Print this page

Ο Μέσι, ο καπιταλισμός και το τέλος (;) του παιχνιδιού

August 15, 2021 657



Θέμης Τζήμας -kosmodromio.gr


Ας μας επιτρέψουν οι αναγνώστες μια μικρή ανάπαυλα από την ευθέως πολιτική επικαιρότητα των πυρκαγιών, της πανδημίας και των διεθνών πολεμικών εξελίξεων. Μέσα σε όλα […]


Ας μας επιτρέψουν οι αναγνώστες μια μικρή ανάπαυλα από την ευθέως πολιτική επικαιρότητα των πυρκαγιών, της πανδημίας και των διεθνών πολεμικών εξελίξεων. Μέσα σε όλα άλλωστε πρέπει πάντα να υπάρχει λίγος -ή ακόμα καλύτερα, πολύς – χώρος, εν γένει για το παιχνίδι αλλά και ειδικότερα για το παιχνίδι, δηλαδή για το ποδόσφαιρο. Ή μάλλον για να είμαστε σαφέστεροι για το πώς -σε ό,τι αφορά το παρόν άρθρο- η απληστία του καπιταλισμού καταστρέφει το παιχνίδι και για το πώς αυτή η καταστροφή καθίσταται απεικόνιση του τρόπου με τον οποίο ο καπιταλισμός καταστρέφει τις κοινωνίες μας.

Τον Λιονέλ Μέσι τον γνωρίζουμε όλοι. Μάλλον αρκετοί γνωρίζουν επίσης, από τους πάντα ενημερωμένους αναγνώστες μας, πως για διαφόρους λόγους που σχετίζονται με τα οικονομικά στοιχεία της αγαπημένης του Μπαρτσελόνα, αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει για το Παρίσι και την Παρί Σεν Ζερμέν. Για μια ομάδα δηλαδή, χωρίς προσωπικότητα εδώ που τα λέμε, αλλά με πολλά- πάρα πολλά– εκατομμύρια, χάρη στο νομικό πρόσωπο Qatar Investment Authority, της βασιλικής οικογένειας του Κατάρ.

Το συμβόλαιο του Λιονέλ Μέσι λοιπόν είναι περίπου 80 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο προ φόρων, για 2 χρόνια. Μετά φόρων ανέρχεται στα 35 εκατομμύρια ευρώ για κάθε μία χρονιά, συν ένα μπόνους 25 εκατομμυρίων ευρώ λόγω της μετεγγραφής. Με άλλα λόγια θα λαμβάνει μηνιαίο μισθό 2.900.000 ευρώ καθαρά ή αν προτιμάτε μεροκάματο 96.428 Ευρώ.

Σε αυτά δεν συνυπολογίζονται τα κέρδη από διαφημίσεις ή από άλλες τυχόν, σχετικές δραστηριότητές του.

Όλα αυτά -στα οποία θα πρέπει να προσθέσει κανείς και τα πλουσιοπάροχα συμβόλαια των υπολοίπων παιχτών- με στόχο να πάρει επιτέλους η ομάδα του Παρισιού το Champions League και όλους τους υπολοίπους εγχώριους τίτλους.

Παρεμπιπτόντως βέβαια, το token της ομάδας- συναλλακτικό μέσο της ομάδας το οποίο δίδει στους κατόχους του δικαιώματα σε ό,τι αφορά τον σύλλογο, χρηματιστηριακής διακύμανσης όπως τα κρυπτονομίσματα– μετά την ανακοίνωση της μετεγγραφής εκτινάχθηκε σε κινήσεις αξίας 1,2 δις. δολαρίων. Μέσα από κυρίως από τέτοιες οδούς, ο σύλλογος μπορεί να προσδοκά έσοδα, πολλών εκατομμυρίων.

Το λέμε αυτό, διότι κατά τα λοιπά, αυτή η συλλογή γελοιωδώς τεραστίων συμβολαίων- η οποία τυραννά συνολικά το ποδόσφαιρο- δεν μπορεί παρά να αποδειχτεί (αυτό) καταστροφική.

Πρώτον, υπάρχει η περίπτωση οι αθλητικοί στόχοι της ομάδας να μην επιτευχθούν. Μια νέα εκδοχή «γκαλάκτικος»– άλλωστε και οι εκείνοι μάλλον δεν είχαν δικαιώσει τους ιθύνοντες της τότε Ρεάλ ως προς την συγκομιδή τίτλων. Για οποιουσδήποτε λόγους, η δημιουργία μιας ομάδας- μπουτίκ παικτών να περιοριστεί ίσως σε ένα πρωτάθλημα Γαλλίας ή σε ένα μόνο Champions League, οπότε οι φίλαθλοι και οι ιδιοκτήτες θα απογοητευτούν- ιδίως δε με δεδομένο ότι οι τελευταίοι έχοντας πάρει όσα μπορούν να πάρουν από τον χώρο του ποδοσφαίρου, δεν θα έχουν καμία δυσκολία στο να μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους κάπου αλλού, αφήνοντας μια χρεωκοπημένη ομάδα.

Όσο δύσκολα άλλωστε έρχονται οι επενδύσεις, τόσο εύκολα φεύγουν, προκαλώντας την αντίστοιχη αποεπένδυση. Η σύμφυση του παιχνιδιού με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, δεδομένα προσαρμόζει το πρώτο στο δεύτερο και επομένως του αφαιρεί το βασικό του χαρακτηριστικό: την αθωότητα και τον οπαδισμό.

Δεύτερον, υπάρχει η πιθανότητα οι μετεγγραφές αυτές να δικαιωθούν ως προς τους αθλητικούς τους στόχους. Αυτό είναι ειλικρινώς το χειρότερο σενάριο. Το γοητευτικό στο ποδόσφαιρο είναι η πορεία των αουτσάιντερ. Αν κατισχύσει το μοντέλο των ομάδων- μπουτίκ, αν μπορείς να αγοράσεις την κυριαρχία σου στο διεθνές ποδοσφαιρικό στερέωμα, τελικά θα το μετατρέψεις σε κάτι τόσο βαρετό και απωθητικό όσο είναι το ελληνικό ποδόσφαιρο- ιδίως τα χρόνια της απόλυτης κυριαρχίας μίας και μόνο ομάδας.

Ένα ολιγοπωλιακό ποδόσφαιρο θα σαπίσει, όπως ακριβώς και ο ολιγοπωλιακός καπιταλισμός αλλά πολύ ταχύτερα και χωρίς δυνατότητα ανάκαμψης παρά μόνο μέσα από μια γιγαντιαία αποεπένδυση. Παρεμπιπτόντως, υπό αυτήν την έννοια η παρακμή των δύο μεγάλων του ποδοσφαίρου στην Ισπανία, μόνο θετική μπορεί να αποδειχτεί μεσομακροπρόθεσμα.

Με άλλα λόγια, είτε έτσι, είτε αλλιώς, αυτές οι γιγαντιαίες επενδύσεις, επειδή ακριβώς καταστρέφουν το παιχνίδι, οδηγούν στην παρακμή και στην από-επένδυση εν τέλει. Φυσικά, τους διαχειριστές κεφαλαίων δεν τους ενδιαφέρει το ποδόσφαιρο ως παιχνίδι- δηλαδή ως αυτό που όντως είναι. Τους ενδιαφέρει το προϊόν- δηλαδή αυτό που ανήκει στην σφαίρα της κοινωνίας του θεάματος. Κάτι βραχυπρόθεσμο αλλά άμεσα κερδοφόρο, χωρίς ρίζες απαραιτήτως και ιστορία.

Μάλιστα θα πρέπει να προσθέσουμε και ένα τρίτο στοιχείο: οι ποδοσφαιρικοί θρύλοι- και όχι μόνο βεβαίως- εν πολλοίς εδράζονται στην διακύμανση. Η διακύμανση- το δράμα- τους καθιστά ανθρώπινους. Όταν σκορπάς στα πόδια κάποιου τόσα εκατομμύρια– όπως συνέβαινε και με την Μπαρτσελόνα– απαιτείς μέσα από την στρεβλή λογική του υπερβολικού χρήματος, όχι μόνο το μη ανθρώπινο άρα και αδιάφορο- σταθερότητα στην μέγιστη απόδοση– αλλά μια διαρκή υπέρβαση θεαματικότητας. Τόσο η απαίτηση θεάματος ωστόσο- και όχι αντίληψης και αγωνιστικότητας- όσο και η ανάγκη περισσότερου θεάματος διαρκώς, επίσης σκοτώνουν το παιχνίδι. Το μεγαλύτερου «δοσίματος» αλλά μικρότερης θεαματικότητας παιχνίδι συνηθώς είναι πολύ πιο συγκινητικό- με την ουσιαστική έννοια του όρου– από το ιλουστρασιόν τηλεοπτικό θέαμα.

Σε άλλα οικονομικά και κοινωνικά μοντέλα, μια τέτοια συναλλαγή θα είχε θεωρηθεί υπερβολική και είτε δεν θα είχε λάβει χώρα, είτε έστω θα είχε φορολογηθεί δίκαια: για παράδειγμα, γιατί η οικογένεια Μέσι χρειάζεται πάνω από 1 εκατομμύριο ευρώ το χρόνο για να ζήσει στο Παρίσι, ως μια πλούσια οικογένεια; Σε ένα μοντέλο ωστόσο όπως το δικό μας, κοινωνικής αποσύνθεσης δεν υπάρχει κανένα μέτρο, ούτως ώστε να αξιολογούμε το υπερβολικό. Η ανόητη λογική «δικά τους είναι τα λεφτά, αν θέλουν ας του τα δώσουν» πρυτανεύει. Πέραν του ότι η εν λόγω άποψη προδίδει άγνοια για το κύκλωμα του χρήματος, αδιαφορεί για την αναγκαία κοινωνική συνοχή, της οποίας η διάρρηξη τόσο έξοχα απεικονίζεται -και- μέσα από την εν λόγω μετεγγραφή.

Εν κατακλείδι, αγαπούμε τον Μέσι και δικαιούται ένα Champions League. Αλλά για το καλό του ποδοσφαίρου η σημερινή ομάδα του, δεν πρέπει να το πάρει.

Καββαδίας

This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.