ΤΑ ΟΓΚΩΔΗ

Του Γιώργου Καγκουρίδη
- Και που θα μείνουμε;
- Στο σπίτι του πάππου. Μου τ’ άφηκε.
- Στο στραβοκάντουνο; Σκοτεινό δεν είναι;
- Θα βάλουμε καινούργιες λάμπες. Φθορίου και τέτοια.
- Χμμμ…
- Άκου που σου λέω. Τι θέλεις; Έχεις σπίτι εσύ;
- Εγώ ονειρευόμουνα ένα μικρό σπιτάκι, να βλέπω θάλασσα, φωτεινό, ήσυχο, με το κήπο του, με ένα σπιτάκι πάνου στο φτεγιά να παίζουνε τα παιδιά, με κούνια, με γκαράζ και μεσ’ στη μέση τση Χώρας να πηγαίνω στη Λαϊκή με τα πόδια.
- Μεσ’ στη μέση τση Χώρας; Πόσα μέτρα;
- 145.
- Αυτό το 45 με πειράζει.
- Γιατί;
- Άσε θα σου πω άλλη φορά. Του πάππου δε σου κάνει; 80 μέτρα είναι κι ένα άσπρισμα μόνο θέλει. Επιπλωμένο, έτοιμο.
- Σα και το πύργο του Δράκουλα είναι. Κάτι ντουλάπες θελέσπια όλο σκαλίσματα, κοκέτες μπρούτζινες, πορθρόνες μαόνι, καναπέδες γόντολες με ταπετσαρίες τση εποχής τση νόνας μου, έχει κι αυτήνε τη σιχαμένη τη ντορμέζα, πεύκια δύγιο πόντοι πέλος, σκόνήηηη…, γιότσες από του Παλαμοντσίνη, μέχρι λαβομάνο έχει. Εγώ δε τα μπορώ αυτά. Μήτε το πιάνο τον έβενο που πιάνει όλο το χώρο, μήτε το πορτ μαντώ στο διάδρομο και τη συλλογή από τα μπαστούνια του πάππου σου. Κουτσή είμαι;
- Αυτά τ’ αλλάζουμε. Τα πουλώ και σου παίρνω φορμάϊκα τραπέζι κουζίνας, καρέκλες πλαστικές κι ό,τι θέλεις.
- Άμα είναι έτσι…
Τα πούλησε. Αντίκες. Επήρε τσι φορμάϊκες και του περσσέψανε κιόλας. Οι δουγειές καλά. Κι οι δύο εδουλεύανε. Εκάμανε κι εξοχικό. Τα παιδιά εφύγανε για σπουδές. Πουγιά κι επετάξανε όπως όλα τα πουγιά.
- Να πάμε να μείνουμε στο ‘ξοχικό. Και το σπίτι να το δώκουμε στο ερμπιενμπί. Να κονομάμε. Και μεσ’ στη μέση τση Χώρας ανάρπαστο θα γίνει. Ο τουρισμός. Μόνο που οι φορμάϊκες εχαλάσανε κι οι μαξιλάρες ετριφτήκανε. Κοίταξε μη βρεις να τα πουλήσεις.
- Και ποιος να βρεθεί να τα πάρει; Δεν είναι σα και τσι αντίκες του πάππου που τσι πουλήσαμε την άλλη ώρα. Θυμάσαι πόσα πιάκαμε από το κλειδοκύμβαλο;
- Και τι θα τα κάμουμε όλα τούτα δω;
- Θα τα ρίξουμε στα σκουπίδια.
- Μη μας εκάνουνε τη παρατήρηση. Να τα πάρουμε στο Ντεμπλόνι.
- Ορή κουτή, στο Ντεμπλόνι θα πλερώσουμε. Θα τα βγάλω όξω το βράδυ να μη μας εδούνε.
- Και ποιός θα τα πάρει;
- Θα τα πάρουνε με τα ογκώδη.
