Οι εκλογές στην Τουρκία (14 Μαΐου) είναι κάτι περισσότερο από τη διαδικασία επιβεβαίωσης των υποτιθέμενων δημοκρατικών αρχών που δίνουν την ευκαιρία στους πολίτες να εκφράσουν τη βούλησή τους. Σ’ αυτές τις εκλογές το σύστημα εξουσίας του Ερντογάν δίνει μάχη επιβίωσης.

Στην περίπτωση που ο Ερντογάν χάσει τις εκλογές γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν θα έχει το περιθώριο να αποτραβηχτεί από τα δημόσια πράγματα και να γράψει τα απομνημονεύματά του. Ξέρει ότι τον περιμένουν στη γωνία οι πάρα πολλοί εχθροί που έχει δημιουργήσει στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Γι’ αυτό και θα παίξει ό,τι χαρτί έχει στη διάθεσή του…

Με δεδομένη τη δύσκολη κατάσταση στην οικονομία, οι παροχές που (θα) κάνει ελάχιστη σημασία έχουν για να επαναφέρουν ψηφοφόρους του που έχουν «λακίσει». Ο «εξωτερικός κίνδυνος» είναι ένα ισχυρότερο χαρτί που ο Ερντογάν παίζει αριστοτεχνικά. Και σ’ αυτό το χαρτί, (του εξωτερικού εχθρού, που επιβουλεύεται τα συμφέροντα της χώρας) ποντάρει όλο το τουρκικό πολιτικό σύστημα.

 

Δεδομένη η ατζέντα

Υπό αυτήν την έννοια ο Ερντογάν έχει επιβάλει την ατζέντα του στο σύνολο του πολιτικού κόσμου και κατ’ επέκταση σε κάθε σύστημα που μπορεί να επηρεάσει την κοινή γνώμη, δηλαδή media, ακαδημαϊκούς, μέχρι και τη λαϊκή «πολιτιστική» παραγωγή με σίριαλ που προβάλλουν σενάρια στρατιωτικών επιχειρήσεων των τουρκικών δυνάμεων σε ελληνικά νησιά.

Φτάνοντας στην ευθεία των εκλογών ο Ερντογάν έχει καταφέρει να είναι κοινός τόπος στον μέσο Τούρκο πολίτη ότι η Τουρκία απειλείται από τις ΗΠΑ, οι οποίες χρησιμοποιούν την Ελλάδα (και τους Κούρδους) ως μαριονέτα για να προωθήσουν τα σχέδιά τους σε βάρος της Τουρκίας.

Για να αποκτήσει βάση αυτό το αφήγημα ο Ερντογάν ρισκάρει ακόμη και ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα. Οι καθημερινές υπερπτήσεις και παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από μαχητικά εκτός από τη συντήρηση της έντασης εμπεριέχουν το ρίσκο του «ατυχήματος».

Επίσης, η εμμονή στην απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών εξασφαλίζει ότι η ελληνοτουρκική ένταση θα συντηρηθεί τουλάχιστον μέχρι τις τουρκικές εκλογές.

Οι… εχθρικές ΗΠΑ

Ανάλογα κινείται ο Τούρκος Πρόεδρος και απέναντι στις ΗΠΑ. Μάλιστα, οι κινήσεις του απέναντι στην υπερδύναμη αποκτούν μόνιμα χαρακτηριστικά περιγράφοντας την επιλογή της Άγκυρας να εμφανιστεί στο διεθνές προσκήνιο ως περιφερειακή (υπέρ)δύναμη.

 

Η επιλογή της καλλιέργειας σχέσεων με τη Ρωσία στα εξοπλιστικά (S-400) και της προώθησης του τουρκικού πυρηνικού προγράμματος με τη βοήθεια της Μόσχας έχει δώσει το στίγμα των επιλογών του Ερντογάν.

Ο Τούρκος Πρόεδρος, μάλιστα, δεν διστάζει να χοντρύνει αυτό το παζάρι με τα προσκόμματα που θέτει καθυστερώντας την οργανική ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Αν και γνωρίζει πως αυτή ειδικά η επιλογή εξοργίζει συνολικά όλα τα συστήματα εξουσίας στην Ουάσιγκτον, ο Ερντογάν παραμένει αμετακίνητος στην απόφασή του να πουλήσει πολύ ακριβά αυτήν τη χάρη.

Το τι ζητάει από την Ουάσιγκτον ο Ερντογάν είναι σε γενικές γραμμές γνωστό: συνέχιση των εξοπλιστικών του προγραμμάτων με αγορές υλικού και τεχνολογίας από την αμερικανική πολεμική βιομηχανία και αναγνώριση των τουρκικών απαιτήσεων / συμφερόντων στην περιοχή, δηλαδή στο Αιγαίο, την ανατολική Μεσόγειο, τη Συρία. Πάνω απ’ όλα αυτό που απαιτεί ο Ερντογάν και είναι αδύνατο να του δώσει η Ουάσιγκτον, είναι η αναγνώριση της αυτονομίας του…

Μας αγάπησαν οι Αμερικανοί

Κάπως έτσι, μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, δεν είναι περίεργος ο ξαφνικός «έρωτας» των Αμερικανών προς την Ελλάδα. Οι ΗΠΑ, διαβλέποντας εγκαίρως τις προθέσεις Ερντογάν, έχουν ήδη φροντίσει να αναδιπλώσουν τις κρίσιμες στρατιωτικές τους επιλογές στο ελληνικό τους οικόπεδο.

Η Στρατηγική Συμφωνία αμυντικής συνεργασίας που σε γενικές γραμμές διαπραγματεύτηκε ο Τσίπρας και υπέγραψε ο Μητσοτάκης (η πρώτη συμφωνία που υπέγραψε) ως πρωθυπουργός προσφέρουν στους Αμερικανούς όλα όσα χρειάζονται για να «χωροφυλάττουν» την περιοχή, απ’ την ανατολική Μεσόγειο μέχρι την κεντρική Ευρώπη, στήνοντας βάσεις από την Κρήτη μέχρι την Αλεξανδρούπολη.

Τα δώρα των Αμερικανών στην ελληνική κυβέρνηση για αυτήν τη θεμελιώδη εξυπηρέτηση των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή είναι η μεροληψία τους (προς το παρόν) υπέρ των ελληνικών εξοπλιστικών προγραμμάτων.

Έτσι, η Ελλάδα εξοπλίζεται (πληρώνοντας) με την αναβάθμιση των υπαρχόντων αμερικανικών μαχητικών F-16 και τη μελλοντική προμήθεια F-35, την ίδια ώρα που η τουρκική πολεμική αεροπορία είναι υποχρεωμένη να αναζητήσει άλλες λύσεις (θα μπορούσε να προμηθευτεί αναβαθμισμένα F-16 από στενούς φίλους των Αμερικανών, όπως οι Βρετανοί) οι οποίες, ωστόσο, υπάρχουν…

Σε κάθε περίπτωση πάντως, το «παιχνίδι» στα ελληνοτουρκικά, το Αιγαίο και ευρύτερα στην ανατολική Μεσόγειο βρίσκεται σε σημείο καμπής. Οι ενεργειακές ανάγκες που προκύπτουν από το εμπάργκο στους ρωσικούς ενεργειακούς πόρους καθιστούν επείγουσες τις διαδικασίες των ερευνών και της εκμετάλλευσης των διαπιστωμένων ενεργειακών πόρων στην ανατολική Μεσόγειο αλλά και νότια της Κρήτης, όπου έχουν άμεση εμπλοκή αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες.

Τέτοιου είδους επείγουσες ανάγκες λειτουργούν καταλυτικά στην επίλυση διαφορών και διενέξεων είτε με το καλό (διαπραγματεύσεις) είτε με το άγριο (πόλεμοι, θερμά επεισόδια κ.λπ.). Αυτό το γνωρίζουν όλοι οι δρώντες στην περιοχή και ο καθένας κάνει τους λογαριασμούς του. Το ερώτημα, ωστόσο, που δημιουργεί ανησυχία έχει να κάνει με τον τρόπο που κάνει αυτούς τους λογαριασμούς ο Ερντογάν: Μέχρι ποιο σημείο είναι διατεθειμένος να ρισκάρει μια θερμή αντιπαράθεση με την Ελλάδα στην περίπτωση που δεν του βγαίνουν τα «κουκιά» στην κάλπη;