«Μας έχει απασχολήσει όλους πάρα πολύ, δεν είναι η πρώτη φορά που το συζητάμε, το ζήτημα της ανήλικης παραβατικότητας, το οποίο παρατηρείται πιο έντονα τώρα, με το άνοιγμα των σχολείων.

Πιστεύω ότι συνολικά στις παρεμβάσεις που έχουμε κάνει στον Ποινικό Κώδικα έχουμε δείξει καλά αντανακλαστικά. Γι’ αυτό και οι στοχευμένες αλλαγές που θα εισηγηθεί τώρα το Υπουργείο Δικαιοσύνης νομίζω ότι έχουν μια ιδιαίτερη αξία να αναδειχθούν: την αυστηρότερη ποινική μεταχείριση της οπλοκατοχής, ειδικά στους νέους, τη φυλάκιση πλέον -και αυτό είναι πολύ σημαντικό- όσων υποπίπτουν στην ίδια, επαναλαμβανόμενη αξιόποινη πράξη….

Θέλω να επαναλάβω ότι το ζήτημα της παραβατικότητας, ειδικά στα παιδιά και τους έφηβους, είναι ένα ζήτημα εξαιρετικά πολυσύνθετο. Αφορά πρωτίστως και τις ίδιες τις οικογένειες. Το κράτος δεν μπορεί να υποκαταστήσει σε καμιά περίπτωση την οικογένεια ως τον βασικό πυρήνα ανατροφής των παιδιών, όμως έχουμε δυνατότητες να αυστηροποιήσουμε τις ποινές, και τα ζητήματα που αφορούν την παραμέληση των ανηλίκων».

Τα παραπάνω είπε ο Μητσοτάκης στο υπουργικό συμβούλιο. Το «πακέτο» των κατασταλτικών μέτρων, ως φαίνεται, το έχουν ήδη επεξεργαστεί στο υπουργείο του αδίστακτου Φλωρίδη και αφού έχουν «γανώσει» τα μυαλά της εργαζόμενης κοινωνίας με καθημερινές κατευθυνόμενες «δραματικές» και παραφουσκωμένες αναφορές στα βρόμικα ΜΜΕ για τη «βία των νέων», τώρα ετοιμάζονται να το σερβίρουν.

Τι θα περιλαμβάνει αυτό το «πακέτο»; Νέες αυστηρές ποινές για την «οπλοκατοχή ειδικά στους νέους», φυλάκιση σε μπουντρούμι ή «αναμορφωτήριο» γι’ αυτούς που επαναλαμβάνουν την ίδια «αξιόποινη πράξη», αλλά και σκλήρυνση ποινών για τους γονείς για την «παραμέληση ανηλίκων».

Ο Μητσοτάκης έδειξε χωρίς καμιά αναστολή τον ένοχο. Είναι η νεολαία και η οικογένεια. Το κράτος, ως οργανωμένος μηχανισμός διαχείρισης του καπιταλισμού, δεν έχει καμιά ανάμειξη. Το κράτος απλώς επιβάλλει ποινές.

Οχι, δεν είναι το σύστημα που ξερνά βία απ’ όλους του τους πόρους. Δεν είναι οι κοινωνικές διακρίσεις, η απειλή της ανεργίας, οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις στις γαλέρες των καπιταλιστών, που οδηγούν τους γονείς να εργάζονται νυχθημερόν για να εξασφαλίσουν ένα γλίσχρο μεροκάματο, παραμελώντας αναγκαστικά τα παιδιά τους. Δεν είναι η καταραμένη φτώχεια, η αβεβαιότητα για το μέλλον, η δυσθεώρητη ακρίβεια που στραγγαλίζει τα νοικοκυριά, οι απολύσεις, που γεννούν γκρίνια, φαγωμάρα και ένα άρρωστο περιβάλλον μέσα στην οικογένεια. Δεν είναι οι απέραντοι ταξικοί φραγμοί που έχουν επιβληθεί στο σχολείο, η κατακρήμνιση των ονείρων για μόρφωση, πανεπιστημιακές σπουδές, επαγγελματική αποκατάσταση, που στραγγαλίζουν κάθε χαρά της ζωής και υποδαυλίζουν τον θυμό. Δεν είναι οι «σφαλιάρες» που τρώει η νεολαία από τους αφιονισμένους νταήδες της αστυνομίας στις σαββατιάτικες εξόδους της, με την παραμικρή αφορμή ή και χωρίς καμιά αφορμή.

Ολα είναι κακοφορμισμένες πληγές του σάπιου συστήματος που πάνε αντάμα με τις «αξίες» του, τον άκρατο ατομισμό, τον σκληρό ανταγωνισμό, το ρατσισμό, την ξενοφοβία. Αυτά είναι τα δηλητήρια που πληγώνουν τη φιλία και την αλληλεγγύη, σε μια ηλικία που είναι πολύ ευαίσθητη και σημαντική για την ανάπτυξη της προσωπικότητας.

Οι τιμωρίες, οι ποινές, ο αυταρχισμός κατά αδυνάτων θυμάτων -λέει μια σοφή λαϊκή ρήση- διαμορφώνουν ανθρώπους κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των θυτών, αν δεν λειτουργήσει λυτρωτικά η ταξική συνείδηση. Εκεί στοχεύει, μεταξύ άλλων, και η τιμωρητική και κατασταλτική συμπεριφορά της κυβέρνησης του κεφαλαίου απέναντι στους νέους. Γιατί αυτοί θα αποτελέσουν τους αυριανούς εργαζόμενους-ανθρώπους στους ανθρώπους λύκους, μαζί με την προσπάθεια να αποποιηθεί τις ευθύνες της να προσφέρει στη νεολαία όραμα και μια καλύτερη ζωή.

Είναι πραγματικότητα ότι τα τελευταία πολλά χρόνια η νεολαία έχει απομακρυνθεί από την πολιτική δράση. Πριν 30, 40 χρόνια η δραστηριοποίηση πολλών χιλιάδων νέων στις πολιτικές νεολαίες του λεγόμενου προοδευτικού χώρου, της αριστεράς, ακόμη και αυτής που φλέρταρε με τον αστισμό είτε είχε στην πραγματικότητα πλήρως αστικοποιηθεί, στους πολιτιστικούς συλλόγους των γειτονιών, στους διεκδικητικούς αγώνες, καλλιεργούσε το πνεύμα της συλλογικότητας, της ομάδας που είχε κάποιο όραμα με κοινωνικό περιεχόμενο. Σήμερα η ανάγκη για εκδήλωση της έμφυτης κοινωνικότητας διοχετεύεται στους οπαδικούς στρατούς των ομάδων και στις παρέες που διαπληκτίζονται και συγκρούονται με άλλες «αντίπαλες» συνομηλίκων τους.

Είναι πρωτόγνωρο το φαινόμενο του «πεσίματος» μιας παρέας σε μια άλλη; Οχι. Ανέκαθεν ήταν χαρακτηριστικό του νεανικού «τσαμπουκά». Τώρα, όμως, υπάρχει οργανωμένο κυβερνητικό σχέδιο. Οι λίγες περιπτώσεις, που μπορεί όντως να έχουν και αναβαθμισμένη βία, μεγεθύνονται, τραβιούνται απ’ τα μαλλιά, ώστε να έρθει ως επιβεβλημένος «λυτρωμός» η καταστολή. Σήμερα δεν θα γυρίσουμε στους παιδονόμους των προπολεμικών χρόνων ή στους μισητούς εκπαιδευτικούς -συνήθως θεολόγους- της περιόδου της χούντας, που τριγυρνούσαν στις πλατείες και τα νεανικά στέκια τα απογεύματα για να πιάσουν επ’ αυτοφώρω μαθητές να καπνίζουν, να παραβαίνουν τις εντολές και να πηγαίνουν σε κινηματογράφους, να έχουν μακριά μαλλιά, κ.λπ. Σήμερα έχουν επιλεγεί άλλες μέθοδοι, αναβαθμισμένης καταστολής.

Προηγήθηκαν τα ποινολόγια, η «αναβάθμιση» των αποβολών, οι απουσίες, ο εσωτερικός κανονισμός των σχολείων, η απαγόρευση του κινητού επί ποινή αποβολής, οι ψηφιακές πλατφόρμες καταγγελίας bullying. Και τώρα ήρθε η ώρα και των φυλακίσεων, της αυστηροποίησης της ποινικής μεταχείρισης νέων και γονιών.

Ποιος είναι ο ευρύτερος στόχος; Να μπει η νεολαία «στο γύψο», να γίνουν παιδονόμοι οι ίδιοι οι γονείς, να μπει στο καβούκι της η εργαζόμενη κοινωνία ως σύνολο.

Σε όλη αυτήν την βρόμικη προπαγάνδα νομιμοποίησης της κρατικής καταστολής περιλαμβάνεται και το «ανάθεμα» στο δημόσιο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς του, που έχουν τολμήσει να βγάλουν γλώσσα στο υπουργείο Παιδείας και στην αντιεκπαιδευτική πολιτική του, που έχουν τολμήσει να γυρίσουν την πλάτη, να αντιδράσουν στην επιβολή του επιθεωρητισμού. Οι απανωτές διώξεις εναντίον τους (πρώτα στις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες και τώρα κατά μόνας), επειδή συμμετέχουν στην Απεργία-Αποχή από την αξιολόγηση, οι τρομοκρατικές εγκύκλιοι, η απαξίωση του έργου τους, το φόρτωμά τους με όλα τα κακώς κείμενα του αστικού σχολείου, το μπαράζ συγχωνεύσεων-καταργήσεων τμημάτων και σχολικών μονάδων, που πετά στα σκουπίδια τις ανάγκες μαθητών-εκπαιδευτικών και οδηγεί την μαθησιακή διαδικασία σε πάρεργο, είναι μορφές κρατικής βίας εναντίον του εκπαιδευτικού κόσμου.

Κοντολογίς, όλο αυτό το κυβερνητικό σχέδιο, που έχει τάχα ως σκοπό τον περιορισμό της «νεανικής βίας», θα γυρίσει σε καταστολή της πολιτικής και συνδικαλιστικής δράσης της εργαζόμενης κοινωνίας και της νεολαίας της, σε καταστολή κάθε αντίδρασης στην αντιδραστική αντεργατική πολιτική.

Γιούλα Γκεσούλη