ΑΡΑΟΥΤ

Του Γιώργου Καγκουρίδη
Εβάρησε ο Κοκίτης μίανε ποντίνα και το μπαλόνι εβγήκε αράουτ.
- Άμε φέρτηνε τώρα, ορέ!
- Εγώ;
- Εσύ δε την έβγαλες;
- Να πάει ο Κολίτσιανος που είναι και τερματοφύλακας.
- Εγώ δε πάω πουθενά. Επήγε κάτου από τ’ αυτοκίνητα. Άμε βρέστηνε. Να πάει αυτός που την έβγαλε.
- Πήγαινε, ορέ, εσύ δε θα βαρήσεις μετά το ελεύτερο;
- Βαργιόμαι. Φυλαρούχας είμαι;
- Το Θέο τους μέσα και τ’ αυτοκίνητα που μας εφέρανε. Ορέ Ντέντε άμε φέρτηνε εσύ, ορέ.
Ο Ντέντες επήρε φόρα και βάρησε σμπουκιά στο σπιτάκι του φύλακα. 18τμ. Τόριξε κάτου όπως ο λύκος το σπιτάκι από τα γουρουνάκια.
- Σιγά θα με σκοτώσεις!
- Φέρε το μπαλόνι αμέσως!
- Εγώ φταίω;
- Εσύ δεν είσ’ εδώ;
- Εμένα με βάλανε να φυλάω τ’ αυτοκίνητα όχι τα μπαλόνια.
- Γιατί δεν είδες που δίπλα είναι γήπεδο και παίζουμε;
- Ξέρω ‘ γώ;
Ο Τσαρδάρης εχολεύτηκε με την όλη κατάστασις. Τάβαλε με το Βερβιτσιώτη, το διατητή.
- Χωρίς μπαλόνι θα παίξουμε;
- Κρατάω χασομέργια.
- Σφούριξε τη λήξη. Κερδάμε.
- Θα με βαρήσουνε.
- Η πρώτη σου θάναι;
Ο Κασταγιόλας με το Μπίλλη στο κέντρο του γηπέδου ελέγανε:
- Μην ανακατεύεσαι. Εσύ θα ανακατευτείς; Άσε το Σαγιαδινό, δε τόνε βλέπεις; Ορμάει…
- Ώ! κατεβαίνει από τη κερκίδα κι ο Σκιαδόπουλος. Ο Ελλησπόντιος. Γίνονται φασαρίες.
- Τόνε κρατάει ο Στέφος με το Παπίρη.
- Ο Μπογδάνος τον αμπώνει. Τώρα να δεις τι έχει να γίνει. Ασκωθήκανε κι οι Σκουπουραίοι. Κι ο Λάζαρης με το Γκασιάλη.
- Κι ο Μαύρος τρέχει. Άμε πιάστονε. Ώ!, ώ! κι ο Γιαχάμπας μπαίνει στη μέση. Κακά ξεμπερδέματα.
- Ορές, το μπαλόνι πού είναι;
- Κάτου από κάποιο αυτοκίνητο.
- Ορές ρίχτε όλα τ’ αυτοκίνητα στη λίμνη να τόβρουμε.
- Ποιός το λέει;
- Ο Φων-φών.
- Και μετά τι έγινε; Το βρήκανε το μπαλόνι;
- Αφού βγήκε αράουτ.