Kάτι ήξερε ο Μητσοτάκης, όταν παρουσιάζοντας στη Βουλή τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του έκανε ξανά έκκληση για ενότητα του αστικού πολιτικού κόσμου στο ζήτημα του εγκλήματος με τα εκατοντάδες θύματα ανοιχτά της Πύλου. Είπε συγκεκριμένα: «Και θα εξακολουθούμε να ενισχύουμε το Λιμενικό μας με μέσα και με ανθρώπινους πόρους, έτσι ώστε να μπορεί να κάνει τη δύσκολη δουλειά που του έχουμε αναθέσει: να προστατεύει τα σύνορά μας, σώζοντας ταυτόχρονα ανθρώπινες ζωές στη θάλασσα, όπως το έκανε όλο το τελευταίο διάστημα και ελπίζω και εύχομαι ότι τουλάχιστον στο ζήτημα αυτό, σε αυτή την Αίθουσα, να είμαστε ομονοούντες και να μην υιοθετούμε εύκολα την προπαγάνδα  που κάποιοι άλλοι θέλουν να διακινούν εις βάρος του Λιμενικού, των ανδρών και των γυναικών της Ελληνικής Ακτοφυλακής».

Το Λιμενικό είναι αστυνομικό σώμα. Καθήκον του είναι να διαφυλάσσει την τάξη και να διώκει την παράνομη δράση στο χώρο ευθύνης του, όχι να προστατεύει τα σύνορα. Αυτό είναι καθήκον του Πολεμικού Ναυτικού. Και μόνο αυτή η διαστροφή των εννοιών αποτελεί ομολογία ενοχής για την εγκληματική δράση του Λιμενικού στη θάλασσα, όπου βαφτίζονται εισβολείς οι άοπλοι πρόσφυγες. Και δένει απόλυτα (αυτή η διαστροφή των εννοιών) με την έκκληση του Μητσοτάκη προς τον υπόλοιπο αστικό πολιτικό κόσμο να κουκουλώνουν όλοι μαζί και τα πιο ειδεχθή εγκλήματα όπως αυτό ανοιχτά της Πύλου.

Ο Μητσοτάκης δεν ανησυχεί για τα όργανα της ΕΕ (μεταξύ κατεργαραίων ειλικρίνεια), αλλά για τον διεθνή Τύπο που φέρνει συνεχώς στο φως νέα στοιχεία και συντηρεί το θέμα στην επικαιρότητα.

Το Ευρωκοινοβούλιο, το πιο «χαλαρό» από τα όργανα της ΕΕ, συγκεκριμένα η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών (LIBE), έστειλε στις 19-20 Ιούνη, ελάχιστες μέρες πριν από τις ελληνικές εκλογές, μια αντιπροσωπεία να κάνει βίζιτα στη Frontex στα γραφεία της στη Βαρσοβία. Στην επιτροπή συμμετείχαν μια γερμανίδα σοσιαλδημοκράτισσα ως επικεφαλής μια αυστριακή σοσιαλδημοκράτισσα και ένας γερμανός πράσινος.

Η αντιπροσωπεία έγινε δεκτή από τον αρχηγό της Frontex Χανς Λέιτενς και ανώτερους υπάλληλους και η συζήτηση «επικεντρώθηκε στην επιχειρησιακή κατάσταση και την ικανότητα ανταπόκρισης του Frontex, την σύσταση του μόνιμου σώματος, τις ανησυχίες σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις δυσκολίες σε επίπεδος διοίκησης και δημοσιονομικής διαχείρισης». Οι ευρωβουλευτές είχαν και γεύμα εργασίας με τον πρόεδρο του Συμβουλευτικού Φόρουμ Λούκα Κούρσι, «κατά τη διάρκεια του οποίου συζητήθηκε η απάντηση του Frontex στις ανησυχίες του Οργανισμού για τα θεμελιώδη δικαιώματα σε διάφορα σημεία εντός της αρμοδιότητας του Οργανισμού Συνοριοφυλακής της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του πρόσφατου δραματικού ναυαγίου στην Ελλάδα».

Μετά τη διήμερη βίζιτα, η επικεφαλής της αντιπροσωπίας Λένα Ντιπόντ δήλωσε: «Η επίσκεψη εργασίας μας στον Frontex μας επέτρεψε να κατανοήσουμε καλύτερα την πολλαπλή μετάβαση που διέρχεται επί του παρόντος ο οργανισμός. Εστιάσαμε ιδιαίτερα στην εφαρμογή των συστάσεων που έχει απευθύνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και στον ρόλο που διαδραματίζει ο Frontex στη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων και στην παροχή βοήθειας σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης εντός του νομικού πλαισίου στο οποίο στηρίζονται οι εν λόγω δραστηριότητες.

Είχαμε επίσης μια ειλικρινή και ανοιχτή συζήτηση για τα πρόσφατα γεγονότα στη Μεσόγειο που οδήγησαν στον τραγικό θάνατο περισσότερων από 500 ανθρώπων. Εκτιμούμε την κοινή βούληση, την οποία μοιράζεται προορατικά η διοίκηση, να ρίξει φως σε αυτά τα γεγονότα και τις ευθύνες που οδήγησαν σε αυτή την πολλοστή τραγωδία. Μαζί με τη νέα διαχείριση θέλουμε ο Frontex να συνεχίσει την πορεία του προς μια αποτελεσματική διαχείριση των συνόρων, να είναι διαφανής και να τηρεί τα πρότυπα θεμελιωδών δικαιωμάτων στις δραστηριότητές του και στα κοινά ευρωπαϊκά σύνορά μας. Αυτή τη συνεχιζόμενη διαδικασία θέλουμε να διασφαλίσουμε μέσω ενός συνεχούς και εποικοδομητικού διαλόγου μεταξύ του Οργανισμού και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

Το άλλο με τον Τοτό το ξέρετε; Μέσα σ’ ένα κλίμα υποκρισίας διαβεβαίωσαν αλλήλους ότι πάνω απ’ όλα έχουν την ανθρώπινη ζωή και χώρισαν σαν καλοί φίλοι. Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση που έχει και την ευθύνη να κουκουλώσει το έγκλημα, αφού το ελληνικό κράτος το διέπραξε. Τα περί «ανεξάρτητης έρευνας», που ακούστηκαν κάποια στιγμή στην αρχή, αποσύρθηκαν με το γνωστό ευρωπαϊκό στιλ. Αν δεν υπήρχαν και κάποια δημοσιεύματα, ουδείς θ’ ασχολούταν πλέον με τον πνιγμό τόσων εκατοντάδων ανθρώπων.

Για παράδειγμα, οι New York Times, που δεν τους λες και… επαναστατικό έντυπο, έγραψαν: «Ολοι ήξεραν ότι το πλοίο με τους μετανάστες ήταν καταδικασμένο. Κανείς δεν βοήθησε». Κάτι παρόμοιο είχε πει και ο Λέιτενς της Frontex: «Προτείναμε δυο φορές να στείλουμε ένα από τα δικά μας drones παρακολούθησης, προσφέραμε βοήθεια, αλλά δεν υπήρξε καμιά απάντηση από τις ελληνικές Αρχές». 

Η Washington Post δημοσίευσε και οπτικό υλικό από την Πύλο, από τις κάμερες του αεροπλάνου ναυτικής παρακολούθησης της Frontex. «Η Frontex δεν είναι ΜΚΟ, είναι επιχειρησιακή» ήταν η… τσεκουράτη απάντηση του Καιρίδη, που σχολίασε πως «το να διαρρέουν – διότι αυτά τα διαβάζω και εγώ στις διεθνείς εφημερίδες, όπως ο καθένας – είναι ένα ζήτημα».

Το πρόβλημα για τον Καιρίδη δεν είναι τα γεγονότα, αλλά η διαρροή στοιχείων γι’ αυτά, διότι «δημιουργείται ένα κλίμα» και «υπάρχουν οι πολιτικές δυνάμεις οι οποίες θα χτίσουν αφηγήματα πάνω σε όλα αυτά». Ο ακαδημαϊκός Καιρίδης ξεπέρασε τον… πεζοδρομιακό Μηταράκη: «Δεν θα καθορίζουν οι λαθρέμποροι ποιος θα μπαίνει στη χώρα»! Αρα, άμα είναι εκατοντάδες και προσπαθούν να μπουν στη χώρα, νομιμοποιούμαστε ακόμα και να τους πνίξουμε!

Στο μεταξύ, για να βουλώσουν στόματα, διατάχτηκε το Ναυτοδικείο Πειραιά να ξεκινήσει προκαταρκτική εξέταση για τυχόν ευθύνες του Λιμενικού. Το γεγονός ανήγγειλε περιχαρής στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών (LIBE) του Ευρωκοινοβούλιου η αρμόδια επίτροπος Ιλβα Γιόχανσον. Μα καλά, η διερεύνηση αυτών των ευθυνών δεν ανήκει στην αρμοδιότητα των δικαστικών αρχών της Καλαμάτας, που διενεργούν κύρια ανάκριση; Οχι, οι δικαστικές αρχές της Καλαμάτας διερευνούν ποινικές ευθύνες μόνο γι’ αυτούς που επιλέχτηκαν σαν διακινητές!

Το πόρισμα του Ναυτοδικείου ξέρουμε τι περιεχόμενο θα έχει. Μας το έχει προαναγγείλει ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Ετσι, η υπόθεση κόβεται σε φέτες. Το Λιμενικό «ανατίθεται» στο Ναυτοδικείο και οι επιλεγέντες σαν διακινητές στα δικαστήρια της Καλαμάτας. Στα οποία δικαστήρια δε θα φτάσει ποτέ το υλικό που θα αφορά τους αυτουργούς του εγκλήματος.

Τις συνθήκες και τον τρόπο διάπραξης του εγκλήματος περιγράψαμε αναλυτικά σε εκτενές άρθρο μας στις 21 Ioύνη, στο οποίο συγκεντρώσαμε όλο το υλικό που ήταν διαθέσιμο μέχρι τότε.

 

Σημειώναμε μεταξύ των άλλων:

Δεν επιστράτευσαν το εξειδικευμένο ναυαγοσωστικό σκάφος για τον απλούστατο λόγο ότι δεν ήθελαν να σώσουν τους πρόσφυγες μέσα στα όρια της ελληνικής περιοχής έρευνας και διάσωσης. Κι όταν είδαν ότι το αλιευτικό δεν είχε μηχανές για να μπει στην ιταλική περιοχή, έκαναν το τελευταίο βήμα και το βούλιαξαν. Οι διασωθέντες πρόσφυγες δεν είναι σε θέση να κάνουν ανάλυση και εκτίμηση προθέσεων. Ισως δεν μπορούν να διανοηθούν ότι ένα ευρωπαϊκό κράτος βύθισε ένα σκάφος και έπνιξε τόσες εκατοντάδες ψυχές. Από αυτούς κρατάμε μόνο τη μαρτυρία για τα πραγματικά περιστατικά και όχι τις κρίσεις.

Ας μην θεωρήσει κανείς ότι όλα έγιναν από λάθος. Ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί στο ΠΑΘ (πλοίο ανοιχτής θάλασσας) του Λιμενικού δεν είναι τίποτα σκιτζήδες. Εμπειροι ναυτικοί είναι, για να ξέρουν πως δεν μπορείς να δέσεις με έναν μόνο κάβο ένα ασταθές σαπιοκάραβο και να μπορέσεις να το ρυμουλκήσεις, ξεκινώντας μάλιστα με «πρόσω ολοταχώς» και ενώ βρίσκεσαι στην ανοιχτή θάλασσα και όχι κοντά σε ακτή. Ηξεραν ότι το σκάφος θα μπατάρει και δεδομένου του κόσμου που είχε στ’ αμπάρια του, θα τον έπαιρνε μαζί του στο βυθό. Αν υποθέσουμε ότι ήθελαν να το ρυμουλκήσουν προς τον ιταλικό χώρο ευθύνης (πράγμα που εμείς δεν το πιστεύουμε), θα είχαν φροντίσει να υπάρχει, αν όχι ναυαγοσωστικό, τουλάχιστον άλλα παραπλέοντα πλοία σε απόσταση το πολύ μισού μιλίου, ώστε να μαζέψουν τους ναυαγούς αν το πλοίο ανατρεπόταν. Θα είχαν φροντίσει (το ελάχιστο) να πετάξουν σωσίβια στους ανθρώπους που κινδύνευαν, αν και γι’ αυτούς που βρίσκονταν κάτω από το κατάστρωμα τα σωσίβια δεν είχαν καμιά αξία.

Και τα στελέχη του ΠΑΘ του Λιμενικού τα ήξεραν αυτά, και τα στελέχη που βρίσκονταν στο Θάλαμο Επιχειρήσεων, και ο υπουργός (σ.σ. ο υπηρεσιακός υπουργός, πρώην αρχηγός του Λιμενικού) και οι επιτελείς του. Προχώρησαν σ’ ένα μαζικό ναυτικό έγκλημα «με κρύο αίμα», γιατί αυτή είναι η γραμμή: «Δεν μας ενδιαφέρουν οι ζωές των προσφύγων, μας ενδιαφέρει να μην “παραβιαστούν” τα σύνορα».

Με εξίσου «κρύο αίμα» άρχισε η επιχείρηση συγκάλυψης. Πρώτα-πρώτα, πήραν τα κινητά από όλους τους διασωθέντες ναυαγούς και άρχισαν να τους τα επιστρέφουν μετά από δυο μέρες. Αφού στο μεταξύ τα ήλεγξαν και τα καθάρισαν από αποκαλυπτικά βίντεο. Οι πρόσφυγες πάντα τραβάνε βίντεο με τα κινητά στα ταξίδια τους με σκάφη και τα δημοσιεύουν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. 

Γράφαμε ακόμα στο ίδιο άρθρο: Σε ό,τι αφορά τους εννέα που συνέλαβαν και προφυλάκισαν ως διακινητές, δεν έχουμε πληροφορίες από τη δικογραφία. Ξέρουμε, όμως, από μαρτυρίες προσφύγων που έχουν φτάσει με σκάφη στην Ελλάδα, ότι οι διακινητές δεν ανεβαίνουν στα σκάφη διακίνησης, μη τυχόν και γίνει καμιά στραβή. Παίρνουν μερικούς από τους πρόσφυγες, τους δείχνουν μερικά πράγματα για το σκάφος και τους βαφτίζουν πλήρωμα, με αντάλλαγμα τη μεταφορά τους με λιγότερα χρήματα ή και τζάμπα.

Ερχεται τώρα το BBC και προσφέρει νέα στοιχεία, στηριζόμενο σε μαρτυρίες διασωθέντων. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του βρετανικού δικτύου, δύο επιζώντες του ναυαγίου περιέγραψαν πώς το Λιμενικό τους πίεσε να αναγνωρίσουν ως διακινητές εννέα Αιγύπτιους που επέβαιναν στο αλιευτικό «Adriana». Οι δύο διασωθέντες, ο Αχμαντ και ο Μουσάαντ, υποστηρίζουν ότι οι μετανάστες φιμώθηκαν και εκφοβίστηκαν από τις ελληνικές αρχές, αφότου υπονόησαν ότι το Λιμενικό μπορεί να ευθύνεται για την προσφυγική τραγωδία. Οι δύο άνδρες πέρασαν δύο ώρες στη θάλασσα μέχρι να τους μαζέψει το Λιμενικό. Μόλις βγήκαν στη στεριά,το Λιμενικό τους είπε να το βουλώσουν, όταν άρχισαν να μιλούν για το πώς οι ελληνικές αρχές προκάλεσαν τη βύθιση του πλοίου. 

«Οταν οι άνθρωποι απάντησαν λέγοντας ότι η ελληνική ακτοφυλακή ήταν η αιτία, ο αξιωματούχος που ήταν υπεύθυνος για την ανάκριση ζήτησε από τον διερμηνέα να πει στον ερωτώμενο να σταματήσει να μιλάει» δήλωσε στο BBC o Αχμαντ. Οπως είπε, είπαν στους διασωθέντες να είναι ευγνώμονες που δεν είχαν πεθάνει, ενώ κάποιος άνδρας του Λιμενικού φώναζε: «Δεν ξέρω τι να πω. Επιζήσατε από το θάνατο! Σταματήστε να μιλάτε για το περιστατικό! Μην κάνετε άλλες ερωτήσεις γι’ αυτό!».

«Αν υπήρχε ένα δίκαιο σύστημα, θα συμβάλλαμε σε αυτή την υπόθεση», λέει ο Αχμαντ. Ομως φοβούνται να μιλήσουν επώνυμα (με ψευδώνυμα μίλησαν στο BBC), φοβούμενοι μην κατηγορηθούν και αυτοί όπως οι εννέα Αιγύπτιοι. Οι δύο διασωθέντες είπαν στο BBC ότι το Λιμενικό έδωσε εντολή σε όλους τους επιζώντες να πουν ότι οι εννέα Αιγύπτιοι ήταν οι διακινητές. «Φυλακίστηκαν και κατηγορήθηκαν άδικα από τις ελληνικές αρχές σε μια προσπάθεια να καλύψουν το έγκλημά τους», είπε ο Μουσάαντ.

Στο BBC μίλησε και ο Φαρζίν Χαβάντ, βρετανός πολίτης που μιλάει φαρσί (περσικά) και ζει στην Καλαμάτα εδώ και 20 χρόνια. Εχει προσφέρει τις υπηρεσίες του ως διερμηνέας στις ελληνικές αρχές σε ναυάγιο που έγινε πέρσι (διασώθηκαν 32 άνθρωποι, 28 Αφγανοί και 4 Ιρανοί). Οπως λέει, οι Ιρανοί είχαν κατηγορηθεί ως διακινητές, χωρίς αυτό να προκύπτει από τα όσα είχαν δηλώσει οι διασωθέντες, που κατέθεσαν ότι ο οδηγός του σκάφους τούς είχε εγκαταλείψει και ότι προσπαθούσαν όλοι να χειριστούν τη βάρκα. Ο διερμηνέας μετέφερε στις λιμενικές αρχές όσα κατέθεσαν οι διασωθέντες, αλλά όταν είδε τις καταθέσεις διαπίστωσε πως η μαρτυρία των Αφγανών είχε αλλάξει και πως κατονόμαζαν τους Ιρανούς ως διακινητές! Οπως του είπαν οι Ιρανοί, κάποιοι από τους Αφγανούς είχαν πιεστεί από το Λιμενικό να τους κατονομάσουν ως τους διακινητές, με την απειλή ότι θα «κακοπεράσουν» και «θα τους επιστρέψουν στους Ταλιμπάν». Αν και το κατηγορητήριο τελικά κατέρρευσε, ο Χαβάντ δηλώνει ότι δεν ήταν πλέον πρόθυμος να βοηθήσει την ελληνική ακτοφυλακή.

Το BBC επικαλείται δικαστικά έγγραφα που δείχνουν σοβαρές αποκλίσεις μεταξύ των καταθέσεων επιζώντων στο Λιμενικό και αργότερα ενώπιον των δικαστικών αρχών. Επικαλούμενο και τις δηλώσεις του διερμηνέα για παλαιότερες υποθέσεις, γενικεύει: «Οι αποκαλύψεις εγείρουν νέα ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι ελληνικές αρχές χειρίζονται τέτοιες τραγωδίες». 

Τέλος, το BBC αναφέρει ότι ζήτησε από τις ελληνικές αρχές να σχολιάσουν όσα κατέγραψε το ρεπορτάζ του και δεν πήρε απάντηση και πως ζήτησε συνέντευξη από τον υπουργό Ναυτιλίας αλλά προς το παρόν δεν έχει πάρει απάντηση.