Η συζήτηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής για την κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ των υπουργείων Παιδείας Ελλάδας και Κύπρου «σχετικά με την αμοιβαία ακαδημαϊκή αναγνώριση πανεπιστημιακών τίτλων σπουδών Ανωτάτων και Ανωτέρων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και άλλων Εγκεκριμένων Ιδρυμάτων», που πρακτικά αποτελεί και την πρεμιέρα ακαδημαϊκής αναγνώρισης ιδιωτικών πανεπιστημίων αλλοδαπής από την Ελλάδααποκάλυψε την πραγματική ουσία αυτού του αντιδραστικού σχεδίου από πλευράς ΥΠΑΙΘΑ Ελλάδας, παρά τις προσπάθειες Πιερρακάκη να κουκουλωθούν οι ουσιαστικοί λόγοι που οδήγησαν σε αυτό.

Η επιλογή της Κύπρου γι’ αυτήν τη συμφωνία-πιλότο για την αναγνώριση των ιδιωτικών ΑΕΙ δεν έγινε τυχαία. Εγινε γιατί στα πανεπιστήμια της Κύπρου -δημόσια και ιδιωτικά- φοιτούν αυτήν τη στιγμή 18.000 έλληνες φοιτητές (με φυσική παρουσία περίπου οι μισοί και οι υπόλοιποι σπουδάζουν από απόσταση), όπως ανέφερε ο Πιερρακάκης. 

Αυτός ο σημαντικός αριθμός θα αποτελέσει κατά τους λυσσασμένους με την κατάργηση του άρθρου 16 Μητσοτάκη-Πιερρακάκη, και τη βάση πάνω στην οποία θα επενδύσουν ώστε να μειώσουν τις αντιδράσεις από την ελληνική εργαζόμενη κοινωνία στην αναγνώριση των ιδιωτικών μαγαζιών των εμπόρων της γνώσης. Αυτό επιδιώκουν και η Συμφωνία με την Κύπρο ευελπιστούν να λειτουργήσει ως ατμομηχανή.

Παρά την σπουδαιότητα αυτής της Συμφωνίας, τα ελληνικά αστικά κόμματα αποδείχτηκαν κατώτερα των περιστάσεων στην ανάδειξη της ουσίας κατά την συζήτηση στην Επιτροπή, επειδή ακριβώς είτε δεν διαφωνούν είτε δεν έχουν και ουσιαστική αντίθεση με την ίδρυση και λειτουργία στην Ελλάδα ιδιωτικών ΑΕΙ.

Τα φασιστικά ή κρυφοφασιστικά «Σπαρτιάτες», «Ελληνική λύση-Κ. Βελόπουλος» δεν είχαν κανένα πρόβλημα να ομολογήσουν ότι τάσσονται αναφανδόν υπέρ των ιδιωτικών ΑΕΙ (μάλιστα η ειδική αγορήτρια του Βελόπουλου είχε την αγωνία γιατί η Ελλάδα καθυστερεί και στην κύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας, που αποτελεί συνέχεια της Συνθήκης της Μπολόνια), ενώ η «Νίκη» δεν μπόρεσε να τοποθετηθεί, γιατί, λέει, περίμενε την θεματική της ομάδα της Παιδείας, που ακόμα συζητάει το σχέδιο νόμου για την κύρωση της Συμφωνίας.

Πιερρακάκης – Λυτρίβη

Ο υπουργός Παιδείας προσπάθησε να αποσυνδέσει τη Συμφωνία με την Κύπρο από αυτά που η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέλει να κάνει στη συνέχεια «στο πλαίσιο της λειτουργίας των μη κρατικών πανεπιστημίων» (σ.σ. ιδιωτικά δεν πρόκειται να τα πουν ποτέ γιατί χτυπάει άσχημα στ’ αυτιά) και απέδωσε τη Συμφωνία στην «τήρηση του Ενωσιακού Δικαίου στην Ελλάδα και την ερμηνεία του, η οποία, σύμφωνα με κορυφαίους συνταγματολόγους, όχι απλώς επιτρέπεται να ερμηνευθεί έτσι, αλλά το ρήμα είναι ‘’επιβάλλεται’’ να ερμηνευθεί έτσι».

Εκανε δε και αυτοκριτική επειδή οι ελληνικές κυβερνήσεις «στρουθοκαμηλίζουν» και δεν λύνουν οριστικά και πλήρως και το θέμα με τα κολλέγια, όπως έχει κάνει ήδη η …πρωτοπόρος Κύπρος (θυμίζουμε ότι πρώην κολλέγια στην Κύπρο μετεξελίχθησαν σε «πανεπιστήμια», που τώρα εντάσσονται στο Παράρτημα Ι της Συμφωνίας που η Ελλάδα αναγνωρίζει τα «πτυχία» που χορηγούν ως ακαδημαϊκώς ισότιμα). 

Κάλεσε επίσης τα πολιτικά κόμματα να «ανταλλάξουν με τους Κύπριους αδερφούς το αίσθημα ενότητας», που ο ίδιος διαπίστωσε στις κατ’ ιδίας συνομιλίες! Το αίσθημα αυτό έσπευσε να υποστηρίξει και ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων Χρήστος Κέλλας: «Κύριε Υπουργέ θα συμφωνήσω μαζί σας και μου έκανε τεράστια εντύπωση το γεγονός ότι όταν ήρθε η Κυπριακή Αντιπροσωπεία της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων, αγαπητοί συνάδελφοι για όσους δεν ήσασταν εκεί, όταν μιλήσαμε για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και πώς κατάφερε η Κύπρος να γίνει κέντρο εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν εντυπωσιακή η ομοφωνία όλων των κομμάτων και το ΑΚΕΛ (σ.σ. είναι το αδελφό κόμμα του ΚΚΕ) ήταν ομόφωνο και συμφωνούσε απόλυτα σε αυτά, τα οποία έγιναν για την ιδιωτική εκπαίδευση».

Την τοποθέτηση Πιερρακάκη ενίσχυσε η Ιωάννα Λυτρίβη, εισηγήτρια της κυβέρνησης, η οποία είπε ότι:

– «Πρόκειται για συμφωνία, η οποία θα επιτρέπει την ταχύτερη –πρακτικά σχεδόν αυτόματα– αμοιβαία αναγνώριση των Πανεπιστημιακών Τίτλων των Ιδρυμάτων που αναγνωρίζει η Ελληνική Δημοκρατία στην Κύπρο και των Ιδρυμάτων που αναγνωρίζει η Κυπριακή Δημοκρατία στην Ελλάδα».

– Ο κατάλογος των ιδιωτικών ΑΕΙ για τα οποία θα υλοποιείται η ακαδημαϊκή αναγνώριση δεν έχει τέλος, κάτι που προβλέπεται από το άρθρο 1 της Συμφωνίας: Ο κατάλογος «μπορεί να επικαιροποιείται σε συνεννόηση των δύο πλευρών». 

– «Από το 35 με 40% των φοιτητών στα Ιδιωτικά και Κρατικά Πανεπιστήμια της Κύπρου, προέρχονται από την Ελλάδα, ενώ ο ΔΟΑΤΑΠ κάθε χρόνο δέχεται πάνω από 10.000 αιτήσεις αναγνώρισης τίτλων σπουδών».

– Οι ιμπεριαλιστικές χώρες της ΕΕ βαρούν τα όργανα και η εξαρτημένη καπιταλιστική Ελλάδα χορεύει το χορό που της επιβάλλουν: «Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η εν λόγω Συμφωνία συνάδει, όχι μόνο με τις Διεθνείς Συμβάσεις και ρυθμίσεις, αλλά και με τις πολιτικές για τον ευρωπαϊκό χώρο εκπαίδευσης και για την ανώτατη εκπαίδευση, καθώς και τις πολιτικές αναγνώρισης τίτλων σπουδών και προσόντων, όπως υποστηρίζονται από τους φορείς των δικτύων  ENIC-NARIC, των οποίων είναι μέλη, αφενός ο ΔΟΑΤΑΠ, αφετέρου το ΚΥΣΑΤΣ που είναι το αντίστοιχο όργανο στην Κύπρο».

-Η Συμφωνία «από την ελληνική πλευρά, εντάσσεται στο πλαίσιο μιας συνολικής στρατηγικής, που ουσιαστικά έχει χαράξει και υλοποιεί, σταθερά και με απόλυτη συνέπεια η Κυβέρνηση από το 2019, στην κατεύθυνση της διεθνοποίησης και της εξωστρέφειας των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων».

Στέφανος Παραστατίδης (Ειδικός Αγορητής ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ)

Ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ σε μια πολύ σύντομη τοποθέτηση διέφυγε τελείως την ουσία της Συμφωνίας. Αφησε κάποια υπονοούμενα, χωρίς όμως να διευκρινίσει τι ακριβώς εννοεί, μέσω κάποιων αποριών «τεχνικού» περιεχομένου που εξέφρασε: Οπως ποια είναι «η χρησιμότητα αυτής της Διακρατικής Συμφωνίας και τούτο, διότι αν είναι, όπως τουλάχιστον επικαλείστε, το αποκλειστικό αντικείμενο αυτής της Συμφωνίας η αμοιβαία δέσμευση της αναγνώρισης πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μέσα σε εύλογο χρόνο, αυτό ήδη επιτυγχάνεται. Προς τι λοιπόν οι περαιτέρω δεσμεύσεις;». Ή γιατί ακολουθήθηκε αυτή η «διαδικασία» «για ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να είχαν επιλυθεί με μια απλή νομοθετική παρέμβαση».

Δεν είπε λέξη για το πώς συνδέεται η Συμφωνία με την αναγνώριση των ιδιωτικών ΑΕΙ. Αλλωστε είναι γνωστή η θέση που εξέφρασε ο ίδιος ο Ανδρουλάκης σε συνέντευξη στον Παπαχελά στην Καθημερινή: «Κοιτάξτε το να συζητήσουμε για το Σύνταγμα είναι μία πολύ σοβαρή συζήτηση και πρέπει να γίνει από όλα τα κόμματα. Η θέση μας για την Παιδεία και μιλάω και σε σχέση με το Σύνταγμα είναι ότι δεν θα μπούμε εμπόδιο στην ίδρυση ενός ιδιωτικού Πανεπιστημίου».

Αφροδίτη Κτενά (Ειδική Αγορήτρια ΚΚΕ)

Ως γενική εικόνα μπορούμε να πούμε πως η ειδική αγορίτρεια του Περισσού υποτίμησε καθαρά τη σημασία που έχει η Συμφωνία Ελλάδας-Κύπρου, ως αυτή καθαυτή πρεμιέρα της αναγνώρισης ιδιωτικών πανεπιστημίων από την Ελλάδα. Γι’ αυτό και συνεχώς επαναλάμβανε ότι για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, κατά των οποίων τοποθετείται το ΚΚΕ, «θα τα πούμε όταν έρθει το αντίστοιχο νομοσχέδιο  στη Βουλή», παρότι «εκφεύγει διαρκώς η συζήτηση προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και δε θα μπορούσε, εξάλλου, εφόσον η Κύπρος θεωρείται πρότυπο για τις επερχόμενες αλλαγές».

Ετσι δεν ανέδειξε την πραγματική ουσία και στόχευση της Συμφωνίας και δεν χτύπησε το καμπανάκι στην πανεπιστημιακή κοινότητα και ειδικά τη φοιτητική νεολαία για άμεσο γενικό ξεσηκωμό, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να προετοιμάζει το έδαφος.

Η Αφροδίτη Κτενά επικεντρώθηκε κυρίως στο νόμο πλαίσιο της Κεραμέως (Ν. 4957/2022), πάνω στις ρυθμίσεις του οποίου για τον ΔΟΑΤΑΠ βασίστηκε η Συμφωνία με την Κύπρο.

Είπε:

«…η εκτίμησή μας είναι, ότι αποτελεί η συμφωνία πιλότου που θα δοκιμάσει τις αντοχές και τις ανοχές του πρόσφατα ψηφισμένο νομοθετικού πλαισίου του 4957, πάνω στον οποίο βασίζεται αυτή η συμφωνία. Σε αυτό το νόμο, όπως ξέρετε ενσωματώθηκε αντίστοιχη Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ενωσης για αυτόματη αναγνώριση ιδρυμάτων και τίτλων σπουδών της αλλοδαπής. Εκεί πέρα δίνεται και ο ορισμός του αναγνωρισμένου εκπαιδευτικού ιδρύματος ως, αυτό που αναγνωρίζεται από τα αρμόδια όργανα της χώρας του.

 Εχουμε στο άρθρο 304, το ότι στα μητρώα του ΔΟΑΤΑΠ εντάσσονται αυτοδικαίως τα ιδρύματα της αλλοδαπής και οι τίτλοι σπουδών που απονέμουν κατόπιν Διακρατικής Συμφωνίας και στο 314, ότι τα αναγνωρισμένα ιδρύματα της αλλοδαπής και οι τίτλοι σπουδών τους δύνανται να καθορίζονται και με διακρατικές συμφωνίες. Αυτό είναι, λοιπόν, το πλαίσιο πάνω στο οποίο πατάει αυτή η Συμφωνία και έρχεται σήμερα προς συζήτηση. Δηλαδή, τι λέει: ότι αρκεί ένα ίδρυμα να έχει αναγνωριστεί στη χώρα του ως, πανεπιστήμιο και να υπάρχει και μια διακρατική συμφωνία με εμάς.

 η Συμφωνία αξιοποιεί το άρθρο 28, για τις διακρατικές συμφωνίες στο οποίο θα στηριχθεί, όπως έχουμε ακούσει και το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που ετοιμάζει το Υπουργείο Παιδείας και γι’ αυτό, μοιραία η συζήτηση αυτή εκφεύγει και προς τα εκεί παρότι δεν συζητάμε αυτό σήμερα.

 Οπως γνωρίζετε, είμαστε αντίθετοι με την ερμηνευτική δήλωση που συνοδεύει το άρθρο 28, αλλά και με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων με όποια μορφή κι αν έρθουν αυτά

…Ο λεγόμενος εκσυγχρονισμός του ΔΟΑΤΑΠ που εισήγαγε ο νόμος πλαίσιο που ψηφίστηκε πέρυσι το καλοκαίρι στοχεύει στη ρύθμιση ακριβώς αυτού του άναρχου κατακερματισμένου τοπίου. Εχει διαμορφωθεί αυτό και με τα διάφορα κολέγια…».

Σημείωσε δε την αντίφαση μεταξύ του γεγονότος ότι συζητείται αυτή η Συμφωνία-πιλότος τη στιγμή που «εκκρεμούν τα επαγγελματικά δικαιώματα δεκάδων χιλιάδων αποφοίτων των πρώην ΤΕΙ».

Αλέξανδρος Καζαμίας (Ειδικός Αγορητής «ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ-ΖΩΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ»)

Εξέφρασε απορία για το τι επιπροσθέτως υπηρετεί η Συμφωνία που δεν υπάρχει στο υφιστάμενο πλαίσιο, όσον αφορά τους χρόνους αναγνώρισης, και επιφυλάξεις για την αναγνώριση παραρτημάτων πανεπιστημίων ξένων χωρών, καθώς αυτά δεν εξασφαλίζουν την ίδια ποιότητα σπουδών με το μητρικό πανεπιστήμιο. 

Τοποθετήθηκε επίσης καθαρά κατά της ίδρυσης ιδιωτικών ΑΕΙ και κατάργησης του άρθρου 16.

Είπε:

«Η Πλεύση Ελευθερίας εκφράζει επιφυλάξεις απέναντι στην αναγνώριση παραρτημάτων πανεπιστημίων από άλλες χώρες... Τα παραρτήματα άλλων πανεπιστημίων σε χώρες, όπως δείχνει η διεθνής πρακτική – και μιλώ ως καθηγητής πανεπιστημίου για 32 χρόνια – δεν παρέχουν τίτλους σπουδών με τον ίδιο ποιοτικό έλεγχο που παρέχονται από το μητρικό πανεπιστήμιο. Εδώ έχουμε μια σοβαρή ένσταση. 

Τέλος, πρέπει να διατυπώσω ότι ως θέμα αρχής η Πλεύση Ελευθερίας είναι κατά της λειτουργίας των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα και υποστηρίζει την εφαρμογή του άρθρου 16 του Συντάγματος, που ρητά λέει ότι η ανώτατη παιδεία παρέχεται αποκλειστικά από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Θεωρούμε, ότι η συμφωνία αυτή δεν ξεκαθαρίζει τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στο θέμα της εξασφάλισης εγγυήσεων για το δημόσιο χαρακτήρα της ανώτατης παιδείας στην Ελλάδα, όπως ορίζει το Σύνταγμα…».

Αθηνά Λινού (εισηγήτρια Μειοψηφίας, του ΣΥΡΙΖΑ Κασσελάκη)

Η πρεσβυτέρα Αθηνά Λινού, που η ίδια επιδίδεται σε επιχειρηματικές μπίζνες με φιλανθρωπικό μανδύα μέσω του «Ινστιτούτου Prolepsis» και που ο αρχηγός της Κασσελάκης όταν ήταν νέος πεπεισμένος δεξιός νεοφιλελεύθερος στο Αμέρικα ξιφουλκούσε υπέρ των ιδιωτικών ΑΕΙ, αλλά μετά τα μάζεψε όταν εξελέγη αρχηγός του «αριστερού» ΣΥΡΙΖΑ, δεν συνέδεσε τη Συμφωνία με την αναγνώριση από την Ελλάδα ιδιωτικών μαγαζιών εμπόρων της γνώσης.

Επικεντρώθηκε στην «ποιότητα» των σπουδών, που αμφισβητείται και στο απαράδεκτο γεγονός ότι βάσει του άρθρου 28 του Συντάγματος υπερισχύει της ελληνικής νομοθεσίας η νομοθεσία της διεθνούς σύμβασης και ότι ως χώρα απεμπολούμε το δικαίωμα να κρίνουμε τα πανεπιστήμια και τους τίτλους σπουδών τους, όπως προβλέπει το άρθρο 304 παρ. 2 του νόμου πλαίσιο Κεραμέως.

Δηλαδή έτσι και η Ελλάδα «εξασφαλίσει» (λέμε τώρα) το δικαίωμα να κρίνει την «ποιότητα» των σπουδών στα ιδιωτικά ΑΕΙ που αναγνωρίζει ακαδημαϊκά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα κυρία Λινού μας; Και δεν είναι αυτό «βούτυρο στο ψωμί» του Πιερρακάκη, που για να αποκοιμίσει το πόπολο διατυμπανίζει ότι μέλημα της κυβέρνησης θα είναι η επιβολή αυστηρών κριτηρίων ποιότητας;

Είπε η Αθηνά Λινού: 

«Ομως, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος κάθε κυρωμένη διεθνής σύμβαση υπερισχύει η νομοθεσία αυτής της σύμβασης με κάθε άλλη διάταξη που υπάρχει σαν νόμος του κράτους. Αυτό σημαίνει ότι κυρώνοντας τη σύμβαση απεμπολούμε το δικαίωμα που έχουμε σαν κράτος να κρίνουμε τα πανεπιστήμια, τα οποία αυτοδικαίως θα αναγνωριστούν και θα αναγνωριστούν σύμφωνα με το άρθρο 304 στην παράγραφο 2. Λέει ότι θα αναγνωριστούν αυτοδικαίως, όχι μόνο το ίδρυμα σαν σύνολο, αλλά και οι τίτλοι σπουδών που απονέμονται ύστερα από διακρατική συμφωνία. Τι σημαίνει αυτό; Επειδή εμείς στα παραρτήματα δεν έχουμε κανέναν τίτλο σπουδών, απλώς λέμε ότι εγκρίνουμε όλα τα πρωτοβάθμια, τα bachelors, τα masters και τα δίδακτρα των πανεπιστημίων, αυτό σημαίνει ότι από εκεί και ύστερα δεν θα μπορούν να κριθούν αυτά τα πανεπιστήμια από καμία εθνική αρχή, ούτε θα μπορούν να κριθούν πτυχία τα οποία πιθανόν εκπίπτουν του ρόλου τους, δεν αξίζουν τον κόπο πλέον ή δεν είναι αντίστοιχα με τα δικά μας, δεν θα μπορούμε να τα αφαιρέσουμε από τη διακρατική συμφωνία παρά μόνο με άλλη καινούργια διακρατική συμφωνία.

 Επιπλέον, αν τα πανεπιστήμια τα οποία εγκρίνουμε εισάγουν και άλλα τμήματα και άλλους τίτλους σπουδών επίσης αυτά αυτοδίκαια θα αναγνωριστούν, χωρίς σύμφωνα με το άρθρο αυτό 304 παράγραφος 2, και δεν θα έχουμε καμία δυνατότητα να παρέμβουμε σαν χώρα…

Επομένως, πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί, γιατί αν με το άρθρο 304 αναγνωρίζονται αυτοδίκαια όλοι οι τίτλοι οι σημερινοί, οι μελλοντικοί και οι προηγούμενοι χωρίς να κριθούν, δημιουργεί πρόβλημα για την ποιότητα των πανεπιστημίων και των τμημάτων που θα εγκριθούν…».

Μερόπη Τζούφη αποχωρήσασα από τον ΣΥΡΙΖΑ με την ομάδα των 11

Μίλησε ως απλή βουλευτής, καθώς ακόμα δεν είχε συγκροτηθεί επίσημα η κοινοβουλευτική ομάδα των 11.

Ηταν η μόνη που χαρακτήρισε τη Συμφωνία «πρόβα τζενεράλε» για την ίδρυση και στην Ελλάδα ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Είπε:

«Νομίζω, ότι είναι η πρώτη προσπάθεια εφαρμογής του άρθρου 314 του νόμου Κεραμέως του 2022. Ειπώθηκε και από άλλους συναδέλφους, ότι το πλαίσιο υπήρχε. Αρα, γίνεται μια πρόβα τζενεράλε ουσιαστικά στηριγμένη στο άρθρο 28 του Συντάγματος, ώστε να υπάρξει κερκόπορτα για τα επόμενα βήματα τα οποία έχουν αναγγελθεί στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Και ο κύριος Υπουργός που είναι απέναντί μου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αναφέρθηκαν στο άρθρο 28 του Συντάγματος για να περιγράψουν την απόφασή τους για την εγκατάσταση ξένων και ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, χωρίς να χρειαστεί η άμεση αναθεώρηση του άρθρου 16.

Είναι λοιπόν, μια προσπάθεια μέσω των διακρατικών συμφωνιών επιλεκτικής ερμηνείας με την κυβέρνηση διατεθειμένη να ισορροπήσει στα όρια της αντισυνταγματικότητας, προκειμένου να πετύχει την επιδίωξή της για την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων…

Αρα, λοιπόν η σκοπιμότητα που σήμερα αναδεικνύεται είναι αυτή την οποία υποστηρίζω. Δηλαδή, ότι ξεκινάμε βάζοντας αυτό ως διαδικασία για να συζητήσουμε την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα με τη διαδικασία που εξήγησα. Διότι τι άλλο γίνεται με αυτό το συγκεκριμένο νομοσχέδιο…

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η ζημιά ήδη έχει γίνει με τον προηγούμενο νόμο του ΔΟΑΤΑΠ της κυρίας Κεραμέως, η οποία έχει «ανοίξει την πόρτα» σε όλα τα ιδιωτικά της Κύπρου, ακόμη και σε περιπτώσεις που η φοίτηση είναι εξ αποστάσεως και γινόταν τύποις εξετάσεις στην Ελλάδα, προκειμένου να αναγνωριστούν αυτά τα πτυχία…».

Η Μερόπη Τζούφη δήλωσε ότι είναι κατά της Συμφωνίας. Εμείς, όμως, δεν μπορούμε να μην θυμηθούμε τη διγλωσσία του Τσίπρα, στον οποίο όλοι κατά τα άλλα ομνύουν -νέος ΣΥΡΙΖΑ και ομάδα των 11- σχετικά με τα ιδιωτικά ΑΕΙ. Σε συνέντευξη στους Καμπουράκη-Στάθη στην εκπομπή «Ωρα Ελλάδος» δήλωσε ότι «συζητάμε στην Ελλάδα για σπουδές επιπέδου Χάρβαρντ ή συζητάμε για τα ΙΕΚ ‘’Φούφουτος’’»; Και ότι «η Ελλάδα θα πρέπει σε πρώτη φάση να ενισχύσει συνολικά τη δημόσια εκπαίδευση, και το δημόσιο σχολείο και το δημόσιο πανεπιστήμιο, να εισάγουμε πρακτικές που βλέπουμε και σε καλά ιδιωτικά πανεπιστήμια στο εξωτερικό, που έχουν να κάνουν με τη σύνδεση με την παραγωγή και με την αγορά εργασίας, και από κει και πέρα είναι μια συζήτηση, η οποία εν πάση περιπτώσει γίνεται χρόνια στην χώρα, έχει να κάνει και με το Σύνταγμα που έχουμε από το 1974, αλλά νομίζω το μεγάλο πρόβλημα στη χώρα σήμερα, τουλάχιστον τούτη την ώρα είναι να αυξήσουμε τις δαπάνες για την δημόσια Παιδεία…».

Δηλαδή, ο Τσίπρας και ο τότε ΣΥΡΙΖΑ στον οποίο ανήκε η Μερόπη Τζούφη, δεν ήταν κάθετα αντίθετος στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και στην Ελλάδα, με την έννοια ότι αυτά συνιστούν και αποτυπώνουν τον κάθετο ταξικό διαχωρισμό ανάμεσα στην τάξη που έχει το πάνω χέρι, άρα και την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσει τα παιδιά της στα ακριβά ιδιωτικά πανεπιστήμια και στα φτωχομεσαία λαϊκά στρώματα που η βασική τους διέξοδος είναι το δημόσιο, δωρεάν πανεπιστήμιο. Εξ ου και μίλησε για την «πρώτη φάση», υπονοώντας ότι σε δεύτερη φάση, όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, θα υπάρξει και αλλαγή στρατηγικής.

Τέλος, η στάση των κομμάτων, όσον αφορά την ψήφιση της Συμφωνίας, συνοψίζεται ως εξής:

Υπέρ: η πλευρά της πλειοψηφίας (Λυτρίβη από ΝΔ) και «Σπαρτιάτες».

Κατά: ΚΚΕ και Μερόπη Τζούφη υπό τη προϋπόθεση, ότι θα συγκροτηθεί και επίσημα η κοινοβουλευτική ομάδα «ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ».

Δήλωσαν επιφύλαξη: η πλευρά της Μειοψηφίας (Αθηνά Λινού), το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ, η «Ελληνική Λύση-Βελόπουλος», η «Νίκη» και η «Πλεύση Ελευθερίας-Ζωή Κωνσταντοπούλου».

Γιούλα Γκεσούλη