Στην Ελλάδα το πέταγμα του χαρταετού είναι ταυτισμένο με την Καθαρά Δευτέρα. Η ιστορία του όμως ξεκινά από την αρχαιότητα, ενώ έχει χρησιμοποιηθεί για στρατιωτικούς και επιστημονικούς σκοπούς.
FacebookTwitterLinkedInMessengerViberWhatsAppΑνταλλαγή
Το πέταγμα του αετού ή χαρταετού είναι στην Ελλάδα ταυτισμένο με την Καθαρά Δευτέρα και συνδυάζεται με το άλλο έθιμο της ημέρας, την έξοδο των κατοίκων των αστικών κέντρων προς την ύπαιθρο για τον εορτασμό της πρώτης ημέρας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (Κούλουμα).
Ως παιχνίδι αναψυχής (γιατί χρησιμοποιήθηκε και ως επιστημονικό και στρατιωτικό εργαλείο) ξεκίνησε στους νεότερους χρόνους περί τον 17ο αιώνα από τη Γαλλία και από εκεί διαδόθηκε στην Ευρώπη και την Αμερική. Από τους Γάλλους που διέμεναν στη Σμύρνη διαδόθηκε στα ελληνόπουλα της περιοχής, της Κωνσταντινούπολης και της Χίου και μετά στη Σύρο, την Πάτρα και τα Επτάνησα και από τα αστικά κέντρα στην ύπαιθρο.
Ένας τυπικός αετός (χαρταετός) αποτελείται από ένα ξύλινο ελαφρό πλαίσιο ποικίλου σχήματος (συνηθέστατα πολυγωνικός ή ρομβοειδής) και είναι καλυμμένος με χαρτί ή πλαστικό ή ύφασμα. Πάνω του έχει διάφορες ζωγραφιές ή παραστάσεις, ανάλογα με τις προτιμήσεις του χειριστή του.
Εδώ και κάμποσα χρόνια κυριαρχούν οι χαρταετοί με τα εμβλήματα των ποδοσφαιρικών ομάδων. Ο σκελετός από τη μία πλευρά φέρει ουρά και από την άλλη προσδένεται ένας σπάγγος, τον οποίο κρατά ο χειριστής του με το χέρι ή τον τυλίγει γύρω από ένα καρούλι.
Το «λεξικό» του χαρταετού
Η ονομασία του αετού ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή. Στη Σμύρνη λεγόταν «τσερκένι», στην Κωνσταντινούπολη «ουτσαρμάς», στον Πόντο «πουλί», στα Επτάνησα «φύσουνας», σε άλλα μέρη «πετάσι», «πεταχτό», «στεφανωτό», «μύλος», «ψαλίδα», «βαρελάκι» και «σμυρνιός» ή «σμυρνάκι».
Το πέταγμα του αετού έχει τη δική του φρασεολογία: «αμολάω τον αετό»,
«αμολάω ή μαζεύω καλούμπα» (τον υψώνω ή των κατεβάζω τυλίγοντας τον σπάγγο), «κάνω ή βαστώ κεφάλι» (κρατώ τον αετό σε όρθια θέση και αφήνοντας τον στην πρώτη ευνοϊκή πνοή του ανέμου και βοηθώ αυτόν που θα τον ανυψώσει), «κάνει κοιλιά» (καμπυλώνεται ο σπάγγος από ασθενή άνεμο), «κάνω φανέστρα», «τον φέρνω καπάκι» (καταρρίπτω με τον αετό μου έναν άλλο), «τον ξουρίζω (όταν έχω στον σπάγγο του αετού μου δεμένο ένα ξυραφάκι και κόβω το σχοινί του αντιπάλου).
Αρχαία παράδοση
Σύμφωνα με μία παράδοση, τον αετό εφηύρε τον 4ο π.Χ. αιώνα ο έλληνας μηχανικός (και πολλά άλλα) Αρχύτας ο Ταραντίνος. Στην πραγματικότητα όμως ήταν γνωστός στους ασιατικούς λαούς της Άπω Ανατολής και τους Μαορί της Νέας Ζηλανδίας προ αμνημονεύτων χρόνων.
Κινέζοι, Κορεάτες και Γιαπωνέζοι όχι μόνο διασκέδαζαν με το πέταγμα του αετού, αλλά πίστευαν ότι όταν αυτοί πετούν πάνω από ένα σπίτι τη νύχτα έχουν τη δύναμη να διώχνουν τα κακά πνεύματα.
Ο χαρταετός ως στρατιωτικό και επιστημονικό εργαλείο
Εκτός από την ψυχαγωγική τους διάσταση, οι αετοί χρησιμοποιήθηκαν για στρατιωτικούς και επιστημονικούς σκοπούς. Μία παράδοση αναφέρει ότι ένας κορεάτης στρατηγός κρέμασε κάποτε σ’ έναν αετό ένα φανάρι ως σύμβολο νίκης για να εμψυχώσει τους στρατιώτες του, οι οποίοι το θεώρησαν θεϊκό σημάδι.
Στο περίφημο πείραμά του, στις 10 Ιουνίου 1752, ο Βενιαμίν Φραγκλίνος κρέμασε ένα μεταλλικό κλειδί από τον σπάγκο ενός χαρταετού και με την έλξη των ηλεκτρικών φορτίων του αέρα κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας απέδειξε την ηλεκτρική φύση της αστραπής. Μέχρι την ανακάλυψη του αερόστατου και του αεροπλάνου, οι αετοί χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση μετεωρολογικών παρατηρήσεων.
Πρόδρομος του αεροπλάνου
Πριν από την ανακάλυψη του αεροπλάνου έγιναν πειράματα, στο πλαίσιο των στρατιωτικών επιχειρήσεων, να ανυψωθούν άνθρωποι στον αέρα με τη βοήθεια ειδικής κατασκευής αετών, ώστε να αποκτήσουν τα στρατεύματα μια ευρύτερη εποπτεία του πεδίου της μάχης.
Τα δύο πρώτα πειράματα έγιναν στην Αγγλία το 1894 και στις ΗΠΑ το 1897, κατά τα οποία επιτεύχθηκε ανύψωση ανθρώπου ως 30 μέτρα. To 1909 ο γάλλος Σακονέ τελειοποίησε το σύστημα ανύψωσης παρατηρητών με αετό, ώστε κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο να γίνει ευρεία χρήση του σε ύψη μέχρι 400 μέτρα και με διάρκεια πτήσης έως 14 ώρες.
Πηγή: https://www.sansimera.gr