• Αργυράδες - Κέρκυρας
  • Thursday , Feb 1 , 2018

Ιστορια

20 Απριλίου 1941, η «μαύρη επέτειος» της συνθηκολόγησης Τσολάκογλου με τους Ναζί

April 20, 2023 381

 

Ήταν 20 τ’ Απρίλη του 1941 όταν ο αρχηγός της ελληνικής στρατιάς Ηπείρου Μακεδονίας, στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου μαζί με τον  Παναγιώτη Δεμέστιχα και τον Γεώργιο Μπάκο, αφού πρώτα ξήλωσαν τον διοικητή Στρατιάς Ηπείρου Ι. Πιτσίκα που διαφωνούσε, υπέγραψαν στον φασίστα στρατηγό Josef «Sepp» Dietrich την παράδοση της Ελλάδας και την διάλυση  του τακτικού στρατού της.

Πάντως τα σχέδια παράδοσης της χώρας είχανε μπει σε ενέργεια από τις 16 Μαρτίου του 1941, δηλαδή σχεδόν 20 μέρες πριν η ναζιστική Γερμανία εισβάλει στην Ελλάδα, και την στιγμή που ο Ιταλός επιδρομέας είχε αναχαιτιστεί από τους εφέδρους του ελληνικού στρατού στα βάθη της Αλβανίας.

Ο φασίστας Γεώργιος Μερκούρης, έμπιστος του βασιλιά  Γεωργίου Β΄ και του τραπεζίτη πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή, συναντήθηκε, την ημέρα εκείνη, με τον στρατιωτικό ακόλουθο της Γερμανικής Πρεσβείας Clemm Erbach.
Αμέσως μετά την συνάντηση ο Erbach στέλνει στο Βερολίνο το ακόλουθο αποκαλυπτικό τηλεγράφημα: "Ο Μερκούρης συμφώνως προς δηλώσεις του είχεν εν τω μεταξύ ομιλήσει δις με τον Πρωθυπουργών, είπεν ότι η Ελληνική Κυβέρνησις δεν επιθυμεί τίποτα περισσότερων από μιαν ταχείαν ειρήνην εις την Αλβανίαν , ειρήνην η οποία θα διαφύλασσεν την Ελληνικήν τιμήν και  η οποία θα καθιστά δυνατήν την αποχώρησιν των Άγγλων[…]" (σ.σ Από τα ελληνικά εδάφη)

Άμεσα απάντησε ο φασίστας υπουργός εξωτερικών της Γερμανίας Joachim von Ribbentrop: «η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι τρέφει αυταπάτας εις ότι αφορά το τίμημα το οποίον θα πρέπει να καταβάλη δι΄ ένα τοιούτον τερματισμόν». 

Η στρατιωτική σταδιοδρομία του Τσολάκογλου

Το πραγματικό του επίθετο ήταν Τσολάκογλους και ήταν αμφιθαλής αδελφός του αντιστράτηγου Νικολάου Σπυρόπουλου. Κατατάχθηκε στον Ελληνικό Στρατό και στη συνέχεια εισήλθε στη Σχολή Υπαξιωματικών από την οποία αποφοίτησε την 7η Ιουλίου του 1912 με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού Πεζικού. Μετά την αποφοίτησή του τοποθετήθηκε στο 4ο Σύνταγμα Πεζικού Λαρίσης. Ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, ο Τσολάκογλου συμμετείχε στις κυριότερες μάχες στους Βαλκανικούς Πολέμους (Ελασσόνα, Σαραντάπορο, Γιαννιτσά, Λαχανάς, Δεμίρ Ισάρ, Άνω Τζουμαγιά ) και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο μέτωπο του Στρυμόνα. Συμμετείχε στις εκστρατείες στην Ουκρανία και στην Μικρά Ασία ως διοικητής τάγματος ευζώνων του 1/39ου και αργότερα ως επιτελάρχης της 4ης Μεραρχίας, κατά την επίθεση του Αυγούστου το 1922. Στην επακολουθήσασα σύμπτυξη του Α΄ Σώματος Στρατού στο οποίο ανήκε ακολούθησε στην αρχή την φάλαγγα του στρατηγού Τρικούπη και λίγο πριν την Σμύρνη την φάλαγγα του στρατηγού Φράγκου. Αντισυνταγματάρχης το 1923, συνταγματάρχης το 1925 και ανώτατος πλέον αξιωματικός το 1935 διοίκησε διαδοχικά: Μεραρχία, την Σχολή Ευελπίδων, και το Γ΄ Σώμα στρατού, του οποίου την διοίκηση ανέλαβε αφού παρέδωσε τη διοίκηση Κρήτης που είχε αναλάβει το 1938, όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.

 
Μετά την επίθεση των Γερμανών κατά της Ελλάδος (6 Απριλίου 1941), την βαθιά στην συνέχεια διείσδυση αυτών προς τη Θεσσαλονίκη στις 9 Απριλίου του 1941 και την υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού από το μέτωπο της Βορείου Ηπείρου, ο Τσολάκογλου και ορισμένοι άλλοι ανώτεροι αξιωματικοί του Στρατού έλαβαν την απόφαση, άνευ εγκρίσεως της προϊσταμένης τους Αρχής και μη λαμβάνοντας υπόψη αυτή εν καιρώ πολέμου, για συνθηκολόγηση, κρίνοντας εκείνοι πως κάθε αντίσταση στους κατακτητές θα ήταν μάταιη.
 
 
Έτσι, στις 20 Απριλίου 1941, ημέρα του Πάσχα, σε συνεννόηση με τον διοικητή του Α΄ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγο Παναγιώτη Δεμέστιχα, τον διοικητή του Β΄ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγο Γεώργιο Μπάκο, και τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα που ήταν ο κατ΄ εξοχήν φορέας και υποκινητής της δυσάρεστης αυτής απόφασης, κατάργησε πραξικοπηματικά τον διοικητή Στρατιάς Ηπείρου Ιωάννη Πιτσίκα, ανέλαβε ο ίδιος διοικητής της Στρατιάς και υπέγραψε πρωτόκολλο ανακωχής με τον διοικητή της 1ης Μηχανοκίνητης Μεραρχίας Ες-Ες, υποστράτηγο Γιόζεφ (Σεπ) Ντήτριχ (Josef "Sepp" Dietrich), στο Βοτονόσι του Μετσόβου. Ο αρχηγός του Ελληνικού Στρατού, αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, σε τηλεγράφημά του προς το Τμήμα Στρατιάς Ηπείρου, κατήγγειλε την πρωτοβουλία του Τσολάκογλου ως αντίθετη προς τα συμφέροντα της πατρίδας, διέταξε την αντικατάσταση του Τσολάκογλου και αγώνα «μέχρι εσχάτου ορίου δυνατοτήτων». Ήταν όμως ήδη αργά.
 
Την επόμενη ημέρα (21 Απριλίου) στην Θεσσαλονίκη, ο Τσολάκογλου, «υπό το κράτος βίας», υπέγραψε ως διοικητής της Ελληνικής Στρατιάς Ηπείρου και Μακεδονίας την άνευ όρων παράδοση του Ελληνικού Στρατού στους Γερμανούς. Εκ μέρους των Γερμανών, το πρωτόκολλο της παράδοσης συνυπέγραψε ο αρχηγός των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, στρατηγός φον Γκράιφφενμπεργκ (von Greinffenberg).
 
 
Η προδοσία ολοκληρώθηκε τελικά, στις 23 Απριλίου, όπου  ο Τσολάκογλου υπογράφει στη Βίλα Ριτζ στη Θεσσαλονίκη και τρίτο πρωτόκολλο με τον Γερμανό στρατηγό Άλφρεντ Γιοντλ (Alfred Jodl) και τον Ιταλό στρατηγό Αλμπέρτο Φερρέρο (Alberto Ferrero), για να ικανοποιηθεί και το γόητρο των Ιταλών. Την ίδια ημέρα ξεκίνησε και ο αεροπορικός βομβαρδισμός του Ναυστάθμου Σαλαμίνας και των γύρω της Αττικής λιμένων όπου και αναγκάσθηκε η ελληνική κυβέρνηση και ο Βασιλεύς Γεώργιος να μετακινηθούν με υδροπλάνο στην Κρήτη.
 Πάντως τα σχέδια παράδοσης της χώρας είχανε μπει σε ενέργεια από τις 16 Μαρτίου του 1941, δηλαδή σχεδόν 20 μέρες πριν η ναζιστική Γερμανία εισβάλει στην Ελλάδα, και την στιγμή που ο Ιταλός επιδρομέας είχε αναχαιτιστεί από τους εφέδρους του ελληνικού στρατού στα βάθη της Αλβανίας.

Ο φασίστας Γεώργιος Μερκούρης, έμπιστος του βασιλιά  Γεωργίου Β΄ και του τραπεζίτη πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή, συναντήθηκε, την ημέρα εκείνη, με τον στρατιωτικό ακόλουθο της Γερμανικής Πρεσβείας Clemm Erbach. Αμέσως μετά την συνάντηση ο Erbach στέλνει στο Βερολίνο το ακόλουθο αποκαλυπτικό τηλεγράφημα: «Ο Μερκούρης συμφώνως προς δηλώσεις του είχεν εν τω μεταξύ ομιλήσει δις με τον Πρωθυπουργών, είπεν ότι η Ελληνική Κυβέρνησις δεν επιθυμεί τίποτα περισσότερων από μιαν ταχείαν ειρήνην εις την Αλβανίαν , ειρήνην η οποία θα διαφύλασσεν την Ελληνικήν τιμήν και  η οποία θα καθιστά δυνατήν την αποχώρησιν των Άγγλων[…](σ.σ Από τα ελληνικά εδάφη)

Άμεσα απάντησε ο φασίστας υπουργός εξωτερικών της Γερμανίας  Joachim von Ribbentrop«η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι τρέφει αυταπάτας εις ότι αφορά το τίμημα το οποίον θα πρέπει να καταβάλη δι΄ ένα τοιούτον τερματισμόν».    

Ωστόσο μια εβδομάδα μετά την συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου, όταν ο χιτλερικός στρατός έμπαινε στην Αθήνα, επίλεκτα στελέχη του φασιστικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον στρατηγό Χρήστο Καβράκο, πολιτικοί άνδρες των αστικών κομμάτων μα και πνευματικοί άρχοντες του τόπου, έσπευσαν με τεμενάδες να υποδεχτούν τους ναζιστές. Ο Ν. Πλαστήρας, θαυμαστής των καθεστώτων τόσο του Μουσολίνι όσο και του Χίτλερ αλλά πολιτικός αντίπαλος του Μεταξά, από την ηλιόλουστη Νίκαια της Γαλλίας όπου κατοικούσε,  καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί με τους κατακτητές: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει κυβέρνησις φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε και μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)». Να σημειωθεί, ότι αυτό το γράμμα στάλθηκε την 21 Απρίλη 1941, κι ενώ οι Γερμανοί είχαν μόλις περάσει τη Λάρισα και κατέβαιναν προς την Αθήνα.

Λίγο μετά την είσοδο της φασιστικής μπότας στην Αθήνα ο δήμαρχος της, Αμβρόσιος Πλυτάς, αφού πρώτα προέτρεψε τους Αθηναίους «όπως επιδείξωσι τάξιν, αξιοπρέπειαν και ευγένειαν» απέναντι στη φασιστική μπότα και «Όπου υψούται ελληνική σημαία πρέπει δεξιά της να υψούται και η Γερμανική», έστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Χίτλερ, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη «όλων των Αθηναίων προς τον ενδόξων Φύρερ του Γερμανικού λαού».

Ως δωσίλογος πρωθυπουργός

Στις 30 Απριλίου του 1941 και ώρα 11 το πρωί, ο Τσολάκογλου ορκίσθηκε πρωθυπουργός στα Παλαιά Ανάκτορα, (σημερινή Βουλή), από τον πρωθιερέα του Ι. Ν. Αγίου Γεωργίου Καρύτση Ν. Παπαδόπουλο, κατόπιν βεβαίως αποδοχής των κατοχικών δυνάμεων και παρουσία των ανωτάτων διοικητών τους. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος είχε αρνηθεί να τον ορκίσει, πράγμα το οποίο ταυτόχρονα είχε απαγορεύσει και στους υπόλοιπους αρχιερείς και ιερείς της Ελλάδας, με το επιχείρημα ότι η Ελλάδα είχε εθνική κυβέρνηση, την οποία είχε ορκίσει ο ίδιος, εννοώντας εκείνη που βρισκόταν ακόμα σε ελληνικό έδαφος, στην Κρήτη, πριν μετακινηθεί ακόμα στη Μέση Ανατολή. Ο Τσολάκογλου παρέμεινε στη θέση μέχρι τις 2 Δεκεμβρίου του 1942, όταν με διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό παραιτήθηκε ορίζοντας αντικαταστάτη του τον μέχρι τότε αντιπρόεδρο της κυβέρνησής του, καθηγητή του πανεπιστημίου Κ. Λογοθετόπουλο, χωρίς να αναμιχθεί έκτοτε στα κοινά.
 
Οι Βρετανοί στο μεταξύ έσπευσαν να τον καταγγείλουν ως Έλληνα Κουΐσλιγκ (The Times, 30/04/1941). Την ίδια ημέρα που ανακήρυξε επίσημα την Ελληνική Πολιτεία, εκπρόσωποι των δύο πολιτικών παρατάξεων (Βενιζελικοί, Λαϊκό Κόμμα), αναγνώρισαν την κυβέρνησή του ως «κυβέρνηση εθνικής ανάγκης» (Ελεύθερον Βήμα, 08/05/1941). Κατά την πρωθυπουργία του, αρχικά υποχρέωσε σε παραίτηση τον τότε Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο προωθώντας στη θέση του τον μετέπειτα αντιβασιλέα Δαμασκηνό με σύμφωνη γνώμη και των κατοχικών δυνάμεων. Επίσης προσπάθησε να διατηρήσει τη δραχμή ως κατοχικό νόμισμα, πλην όμως η δέσμευσή του από τις Αρχές κατοχής είχε σαν συνέπεια τη συνεχή υποτίμηση, που οδήγησε σε ραγδαίες αυξήσεις τιμών και πείνα, ενώ η χρυσή λίρα τότε αποθησαυριζόταν
Για την κατάσταση εκείνη οι Γερμανοί επέρριψαν ακέραιη την ευθύνη στους Ιταλούς που δεν έπραξαν τίποτε, κατά αρμοδιότητα που διατηρούσαν, για να προλάβουν αυτή την οικονομική εξέλιξη, αν και εισήγαγαν στη συνέχεια τη λεγόμενη "μεσογειακή δραχμή". Τελικά ο Τσολάκογλου παραιτούμενος από το αξίωμά του, μετά από πολλές πιέσεις που του άσκησαν εγγράφως οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί, μεταξύ των οποίων οι Καφαντάρης, Σοφούλης, Γονατάς, Μάξιμος, Πάγκαλος, ακόμη και ο Ράλλης, αλλά και μετά από δύο ανεπιτυχείς γύρους διαπραγματεύσεων με τους Γερμανούς (Βερολίνο - Σεπτέμβριος 1942) και Ιταλούς (Ρώμη - Οκτώβριος 1942), που αφορούσαν τα ελληνικά δημοσιονομικά, στη συνέχεια ιδιώτευσε.
 
Στην πρώτη αυτή κατοχική κυβέρνηση συμμετείχαν οι άλλοι δύο αντιστράτηγοι της συνθηκολόγησης, Δεμέστιχας και Μπάκος, ο επόμενος κατοχικός πρωθυπουργός (ιατρός) Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, που τελούσε χρέη αντιπροέδρου, καθώς και ο τότε υπουργός οικονομικών Σωτήριος Γκοτζαμάνης που διατηρήθηκε στην ίδια θέση από την επόμενη κυβέρνηση.
 
Με τη γερμανική υποχώρηση τον Σεπτέμβριο του 1944 ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος αναχώρησε στη Γερμανία. Μετά την απελευθέρωση καταδικάσθηκε ερήμην σε ισόβια δεσμά και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από το Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων (Μάιος 1945). Έπειτα από λίγο συνελήφθη από τις Αμερικανικές Δυνάμεις στη Γερμανία και εκδόθηκε στην Ελλάδα. Τον Φεβρουάριο του 1946 φυλακίστηκε και στις 3 Ιανουαρίου 1951 του απονεμήθηκε χάρη. Το 1948 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Ιδού η αλήθεια», για να υπερασπισθεί τον εαυτό του και την πολιτική του. Στο βιβλίο του υπερτονίζει ότι εκδιώχθηκε από την πρωθυπουργία, λόγω της επικριτικής του στάσης προς τους κατακτητές.
 
Ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος πέθανε στην Αθήνα στις 8 Ιουλίου 1961, σε πλήρη απαξίωση, παρά τη λαμπρή επιστημονική διαδρομή του.
 

Η δίκη και η καταδίκη σε θάνατο

Αμέσως μετά την απελευθέρωση, ο Τσολάκογλου συνελήφθη και φυλακίσθηκε στις φυλακές Αβέρωφ,. Παραπέμφθηκε στο δια της Συντακτικής Πράξεως με αριθμό 6/1945, της κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα, συσταθέν Ειδικό Δικαστήριο, κατηγορούμενος για παράνομη συνθηκολόγηση που είχε προβεί με τον εχθρό, χαρακτηριζόμενη ως «συνθηκολόγησιν εν ανοικτώ πεδίω» και «πριν η υπ' αυτόν στρατιωτική δύναμις εκπληρώση πάν ό,τι το στρατιωτικόν καθήκον επιβάλλει» , καθώς και για εθνική αναξιότητα για την συνεργασία του, στη συνέχεια, με τις κατοχικές Δυνάμεις, αναλαμβάνοντας Πρωθυπουργός της χώρας. Η δίκη του ξεκίνησε στις 21 Φεβρουαρίου και έληξε στις 31 Μαΐου του 1945. Η δε απολογία του ήταν ιδιαίτερα λακωνική αλλά και περιεκτική.
 
 
Τελικά το Ειδικό αυτό Δικαστήριο την τελευταία ημέρα της δίκης τον καταδίκασε σε θάνατο, ενώ ταυτόχρονα το ίδιο δικαστήριο ζήτησε την μετατροπή της ποινής σε ισόβια δεσμά για τις "πολλαπλές υπηρεσίες του στη χώρα ως στρατιωτικός". Έτσι, το Συμβούλιο Χαρίτων συνήλθε στις 19 Αυγούστου του 1945 και μετέτρεψε την ποινή σε ισόβια κάθειρξη και ακολούθως οδηγήθηκε στις "φυλακές Ζελιώτη" (όπου αργότερα το μέγαρο Μινιόν) της Αθήνας.
 
Έχοντας όμως προσβληθεί από λευχαιμία, νοσηλεύθηκε επί έναν χρόνο στο Νοσηλευτικό Ίδρυμα του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (ΝΙΜΤΣ), όπου και πέθανε στις 22 Μαΐου του 1948, στερημένος σύνταξης και πάμπτωχος. Η κηδεία του έγινε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών σε στενό οικογενειακό κύκλο.
 
Τα "Απομνημονεύματα" Γ. Τσολάκογλου δημοσιεύτηκαν 11 χρόνια μετά τον θάνατό του υπό την επιμέλεια της συζύγου του Αικατερίνης.
 
Καββαδίας

This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

Illusion Hair Studio

Boschetto (Άγιος Γεώργιος Αργυράδων)

MAMA 'S MARKET

Corfu Office Systems

PRANZO CHANIOTI

 

Καφέσας ψαροταβέρνα

Cosy finger food bar

Lord Travel Group

Blue sea hotel

Ιονική

 

Calendar

« April 2024 »
Mon Tue Wed Thu Fri Sat Sun
1 2 3 4 5 6 7
8 9 10 11 12 13 14
15 16 17 18 19 20 21
22 23 24 25 26 27 28
29 30          

Argyrades - News

argyrades.gr

Σελίδες για τη ζωή, την ιστορία, τον πολιτισμό, στην Κέρκυρα. Με κριτική ματιά στην επικαιρότητα.

drepani.gr

Μια από τις ονομασίες με τις οποίες ήταν γνωστή η Κέρκυρα στην αρχαιότητα ήταν και η Δρεπάνη. Όνομα που χρησιμοποιήθηκε λόγω του σχήματός της. Η Δρεπάνη ταυτίζεται με το όπλο με το οποίο ο Κρόνος σκότωσε τον πατέρα του τον Ουρανό.

logo

© 2018 Your Company. All Rights Reserved. Designed By Your Company

Search