Print this page

Σαν σήμερα 5 Μαϊου 1818 γεννιέται ο Κάρλ Μαρξ

May 05, 2021 538
5 Μαϊου του 1818 - 14 Μαρτίου 1883

Ο Καρλ Μαρξ γεννήθηκε στις 5 Μαΐου 1818 στην πόλη της Ρηνανίας, Τρέβη (Trier). Ο παππούς του ήταν ο ραββίνος Μαρκ Λεβύ (Marc Levy), που είχε σταδιακά απορρίψει το Λεβύ, και άλλαξε το Μαρκ σε Μαρξ. Λίγο μετά τη γέννηση του Καρλ, ο πατέρας του άλλαξε επίσης το όνομά του, από Χέσελ (Heshel) Μαρξ σε Χάινριχ (Heinrich) Μαρξ. Όλη στην οικογένεια Μαρξ είχαν ψευδώνυμα και παρατσούκλια. Ο Μαρξ στη Γαλλία υπέγραφε ως Ραμπόζ για να κρύβεται από τους σπιούνους και τους χαφιέδες, ενώ στην Αγγλία υπέγραφε ως Α. Ουίλιαμς. Περιπαιχτικό ρόλο είχαν τα παρατσούκλια που είχαν οι Μαρξ μέσα στην οικογένεια. Ο Μαρξ ήταν γνωστός ως “Μαυριτανός” λόγω της μαύρης γενειάδας και της αχτένιστης κώμης. Ο ίδιος προέτρεπε τα παιδιά του να τον αποκαλούν  “γερό Νικ” και “Τσάρλι”.

 

alfavita.gr

Οι σχέσεις με την οικογένειά του οι καλύτερες. Πολύ κατατοπιστική για τη σχέση του Μαρξ με την οικογένειά του και την αγάπη που είχαν μεταξύ τους παρά τις τεράστιες αντιξοότητες που αντιμετώπιζαν στη καθημερινή ζωή τους είναι η κάτωθι επιστολή (την οποία αγνοούσε ο ίδιος ο Κάρολος) της γυναίκας του Τζένη προς τον κοινό φίλο τους Τζόζεφ Βάϊντεμάγιερ.

Το αρχείο του Μαρξ

Οι πανεπιστημιακές σπουδές του Μαρξ άρχισαν στο Πανεπιστήμιο της Βόννης (Rheinische Friedrich-Wilhelms-Universität) το 1835, όπου σπούδαζε νομικά. Έπειτα πήγε στο πανεπιστήμιο του Humboldt Universität (πρωην Friedrich-Wilhelms-Universität) στο Βερολίνο. Εκεί το ενδιαφέρον του Μαρξ στράφηκε προς τη φιλοσοφία και εντάχθηκε σε ένα κύκλο φοιτητών και νεαρών καθηγητών γνωστού ως "οι νέοι (αριστεροί) Χεγκελιανοί", με κύριο καθοδηγητή τον Μπρούνο Μπάουερ ο οποίος ήταν γερμανός θεολόγος και ιστορικός που έχασε την έδρα του στο πανεπιστήμιο το 1842 επειδή αμφισβητούσε την ιστορικότητα του Ιησού. Έκτοτε έζησε “εν κατατρεγμώ και πενία”. Μερικά μέλη αυτού του κύκλου αναζητούσαν συνδετικές γραμμές ανάμεσα στη μετα-αριστοτελική και τη μετα-Χεγκελιανή φιλοσοφία.

 

Όταν ο δάσκαλος και μέντορας του, Μπάουερ, αποβλήθηκε από λέκτορας  ο Μαρξ εγκατέλειψε τη φιλοσοφία, και καταπιάστηκε με τη δημοσιογραφία, εκδίδοντας τη ριζοσπαστική γερμανική εφημερίδα ‘Rheinische Zeitung’.

Η εφημερίδα έπαψε να λειτουργεί το 1843, εν μέρει λόγω προστριβών του με την κυβερνητική λογοκρισία. Ο Μαρξ επανήλθε στη φιλοσοφία στρεφόμενος προς την ενεργή πολιτική πάλη, και εργάστηκε ως δημοσιογράφος.

Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Γαλλία, όπου προέβη σε επανεκτίμηση της σχέσης του με τον Μπάουερ και τους αριστερούς Χεγκελιανούς, και έγραψε το ‘Εβραϊκό ζήτημα’, που ήταν μια κριτική στις έννοιες των πολιτικών δικαιωμάτων και της πολιτικής απελευθέρωσης. Στο Παρίσι γνώρισε και άρχισε να συνεργάζεται με τον Φρίντριχ Ένγκελς, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με το ζήτημα της εργατικής τάξης και των οικονομικών. Ο Μαρξ εκδιώχθηκε από το Παρίσι λόγω των γραπτών του, και μαζί με τον Ένγκελς εγκαταστάθηκαν στις Βρυξέλλες.

Εκεί συνέγραψαν τη ‘Γερμανική Ιδεολογία’, μια κριτική μελέτη της φιλοσοφίας του Χέγκελ και των αριστερών Χεγκελιανών. Αργότερα ο Μαρξ έγραψε την ‘Αθλιότητα της Φιλοσοφίας’, μια κριτική μελέτη της γαλλικής σοσιαλιστικής σκέψης. Αυτά τα δύο έργα αποτέλεσαν τις βάσεις για το επικείμενο "Κομμουνιστικό Μανιφέστο", που πρωτοεκδόθηκε στις 21 Φεβρουαρίου του 1848, με εντολή της ‘Communist League’, μιας οργάνωσης Γερμανών μεταναστών, οι οποίοι είχαν συναντήσει το Μαρξ στο Λονδίνο.

Εκείνη τη χρονιά στην Ευρώπη ξέσπασαν επαναστάσεις. Το εργατικό κίνημα κατέκτησε την εξουσία από τον βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππο, και κάλεσε το Μαρξ να επιστρέψει στο Παρίσι. Όταν η κυβέρνηση των εργατικών κατέρρευσε το ο Μαρξ μετανάστευσε στο Λονδίνο. Το 1852 συνέγραψε το διάσημο φυλλάδιο ‘Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη’’ στο οποίο ανέλυε την κυριαρχία την άνοδο στην εξουσία του Λουδοβίκου Βοναπάρτη Ναπολέοντα Γ' (1852-1871) στη Γαλλία.

Από το 1852 έως το 1861, ενόσω ζούσε στο Λονδίνο, ο Μαρξ υπήρξε ευρωπαϊκός απεσταλμένος της εφημερίδας New York Tribune. Ο Μαρξ μελέτησε επισταμένα τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία. Η μελέτη του αυτή αποδόθηκε στα λεγόμενα "ιστορικά έργα" που περιλαμβάνουν τα εξής: "18η Μπρυμέρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη" , "Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία" , "Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία" . Το 1864 αποτέλεσε βασικό παράγοντα στην ίδρυση της Διεθνούς Εργατικής Ένωσης που ονομάστηκε αργότερα ‘Πρώτη Σοσιαλιστική Διεθνής’, ως βάση της πολιτικής δράσης. Η οργάνωση αυτή που αποτέλεσε την πρώτη προσπάθεια διεθνούς οργάνωσης του εργατικού κινήματος όπου αυτοδιαλύθηκε το 1872, μετά την ήττα της Κομμούνας του Παρισιού (1871), προσανατολίζοντας τα τμήματα της στην ίδρυση εργατικών κομμάτων σε κάθε χώρα. Στο Λονδίνο, ο Μαρξ αφιερώθηκε σε ιστορικά και θεωρητικά έργα, το πιο φημισμένο από τα οποία είναι ‘Το Κεφάλαιο’, ο πρώτος τόμος του οποίου εκδόθηκε το 1867.

Ο Μαρξ παρουσιάζει ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Δημοσιεύθηκαν πάνω από 50 έργα του, ορισμένα σε συνεργασία με τον Φρίντριχ Ένγκελς. Παραθέτονται ορισμένα από αυτά:

"Κριτική της Θεωρίας του Κράτους του Χέγκελ" (1843)

"Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα" (1844)

"Θέσεις για το Φόυερμπαχ" (1845)

"Η Γερμανική Ιδεολογία" (1845-46), σε συνεργασία με τον Ένγκελς

"Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος" (1847-48), σε συνεργασία με τον Ένγκελς

"Εισαγωγή στην κριτική της Πολιτικής Οικονομίας" (1857-58)

"Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας" (1859)

"Κεφάλαιο", τόμος πρώτος (1867)

"Η Κομμούνα του Παρισιού" (1871), σε συνεργασία με τον Ένγκελς

"Κριτική του Προγράμματος της Γκότα" (1875)

"Κεφάλαιο", τόμος δεύτερος (1885)

"Κεφάλαιο', τόμος τρίτος (1894)

Ο επιστήθιος φίλος του Φρίντριχ Ένγκελς τον αποχαιρετά χαρακτηρίζοντάς τον στον επικήδειο λόγο του ως «τον πιο συκοφαντημένο άνθρωπο της εποχής του». 

Ο Μαρξ πέθανε στο Λονδίνο το 1883 και η τάφη του έγινε στο νεκροταφείο Highgate.

 

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ

Μαρξισμός είναι το σύστημα των αντιλήψεων και της διδασκαλίας του Μαρξ. Ο Μαρξ είναι εκείνος που συνέχισε και ολοκλήρωσε με μεγαλοφυΐα τα τρία βασικά ιδεολογικά ρεύματα του 19ου αιώνα, που άνηκαν στις τρεις πιο προηγμένες χώρες της ανθρωπότητας: την κλασική γερμανική Φιλοσοφία, την κλασική αγγλική Πολιτική Οικονομία και το γαλλικό Σοσιαλισμό σε συνδυασμό με τις γαλλικές επαναστατικές διδασκαλίες γενικότερα. Η αναγνωρισμένη ακόμη και από τους αντίπαλους του Μαρξ αξιοθαύμαστη συνέπεια και ενότητα των απόψεων του, που στο σύνολο τους μας δίνουν το σύγχρονο υλισμό και το σύγχρονο επιστημονικό σοσιαλισμό, σαν θεωρία και σαν πρόγραμμα του εργατικού κινήματος όλων των πολιτισμένων χωρών του κόσμου, μας υποχρεώνει να προτάξουμε από την έκθεση του κύριου περιεχομένου του μαρξισμού, συγκεκριμένα της οικονομικής διδασκαλίας του Μαρξ, μια σύντομη σκιαγραφία της κοσμοαντίληψης του γενικά.

Η Ταξική Πάλη

Το ότι οι επιδιώξεις ορισμένων μελών μιας κοινωνίας έρχονται σε αντίθεση με τις επιδιώξεις άλλων μελών της, το ότι η κοινωνική ζωή είναι γεμάτη αντιφάσεις, το ότι η ιστορία μάς δείχνει την πάλη ανάμεσα στους λαούς και ανάμεσα στις κοινωνίες, καθώς και μέσα στους κόλπους τους και, εκτός απ’ αυτό και την εναλλαγή των περιόδων επανάστασης και αντίδρασης, ειρήνης και πολέμων, στασιμότητας και γοργής προόδου ή κατάπτωσης –όλα αυτά είναι γεγονότα πασίγνωστα. Ο μαρξισμός μας έδοσε το οδηγητικό νήμα, που μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε τη νομοτέλεια μέσα σ’ αυτό το φαινομενικό λαβύρινθο και το χάος, συγκεκριμένα: τη θεωρία της ταξικής πάλης. Μόνο η μελέτη του συνόλου των επιδιώξεων όλων των μελών μιας κοινωνίας ή μιας ομάδας κοινωνιών, επιτρέπει να καθοριστεί επιστημονικά το αποτέλεσμα αυτών των επιδιώξεων. Και πηγή των αντιφατικών επιδιώξεων είναι η διαφορά που υπάρχει στη θέση και στους όρους ζωής των τάξεων, στις όποιες διασπάται κάθε κοινωνία.

«Η ιστορία όλων των ως τα τώρα κοινωνιών –γράφει ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο (με εξαίρεση την ιστορία της πρωτόγονης κοινότητας –προσθέτει αργότερα ο Έγκελς)– ήταν ιστορία ταξικών αγώνων. Ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, βαρώνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με λίγα λόγια, καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονταν σε διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ τους, διεξήγαγαν ένα αδιάκοπο αγώνα, πότε σκεπασμένο, πότε ανοιχτό, έναν αγώνα που τέλειωνε κάθε φορά με τον επαναστατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της κοινωνίας ή με την κοινή καταστροφή των τάξεων που αγωνίζονταν... Η σύγχρονη αστική κοινωνία, που πρόβαλε μέσα από τα σπλάχνα της καταστραμμένης φεουδαρχικής κοινωνίας, δεν εξάλειψε τις ταξικές αντιθέσεις. Αντικατάστησε απλώς τις παλιές τάξεις με νέες, τους παλιούς όρους καταπίεσης με νέους, τις παλιές μορφές πάλης με νέες. Ωστόσο η εποχή μας, η εποχή της αστικής τάξης, ξεχωρίζει από το γεγονός ότι απλοποίησε τις ταξικές αντιθέσεις: η κοινωνία όλο και περισσότερο χωρίζεται σε δυο μεγάλα εχθρικά στρατόπεδα, σε δυο μεγάλες τάξεις που βρίσκονται αντιμέτωπες η μια στην άλλη: στην αστική τάξη και το προλεταριάτο».

Από τον καιρό της μεγάλης γαλλικής επανάστασης η ιστορία της Ευρώπης αποκάλυψε πολύ παραστατικά σε μια σειρά χώρες αυτό το πραγματικό υπόβαθρο των γεγονότων, την πάλη των τάξεων. Και ήδη από την εποχή της παλινόρθωσης στη Γαλλία εμφανίστηκαν μια σειρά ιστορικοί (Τιερί, Γκιζό, Μινιέ, Τιερ) οι όποιοι, γενικεύοντας τα γεγονότα που συντελέστηκαν, δεν μπορούσαν παρά να αναγνωρίσουν ότι η πάλη των τάξεων είναι το κλειδί για την κατανόηση ολόκληρης της ιστορίας της Γαλλίας. Η νεότερη εποχή όμως, η εποχή της πλήρους νίκης της αστικής τάξης, των αντιπροσωπευτικών θεσμών, του πλατιού (αν όχι καθολικού) εκλογικού δικαιώματος, του φτηνού καθημερινού Τύπου που φτάνει στις μάζες κτλ., η εποχή των ισχυρών και όλο και πιο πλατιών ενώσεων των εργατών και των ενώσεων των επιχειρηματιών κτλ., έδειξε ακόμη πιο παραστατικά (αν και κάποτε με μορφή πολύ μονόπλευρη, «ειρηνική», «συνταγματική») ότι κινητήρας των γεγονότων είναι η πάλη των τάξεων.

Το παρακάτω απόσπασμα από το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του Μαρξ, μας δείχνει ότι ο Μαρξ απαιτούσε από την κοινωνική επιστήμη μια αντικειμενική ανάλυση της θέσης κάθε τάξης μέσα στη σύγχρονη κοινωνία, σε σύνδεση με την ανάλυση των όρων ανάπτυξης κάθε τάξης:

«Απ’ όλες τις τάξεις, που τούτη τη στιγμή βρίσκονται αντιμέτωπες με την αστική τάξη, μόνο το προλεταριάτο είναι τάξη πραγματικά επαναστατική. Οι άλλες τάξεις χάνονται και εξαφανίζονται με την ανάπτυξη της μεγάλης βιομηχανίας· αντίθετα, το προλεταριάτο είναι το δικό της προϊόν. Οι μεσαίες τάξεις, ο μικροβιομήχανος, ο μικρέμπορος, ο χειροτέχνης, ο αγρότης, όλοι τους πολεμούν την αστική τάξη, για να σώσουν την ύπαρξη τους από τον αφανισμό σαν μεσαίες τάξεις. Συνεπώς, δεν είναι επαναστατικές, αλλά συντηρητικές. Κάτι παραπάνω, είναι αντιδραστικές: προσπαθούν να γυρίσουν προς τα πίσω τον τροχό της ιστορίας. Και όταν είναι επαναστατικές, αυτό γίνεται εφόσον βρίσκονται μπροστά στο επικείμενο πέρασμα τους στις γραμμές του προλεταριάτου, εφόσον υπερασπίζουν όχι τα σημερινά, αλλά τα μελλοντικά τους συμφέροντα, εφόσον εγκαταλείπουν τη δική τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου». Σε μια σειρά ιστορικά έργα (βλ. τη Βιβλιογραφία) ο Μαρξ έδοσε λαμπρά και βαθυστόχαστα πρότυπα υλιστικής ιστοριογραφίας, ανάλυσης της θέσης κάθε τάξης χωριστά και κάποτε των διαφόρων ομάδων ή στρωμάτων μέσα στην τάξη, δείχνοντας εξόφθαλμα γιατί και πώς «κάθε ταξική πάλη είναι πάλη πολιτική».

Το απόσπασμα που παραθέσαμε δείχνει παραστατικά πόσο σύνθετο είναι το δίχτυ των κοινωνικών σχέσεων και των μεταβατικών βαθμίδων από τη μια τάξη στην άλλη, από το παρελθόν στο μέλλον, που αναλύει ο Μαρξ για να υπολογίσει τη συνισταμένη της ιστορικής εξέλιξης. Η πιο βαθιά, ολόπλευρη και λεπτομερειακή επιβεβαίωση και εφαρμογή της θεωρίας του Μαρξ είναι η οικονομική του διδασκαλία.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΞ

 

Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ

Σύμφωνα με τον Μαρξ είναι αναπόφευκτη η μετατροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας σε σοσιαλιστική ολοκληρωτικά και αποκλειστικά από τον οικονομικό νόμο κίνησης της σύγχρονης κοινωνίας. Η κοινωνικοποίηση της εργασίας, η οποία με χίλιες μορφές τραβάει μπροστά όλο και πιο γοργά και που στο μισό αιώνα που πέρασε από το θάνατο του Μαρξ εκδηλώνεται πολύ ανάγλυφα στην ανάπτυξη της μεγάλης παραγωγής, των καπιταλιστικών καρτέλ, συνδικάτων και τραστ, καθώς και στη γιγάντια αύξηση των διαστάσεων και της δύναμης του χρηματιστικού κεφαλαίου –αυτή είναι η κύρια υλική βάση για τον αναπόφευκτο ερχομό του σοσιαλισμού. Πνευματικός και ηθικός κινητήρας, φυσιολογικός εκτελεστής αυτής της μετατροπής είναι το προλεταριάτο, που διαπαιδαγωγείται από τον ίδιο τον καπιταλισμό. Ο αγώνας του ενάντια στην αστική τάξη, που εκδηλώνεται με διάφορες μορφές όλο και πιο πλούσιες σε περιεχόμενο, γίνεται αναπότρεπτα αγώνας πολιτικός, ο οποίος αποβλέπει στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο (δικτατορία του προλεταριάτου). Η κοινωνικοποίηση της παραγωγής θα οδηγήσει αναπόφευκτα στο πέρασμα των μέσων παραγωγής στην ιδιοκτησία της κοινωνίας, στην απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών. Η τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ο περιορισμός της εργάσιμης ημέρας, η αντικατάσταση των υπολειμμάτων, των ερειπίων της μικρής, πρωτόγονης, κομματιασμένης παραγωγής με τη συλλογική τελειοποιημένη εργασία –να οι άμεσες συνέπειες αυτού του περάσματος. Ο καπιταλισμός κόβει οριστικά τη σύνδεση ανάμεσα στη γεωργία και τη βιομηχανία, ταυτόχρονα όμως με την ανώτερη ανάπτυξή του προετοιμάζει νέα στοιχεία αυτής της σύνδεσης, της συνένωσης της βιομηχανίας με τη γεωργία, με βάση τη συνειδητή χρησιμοποίηση της επιστήμης και του συνδυασμού της συλλογικής εργασίας, στοιχεία καινούργιας κατανομής του πληθυσμού (βάζοντας τέλος τόσο στην εγκατάλειψη του χωριού, στην απόσπασή του από τον κόσμο και την εξαγρίωση του, όσο και στην αντιφυσιολογική συσσώρευση τεράστιων μαζών στις μεγάλες πόλεις). Οι ανώτατες μορφές του σύγχρονου καπιταλισμού προετοιμάζουν μια νέα μορφή οικογένειας, νέες συνθήκες για τη θέση της γυναίκας και τη διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς: η γυναικεία και η παιδική εργασία, η αποσύνθεση της πατριαρχικής οικογένειας από τον καπιταλισμό παίρνουν αναπόφευκτα μέσα στη σύγχρονη κοινωνία τις πιο φρικτές, τις πιο ολέθριες και τις πιο αποκρουστικές μορφές. Παρ’ όλα αυτά η «μεγάλη βιομηχανία» –χάρη στον αποφασιστικό ρόλο που παραχωρεί στις γυναίκες, στους νέους και στα παιδιά και των δυο φύλων μέσα στο κοινωνικά-οργανωμένο προτσές παραγωγής, έξω από τη σφαίρα της οικογενειακής εστίας– δημιουργεί την καινούργια οικονομική βάση για μια ανώτερη μορφή οικογένειας και σχέσεων ανάμεσα στα δυο φύλα. Φυσικά είναι εξίσου ανόητο να θεωρεί κανείς απόλυτη τη χριστιανο-γερμανική μορφή οικογένειας, όπως και την αρχαία ρωμαϊκή ή την αρχαία ελληνική ή την ανατολική μορφή που άλλωστε αποτελούν, η μια με την άλλη, μια ενιαία ιστορική σειρά εξέλιξης. Είναι ολοφάνερο ότι η συγκρότηση συνδυασμένου εργατικού προσωπικού από πρόσωπα και των δυο φύλων και των πιο διαφορετικών ηλικιών, μ’ όλο που έχει την πρωτόγονη, κτηνώδη καπιταλιστική μορφή, όπου ο εργάτης υπάρχει για το προτσές παραγωγής και όχι το προτσές παραγωγής για τον εργάτη και είναι χολεριασμένη πηγή αφανισμού και σκλαβιάς, αντίθετα, θα μετατραπεί αναπόφευκτα, κάτω από τις αντίστοιχες συνθήκες, σε πηγή ανθρωπιστικής εξέλιξης», (Το Κεφάλαιο, τόμ. Ι, τέλος του 13ου κεφαλαίου). Το εργοστασιακό σύστημα μάς δείχνει το «έμβρυο της αγωγής του μέλλοντος, τότε που για όλα τα παιδιά πάνω από ορισμένη ηλικία η παραγωγική εργασία θα συνδυάζεται με τη διδασκαλία και τη γυμναστική, όχι μόνο σαν μέθοδος για την αύξηση της κοινωνικής παραγωγής, αλλά και σαν μοναδική μέθοδος για την κατάρτιση ολόπλευρα αναπτυγμένων ανθρώπων», (στο ίδιο). Πάνω στην ίδια ιστορική βάση, όχι μόνο με την έννοια της απλής εξήγησης του παρελθόντος, αλλά και με την έννοια της άφοβης πρόβλεψης του μέλλοντος και της τολμηρής πρακτικής δράσης που αποβλέπει στην πραγματοποίηση αυτού του μέλλοντος, τοποθετεί ο σοσιαλισμός του Μαρξ και το εθνικό πρόβλημα μαζί με το πρόβλημα του κράτους. Τα έθνη είναι αναπόφευκτο προϊόν και αναπόφευκτη μορφή της αστικής εποχής της κοινωνικής εξέλιξης. Και η εργατική τάξη δεν μπορούσε να δυναμώσει, να ανδρωθεί, να σχηματιστεί χωρίς «να συγκροτηθεί στα πλαίσια του έθνους», χωρίς να είναι «εθνική» («αν και διόλου με την έννοια που το καταλαβαίνει αυτό η αστική τάξη»). Η ανάπτυξη όμως του καπιταλισμού σπάει ολοένα και περισσότερο τους εθνικούς φραγμούς, εκμηδενίζει την εθνική απομόνωση και βάζει στη θέση των εθνικών ανταγωνισμών τους ταξικούς. Γι’ αυτό στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες είναι απόλυτα αληθινό ότι «οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα» και ότι «η συνένωση των προσπαθειών» των εργατών τουλάχιστον των πολιτισμένων χωρών «είναι ένας από τους πρώτους όρους της απελευθέρωσης του προλεταριάτου» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο). Το κράτος, η οργανωμένη αυτή βία, γεννήθηκε κατά τρόπο αναπόφευκτο σε μια ορισμένη βαθμίδα εξέλιξης της κοινωνίας, τότε που η κοινωνία διασπάστηκε σε ανειρήνευτες τάξεις, τότε που δεν μπορούσε πια να υπάρχει χωρίς «εξουσία», που φαινομενικά ήταν πάνω από την κοινωνία και ως ένα ορισμένο σημείο είχε χωριστεί απ’ αυτήν. Το κράτος, που γεννιέται μέσα από τις ταξικές αντιθέσεις, γίνεται το «κράτος της πιο ισχυρής, της οικονομικά κυρίαρχης τάξης, που μ’ αυτό γίνεται και πολιτικά κυρίαρχη κι έτσι αποκτά νέα μέσα για την υποταγή και την εκμετάλλευση της καταπιεζόμενης τάξης. Έτσι το αρχαίο κράτος ήταν πριν απ’ όλα κράτος των δουλοκτητών για την υποταγή των δούλων, όπως το φεουδαρχικό κράτος ήταν όργανο των ευγενών για την υποταγή των δουλοπάροικων αγροτών και το σύγχρονο αντιπροσωπευτικό κράτος είναι όργανο εκμετάλλευσης των μισθωτών εργατών από τους καπιταλιστές», (Έγκελς: Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους, όπου εκθέτει τις απόψεις τις δικές του και του Μαρξ). Ακόμη και η πιο ελεύθερη και προοδευτική μορφή αστικού κράτους, η λαοκρατική δημοκρατία, δεν παραμερίζει καθόλου αυτό το γεγονός, αλλά απλώς αλλάζει τη μορφή του (σύνδεση της κυβέρνησης με το χρηματιστήριο, εξαγορά –άμεση και έμμεση– των υπαλλήλων και του Τύπου κτλ.). Ο σοσιαλισμός, οδηγώντας στην εκμηδένιση των τάξεων, οδηγεί έτσι και στην εκμηδένιση του κράτους. «Η πρώτη πράξη –γράφει ο Έγκελς στο Αντιντίριγκ– με την οποία το κράτος εμφανίζεται πραγματικά σαν εκπρόσωπος ολόκληρης της κοινωνίας –απαλλοτρίωση των μέσων παραγωγής προς όφελος όλης της κοινωνίας– είναι ταυτόχρονα και η τελευταία αυτοτελής πράξη του, σαν κράτους. Η επέμβαση της κρατικής εξουσίας στις κοινωνικές σχέσεις γίνεται περιττή στον ένα τομέα υστέρα από τον άλλο και σβήνει μόνη της. Τη διακυβέρνηση των ανθρώπων την αντικαθιστά η διαχείριση των πραγμάτων και η διεύθυνση του προτσές παραγωγής. Το κράτος δεν «καταργείται», απονεκρώνεται». «Η κοινωνία που οργανώνει την παραγωγή πάνω στη βάση μιας ελεύθερης και ίσης ένωσης των παραγωγών, βάζει ολόκληρη την κρατική μηχανή εκεί που είναι η θέση της: στο μουσείο των αρχαιοτήτων, δίπλα στο αδράχτι και το μπρούντζινο τσεκούρι», (Έγκελς: Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους).

Τέλος, για τη στάση του σοσιαλισμού του Μαρξ απέναντι στο μικροαγρότη, που θα μείνει στην εποχή της απαλλοτρίωσης των απαλλοτριωτών, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε τη δήλωση του Έγκελς που εκφράζει τις σκέψεις του Μαρξ: «Όταν θα κατακτήσουμε την κρατική εξουσία, δεν θα σκεφτούμε καν να απαλλοτριώσουμε με τη βία τους μικροαγρότες (αδιάφορο αν με αποζημίωση ή χωρίς αποζημίωση), όπως θα είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε αυτό με τους μεγάλους γαιοκτήμονες. Το καθήκον μας απέναντι στο μικροαγρότη είναι πριν απ’ όλα να περάσουμε το ατομικό νοικοκυριό του και την ατομική του ιδιοκτησία σε συνεταιριστική όχι με τη βία, αλλά με το παράδειγμα και την παροχή κοινωνικής βοήθειας γι’ αυτό το σκοπό. Και τότε θα έχουμε βέβαια αρκετά μέσα για να δείξουμε στο μικροαγρότη όλα τα πλεονεκτήματα ενός τέτοιου περάσματος, πλεονεκτήματα που από τώρα κιόλας πρέπει να του τα εξηγήσουμε (Έγκελς: Το Αγροτικό Ζήτημα στη Δύση, εκδόσεις Αλεξέγεβα, σελ. 17, η ρωσική μετάφραση περιέχει λάθη. Το πρωτότυπο στη «Neue Zeit»).

Καββαδίας

This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.