Φοροκουβέντα στο δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών. Φοροκουβέντα με τον κιτρινισμό να τρυπάει το ταβάνι. Το αστικό μιντιακό σύστημα στηρίζει τον Μητσοτάκη. Να πάρει οπωσδήποτε την αυτοδυναμία (έστω και με κοινοβουλευτική δύναμη αντίστοιχη των 158 βουλευτών που είχε στη Βουλή του 2019), ώστε να μην ανοίξει κάποιος κύκλος απανωτών εκλογικών αναμετρήσεων, που ποτέ δεν είναι ευχάριστες, ακόμα κι αν δεν εγκυμονούν κάποιο κίνδυνο για το σύστημα.

Ο Μητσοτάκης παίζει το χαρτί του φόβου: άμα βγουν οι άλλοι, θα σας ταράξουν στη φορολογία! Σε ποιους απευθύνεται; Στην περιβόητη «μεσαία τάξη», που έχει το σχήμα τσιχλόφουσκας. Μαζεύεται και απλώνει, ανάλογα με τα κέφια (ή τη θολούρα ή την ανικανότητα) αυτουνού ή αυτηνής που μιλάει. Από τα 5.000 ευρώ το χρόνο της κυρίας Θεανώς, πρώην υπουργού Γεμιστών και Λοιπών Εδεσμάτων της κυβέρνησης των Τσιπροκαμμένων, μέχρι τα 50.000 ευρώ το χρόνο της κυρίας Χρονοπούλου, που σκόνταψε και έσπασε τα μούτρα της προτού ακόμα χριστεί στέλεχος πρώτης γραμμής του ανδρουλακικού ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ.

Από πού προέκυψε όλη αυτή η κουβέντα; Παγιδευμένοι (θα δούμε γιατί) στη φάκα «πού θα βρείτε τα λεφτά;» και «ελάτε να κοστολογήσουμε τα προγράμματά μας», που έστησε το επιτελείο του Μητσοτάκη, οι άλλοι προσπαθούν να δείξουν ότι τα προγράμματά τους είναι «βιώσιμα» (ως προς τις απαιτήσεις της μνημονιακής πολιτικής) και ταυτόχρονα «αναδιανεμητικά» και «φιλολαϊκά». Προσπαθούν να φτιάξουν… λαδόνερα, αλλά μόλις σταματά να δουλεύει το μίξερ, λάδι και νερό χωρίζονται πάλι. 

Κάπως έτσι πέταξε ο Κατρούγκαλος (πού χάθηκε αυτή η ψυχή με την περήφανη ποσέτ στο αριστερό στήθος;) τα περί επαναφοράς των ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών στο 20% του εισοδήματος. Κάπως έτσι πέταξε ο «θριαμβευτής του Κιλκίς» Παραστατίδης τα περί αύξησης του ΕΝΦΙΑ για τη μεγάλη περιουσία, χωρίς να την προσδιορίζει, και ο Δουδωνής (ο «σοβαρός τεχνοκράτης» του ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ) τα περί κλιμακωτής φορολόγησης των μερισμάτων. 

Τα υπόλοιπα τα ανέλαβαν οι κιτρινιάρηδες της «ανεξάρτητης δημοσιογραφίας». Ο Παραστατίδης μίλησε για αύξηση της φορολόγησης στη μεγάλη ακίνητη περιουσία, όμως αυτοί απέκοψαν μόνο το «αύξηση του ΕΝΦΙΑ», που ακούγεται γενικά τρομοκρατικό. Ο Δουδωνής μίλησε για κλιμακωτή αύξηση του φόρου στα μερίσματα (για το τμήμα άνω των 100.000 ευρώ), όμως αυτοί απέκοψαν μόνο το «αύξηση του φόρου στα μερίσματα». 

Το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ μίλησε για μονταζιέρα, αλλά όταν η μονταζιέρα κάνει όλο το παιχνίδι της «ενημέρωσης», δεν μπορείς να περιμένεις απ’ αυτήν (τη μονταζιέρα) να καταγγείλει τον εαυτό της. Εχεις ήδη γίνεις σκλάβος της, αφού μέσω αυτής προσπαθείς να παρουσιάσεις τις απόψεις σου.

Επί τη ευκαιρία, να ρωτήσουμε: «μεσαία τάξη» είναι ένας βιοτέχνης που αφού έχει κάνει του κόσμου τις κομπίνες, αφού έχει περάσει στα έξοδα της επιχείρησης ακόμα και τα σώβρακα που αγόρασε (γλιτώνοντας τον ΦΠΑ και προσθέτοντας ψευδείς δαπάνες), έκοψε και ένα μέρισμα 8.500 ευρώ το μήνα στον εαυτό του; Το πραγματικό μηνιαίο εισόδημα αυτού του τύπου είναι τουλάχιστον διπλάσιο.

Μετά τον πρώτο ντόρο, οι επόμενες (συμπτωματικά ήταν γυναίκες) προσπάθησαν να φυλαχτούν. Από τη Χρονοπούλου ζήτησαν να κατονομάσει επιχειρήσεις που θα τους φορολογήσουν τα μερίσματα κι αυτή απάντησε με ύφος… σιδηράς κυρίας: «Γιατί να σας πω; Δεν θα σας πω»! Η Τσαπανίδου, με αντίστοιχο ύφος μιλούσε για φορολόγηση των υπερκερδών, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το θέμα το παίζει στα δάχτυλα (ενώ είναι παντελώς άσχετη). Ζήτησαν και απ’ αυτήν να κατονομάσει επιχειρήσεις και απάντησε… αφοπλιστικά: «Αυτές που έχουν υπερέσοδα, τι θέλετε να γίνω, ΑΑΔΕ;»! Οταν έφυγε από το τηλεοπτικό στούντιο του ΣΚΑΪ, όπου την είχαν βάλει στη μέση Οικονόμου, Παυλόπουλος και Σκέρτσος και έπαιζαν… μπιζ, της είπαν να πει (κι αυτή είπε) ότι αναφερόταν στις επιχειρήσεις της ενέργειας! Εγινε κατόπιν εορτής… ΑΑΔΕ. Για να έρθει μετά ο επίσης συριζαίος Γιαννούλης, να ακολουθήσει την προτροπή «βάλτε τώρα που γυρίζει» και να προσθέσει στις επιχειρήσεις που έχουν «υπερέσοδα» τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ και τα logistics.

Ο ίδιος ο Μητσοτάκης στήνει την προεκλογική του προπαγάνδα πάνω σ’ αυτή τη διαστρεβλωμένη από τον κιτρινισμό φοροσυζήτηση. Μιλάει πλέον και για «μαρτυριάρηδες» του ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ, ταυτίζει το πρόγραμμά του με αυτό του ΣΥΡΙΖΑ και πετάει κρύα καλαμπουράκια του τύπου «ο Τσίπρας δεν έρχεται με φόρα αλλά με φόρους».

Οι κιτρινιάρηδες «εξηγούν» πως μερισματούχοι δεν είναι πια μόνο οι μέτοχοι των ΑΕ, των μεγάλων επιχειρήσεων, αλλά και «μικρομεσαίοι» που έχουν στήσει ΙΚΕ. Οι «μικροί», βέβαια, δεν παίζουν σ’ αυτό το ταμπλό, παίζουν όμως, οι «μεσαίοι» που απλώνονται σ’ ένα χώρο μικροαστών και μεσοαστών. 

Αυτός ο χώρος, περισσότερο πολυπληθής στην Ελλάδα του μέσου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης σε σχέση με τις χώρες του ανεπτυγμένου, του μονοπωλιακού καπιταλισμού, μπορεί επιπλέον να επηρεάσει και τμήμα της εργατικής τάξης. Εργάτες που απασχολούν, πολλοί από τους οποίους ανήκουν στο ευρύτερο συγγενικό και φιλικό περιβάλλον των καπιταλιστών. Και πάλι, όμως, δεν είναι πλειοψηφικός στη χώρα.

Σίγουρα δεν είναι πλειοψηφικός, είναι όμως ο χώρος με την κατεξοχήν οπορτουνιστική εκλογική συμπεριφορά. Είναι ο χώρος που έχει χαρακτηριστεί παλαιόθεν ως ΟΦΑ (Οπου Φυσάει ο Ανεμος) και μετακινείται από εκλογές σε εκλογές ανάλογα με τη συγκυρία, ανάλογα με το πώς αισθάνεται ότι θα εξυπηρετηθούν καλύτερα τα ατομικά, ιδιοτελή συμφέροντά του, επιλέγοντας πότε τον σοσιαλδημοκρατικό και πότε τον συντηρητικό πόλο του αστικού πολιτικού συστήματος εξουσίας.

Στις 21 Μάη αυτός ο κοινωνικός χώρος ψήφισε πλειοψηφικά Μητσοτάκη και ΝΔ. Κι όχι μόνον αυτό, αλλά η μειοψηφία του μοιράστηκε ανάμεσα στους δυο σοσιαλδημοκρατικούς σχηματισμούς, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ. Ο Μητσοτάκης θέλει να κρατήσει αυτόν τον κοινωνικό χώρο και στις εκλογές της 25ης Ιούνη. Κι επειδή το επιτελείο του αντιλαμβάνεται πως κάποιοι ψηφοφόροι αυτού του φυράματος μπορεί να «φύγουν», πηγαίνοντας όχι στον καθημαγμένο ΣΥΡΙΖΑ αλλά στο «αισιόδοξο» ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ, χτυπάει σ’ αυτή την προεκλογική περίοδο-εξπρές περισσότερο το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ παρά τον ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο να αποδείξει ότι «είναι ίδιοι».

Γιατί, όμως, συριζαίοι και πασοκιναλίτες δεν μπορούν να αμυνθούν ακόμα κι απέναντι στον κιτρινισμό; Δεν τους φταίει μόνο η επιλογή των αστικών Συγκροτημάτων να στηρίξουν ΝΔ και Μητσοτάκη. Τους φταίει ότι κινούνται στο ίδιο έδαφος με τη ΝΔ και προσπαθούν συνεχώς να το κρύψουν.

Είναι το έδαφος της μετα-μνημονιακής επιτροπείας, που και τα τρία κόμματα έχουν προσυπογράψει. Οι ιμπεριαλιστές δανειστές έχουν βάλει το πλαίσιο (μέχρι το 2060 κρατούν οι όροι) και σύμπαντα τα αστικά κόμματα εξουσίας το έχουν αποδεχτεί. Εχουμε πολλές φορές εξηγήσει (από τότε που άρχισε η μνημονιακή περίοδος, όταν όλοι μιλούσαν για «κρίση χρέους», καταπίνοντας την παπάρα που τους σέρβιραν οι ιδεολόγοι του συστήματος), ότι το χρέος δεν είναι μόνο μηχανισμός αφαίμαξης των αξιών που παράγονται στην Ελλάδα, αλλά και μηχανισμός επιβολής ενός σκληρού ταξικού καθεστώτος. Κινεζοποίηση είχαμε ονομάσει αυτή τη διαδικασία.

Η κινεζοποίηση έχει ολοκληρωθεί. Στόχος του συστήματος είναι η διατήρησή της. Ολο αυτό το ονομάζουν «μη οπισθοδρόμηση από τις μεταρρυθμίσεις»! Και το έχουν αποδεχτεί όλα τα αστικά κόμματα εξουσίας. Γι’ αυτό και ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ προσπαθούν με αγωνία να αποδείξουν ότι σέβονται απόλυτα τις «διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας» (τα Μνημόνια και το μετα-Μνημόνιο, δηλαδή) και τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ. Δεν ακούς πια για «νταούλια και λύρες» που θα παίζουν στην Ελλάδα και θα χορεύουν ο Σολτς και ο Μακρόν, η Λαγκάρντ και η Φον ντερ Λάιεν.

Το αποτέλεσμα είναι να θυμίζουν πρωτάρη σχοινοβάτη που ανεβαίνει στο σχοινί χωρίς δίχτυ από κάτω. Πέφτουν και τσακίζονται. Προσπαθούν ν’ αποδείξουν ότι αυτοί θα ακολουθήσουν πολιτική «περισσότερο δίκαιη κοινωνικά». Κι αντί να μείνουν στις αερολογίες, μπαίνουν στην κουβέντα με τα ξεφτέρια των αστικών ΜΜΕ και τους εκπρόσωπους της ΝΔ και σπάνε τα μούτρα τους. Το αποτέλεσμα είναι, οι ΟΦΑ ψηφοφόροι να καταφεύγουν κάτω από τις προστατευτικές φτερούγες του «ορίτζιναλ» νεοφιλελευθερισμού, θεωρώντας ανασφαλείς τις φτερούγες του «ιμιτασιόν».

Η στρατηγική του φόβου που προωθεί ο Μητσοτάκης οικοδομείται πάνω στη βάση της καπιταλιστικής «ανάπτυξης». Θα χάσουμε επενδύσεις είναι η σταθερή επωδός των κυβερνητικών στελεχών, όταν συριζαίοι και πασοκιναλίτες προσπαθούν να ψελλίσουν κάτι περί φορολογίας στους «πλούσιους».

Οι μικροαστοί, αυτοί που δεν καταστράφηκαν-προλεταριοποιήθηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας των Μνημονίων, είναι λογικό να τρέχουν να κρυφτούν κάτω από τις προστατευτικές φτερούγες της καπιταλιστικής «κανονικότητας», που επαγγέλλεται ο Μητσοτάκης. Οι εργάτες, όμως;

Το μεγαλύτερο λάθος είναι να θεωρεί κανείς ότι η εργατική τάξη, στο βαθμό που ψήφισε ΝΔ και Μητσοτάκη, αποδέχεται την ακολουθούμενη οικονομική και κοινωνική πολιτική. Αρκεί να αναφέρουμε μόνο την ακρίβεια της τελευταίας διετίας, που τσάκισε τις εργατικές οικογένειες. Τον μισθό που έφτανε μέχρι τις 25 του μήνα και τώρα φτάνει μέχρι τις 20. Τη σύνταξη του παππού και της γιαγιάς, που δε φτάνει για να τσοντάρει στις ανάγκες των παιδιών και των εγγονιών και που για πολλούς παρέμεινε στο ίδιο επίπεδο, καθώς την αύξηση που δόθηκε (όπως προβλεπόταν από τα Μνημόνια) την κατάπιε η «μαύρη τρύπα» της «προσωπικής διαφοράς».

Στα πρώτα σχόλιά μας για το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μάη σημειώναμε:

Η διάψευση των εκλογικών αυταπατών για «λύσεις μέσω κυβερνητικής αλλαγής», αυταπατών που με διαβαθμίσεις και σκαμπανεβάσματα κυριαρχούσαν από το 2012, οδήγησε στην ολοκλήρωση της συντηρητικής στροφής από το 2019 μέχρι σήμερα.

Ποιο είναι το κοινό σημείο των δύο αυτών περιόδων; Η κοινωνική άπνοια που επικράτησε μετά την ήττα των (εξαρχής υπονομευμένων) αντιμνημονιακών αγώνων της περιόδου 2010-2012.

Το 2015, μια εργατική τάξη απογοητευμένη από τις απανωτές ήττες, ηττημένη από τον blitz krieg των δυνάμεων του κεφαλαίου, καθηλωμένη από το «σοκ και δέος» των Μνημονίων και των εφαρμοστικών τους πολυνόμων, χωρίς κουράγιο για αντίσταση, εναπόθεσε τις ελπίδες της στον ΣΥΡΙΖΑ. Διαψεύστηκε οικτρά.

Το 2023, τίποτα δεν έχει αλλάξει επί της ουσίας στο εργατικό και γενικότερα στο κοινωνικό κίνημα. Ηττοπάθεια και καθήλωση. Κάποιες αναλαμπές ήταν απλώς αναλαμπές, χωρίς βάθος και χωρίς προοπτική. Μπορεί τα γνωστά «αριστερά επιτελεία» να τις βάφτιζαν «ταξική αφύπνιση», «ταξική αντεπίθεση» και άλλα τέτοια ηχηρά, όμως αυτό εντασσόταν στη γνωστή τακτική μιας κοντόφθαλμης εργαλειοποίησης.

H μεγάλη εικόνα, λοιπόν, δεν επιτρέπει πανηγύρια. Η μεγάλη εικόνα δείχνει τη συντηρητική στροφή του εκλογικού σώματος, αποτέλεσμα της διάψευσης των προσδοκιών για αλλαγή μέσω των εκλογών τα προηγούμενα χρόνια, πάνω στο ίδιο φόντο της κοινωνικής άπνοιας.

Ο Μητσοτάκης, όταν εξασφαλίσει την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές, με το μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, θα θεωρήσει το εκλογικό αποτέλεσμα σαν λευκή επιταγή. Κι επειδή τα πράγματα τα επόμενα χρόνια θα γίνουν πιο… στριμόκωλα για την εργαζόμενη κοινωνική πλειοψηφία, με σκληρότερη λιτότητα, ο πέλεκυς θα πέσει πιο βαρύς.

Συμπέρασμα; Η ψήφος δεν άλλαξε τίποτα, για μια ακόμα φορά. Αντίθετα, κατέστησε πιο σαφή, πιο ευδιάκριτη την αχρηστία της. Ολα θα κριθούν «στο δρόμο». Εκεί που οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί δεν παίζουν κανένα ρόλο. Η εργατική τάξη, η εργαζόμενη κοινωνία γενικότερα, η νεολαία, ή θα αναμετρηθούν με την αστική τάξη, το κράτος της και το πολιτικό της προσωπικό διεκδικώντας τα δικαιώματά τους ή θα τα δουν να συρρικνώνονται.

Κι ακόμα:

Θα ήταν παράλογο να υποστηρίξει κανείς πως η εκλογική νίκη της ΝΔ και του Μητσοτάκη αποτελούν δικαίωση της πολιτικής τους. Εκτός αν δεχτούμε ότι το θανατικό της πανδημίας και το νέο κύμα φτωχοποίησης χαροποίησαν τον ελληνικό λαό που έπαθε γενική παράκρουση. Τότε τι συνέβη;

Κυριάρχησε ο φόβος για τα χειρότερα. Και δεν υπάρχει χειρότερη μορφή συντηρητικοποίησης από την κυριαρχία του φόβου. Ποιος εκπροσωπούσε το φόβο για τα χειρότερα; Ο ΣΥΡΙΖΑ, φυσικά. Γι’ αυτό και υπέστη συντριβή, χάνοντας ψήφους και από τ’ αριστερά και από τα δεξιά. Κυρίως από τα δεξιά.

Δηλαδή, η ΝΔ θα διαχειριστεί καλύτερα την κατάσταση σε σχέση με το τι θα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ; Οχι, βέβαια. Οι ψηφοφόροι, όμως, απογοητευμένοι, καθηλωμένοι, χωρίς καμιά εμπιστοσύνη στη δύναμη του αγώνα, έδωσαν τόσο ισχυρή πλειοψηφία σ’ αυτό που θεωρούν ότι το «ξέρουν», φοβούμενοι το «άγνωστο» που στα μάτια τους φαινόταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Κι επειδή έκριναν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τους κορόιδευε μέσα στα μούτρα τους, εκτός από τη ΝΔ ενίσχυσαν το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ, τον Περισσό και μικρότερα σχήματα.

Επαναλαμβάνουμε ότι ο φόβος, που καταλήγει στην αναζήτηση προστασίας κάτω από τις φτερούγες ενός αποδεδειγμένα αντιλαϊκού κόμματος, είναι η χειρότερη μορφή συντηρητικοποίησης. Αυτή η εκλογική συμπεριφορά είναι αντανάκλαση της κοινωνικής άπνοιας που κυριαρχεί εδώ και αρκετά χρόνια και ταυτόχρονα θα βαρύνει αρνητικά πάνω στο εργατικό και γενικότερα το κοινωνικό κίνημα το αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα.

Όσοι και όσες έχουν πέσει «στα πατώματα» και θρηνούν, εκτοξεύοντας κατηγορίες για την εκλογική συμπεριφορά του λαού, θα πρέπει να θυμούνται ότι… δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε λαό. Δεν είναι η πρώτη φορά που η εκλογική συμπεριφορά ενός λαού (με τη μορφή ενός σώματος ψηφοφόρων) είναι τέτοια. Η κοινωνική συμπεριφορά δεν αλλάζει ούτε με τις ελιτίστικες «κατάρες» ούτε με «αγωνιστικές εκκλήσεις» εκτός τόπου και χρόνου (ναι διαβάσαμε και τέτοιες).

Χρέος της πρωτοπορίας είναι να φωτίζει την αλήθεια κάνοντας ολόπλευρη πολιτική ζύμωση, να «μπολιάζει» μ’ αυτή τις συνειδήσεις των ανθρώπων της δουλειάς και των νέων και να οικοδομεί έναν ταξικό-επαναστατικό πολιτικό πόλο, ώστε να μπορέσει να παίξει το ρόλο της ως πρωτοπορία σε κάθε φάση. Και στη φάση της συντηρητικής οπισθοδρόμησης και στη φάση της νέας αγωνιστικής αφύπνισης.