δρόμο για διευθετήσεις;

Σύμφωνα με όσα μεταφέρουν στο «Π» παλιές καραβάνες της ελληνικής διπλωματίας, η τρέχουσα συγκυρία των ελληνοτουρκικών αποσαφηνίζεται σε έναν βαθμό αν λάβει κανείς υπόψη:

● Την ανάγκη και των δύο πλευρών για ένα ήρεμο καλοκαίρι, έτσι ώστε να μην επιβαρυνθεί με πρόσθετα προβλήματα η τουριστική τους βιομηχανία.

● Τη στάση αναμονής της Άγκυρας μέχρι την αποσαφήνιση της σχέσης της με τη νέα αμερικανική διοίκηση.

Από εκεί και μετά, οι ίδιες πηγές επισημαίνουν πως δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι η ελληνοτουρκική διαβούλευση στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ (μηχανισμός αποσυμπίεσης) υπό αμερικανική εποπτεία που έχει ξεκινήσει από το περασμένο φθινόπωρο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, θίγοντας ζητήματα (διάταξη δυνάμεων, επιλογές και κατανομή αμυντικών δυνατοτήτων) τα οποία μπορούν να ενταχθούν σε μια γενικότερη συμφωνία διευθετήσεων.

«Λύσεις» μόνο ύστερα από κάλπες…

Είναι προφανές ωστόσο ότι η οποιαδήποτε ελληνοτουρκική συμφωνία – ρύθμιση των διαφορών προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ευνοϊκού εσωτερικού πολιτικού περιβάλλοντος και στις δύο χώρες. Με πιο απλά λόγια, η εξέλιξη της διαδικασίας που μπορεί να οδηγήσει σε μια ρύθμιση των ελληνοτουρκικών διαφορών απαιτεί περισσότερο πολιτικό χρόνο από αυτόν που διαθέτει η κυβέρνηση Μητσοτάκη μέχρι τις εκλογές.

Για να καταφύγουμε πάλι στις παλιές καραβάνες της ελληνικής διπλωματίας, αυτές υπογραμμίζουν ότι «τη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών πολλές ελληνικές κυβερνήσεις την πόθησαν και την επεδίωξαν, καμία ωστόσο δεν ήταν διατεθειμένη να αναλάβει το πολιτικό κόστος που αναλογεί για έναν τέτοιου μεγέθους συμβιβασμό».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, διαθέτοντας ως «εφόδιο» την πολιτική μνήμη (και κληρονομιά) του επίσης πρωθυπουργού πατρός του, ενδεχομένως να έχει μπει στον πειρασμό να γράψει Ιστορία «λύνοντας» τον ελληνοτουρκικό γόρδιο δεσμό. Αυτό όμως, όπως λένε οι γνωρίζοντες, ενδεχομένως θα το επιδιώξει όταν (και αν) νικήσει στις επόμενες εκλογές και έχοντας μπροστά του μια γεμάτη τετραετία.

Μέχρι τότε, ωστόσο, απαιτείται η σχετική προετοιμασία, η οποία εξελίσσεται πυρετωδώς όπως βλέπουμε…