Ο Πειραιάς κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχε υποστεί αρκετούς βομβαρδισμούς από τους κατακτητές. Οι ιταλικοί βομβαρδισμοί δεν προκάλεσαν ούτε σοβαρές ζημιές ούτε πολλά θύματα.
Πιο συγκεκριμένα οι δυνάμεις της ιταλικής βασιλικής αεροπορίας -RA- βομβάρδισαν για πρώτη φορά τον Πειραιά τον Νοέμβριο του 1940 και ακολούθησαν εκ νέου βομβαρδισμοί τους επόμενους δύο μήνες που όπως αναφέρθηκε ήταν άστοχοι από στρατιωτική άποψη και οι απώλειες δεν ήταν ούτε πολλές ούτε καταστροφικές.
Ο μόνος σοβαρός βομβαρδισμός των κατακτητών ήταν ο γερμανικός στις 7 Απριλίου του 1941 με την ανατίναξη του βρετανικού ατμόπλοιου Clan Fraiser. Όμως ακόμα και αυτός ο βομβαρδισμός δεν ξεπέρασε σε έκταση και σφοδρότητα τον συμμαχικό βομβαρδισμό των αγγλοαμερικανών στις 11 Ιανουαρίου 1944.
Πριν τον συμμαχικό βομβαρδισμό του ́44 η βρετανική αεροπορία είχε επιχειρήσει και το 1941 και το 1942 εναντίον του Πειραιά και των γύρω περιοχών αλλά επρόκειτο για ασθενικές αεροπορικές επιδρομές που πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 1941 καθώς και τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1942 με λίγα θύματα. Έκτοτε οι εμφανίσεις των συμμαχικών αεροπορικών δυνάμεων έγιναν πολύ αραιές μέχρι το σφοδρό βομβαρδισμό του 1944.
Τον Ιανουάριο του 1944 ο Πειραϊκός λαός αισιοδοξούσε για τη νικηφόρα έκβαση του πολέμου καθώς τα νέα που έφθαναν από τα πολεμικά μέτωπα ήταν ενθαρρυντικά για τη νίκη των συμμάχων. Ο Ερυθρός Σταυρός είχε αυξήσει τις αποστολές τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης ενώ η ανάπτυξη της εαμικής αντίστασης είχε φτάσει στο απόγειό της. Ο συνδυασμός αυτών των γεγονότων τροφοδοτούσε τις ελπίδες του Πειραϊκού και ολόκληρου του ελληνικού λαού για επερχόμενη ήττα των Γερμανών. Μέσα σε αυτό το κλίμα και λίγους μήνες πριν την απελευθέρωση πραγματοποιήθηκε ο συμμαχικός βομβαρδισμός του Πειραιά.
Ένα χρόνο πριν η «Οδηγία της Καζαμπλάνκας» ύστερα από κοινή απόφαση των Γενικών Επιτελείων των Η.Π.Α. και της Βρετανίας καθώς και της Διοίκησης των Βομβαρδιστικών της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας -RAF- και των Αεροπορικών Δυνάμεων του Αμερικανικού Στρατού -USAAF- ανέλαβαν τον συντονισμό των δυνάμεων τους για την καταστροφή των βιομηχανικών, οικονομικών και στρατιωτικών βάσεων των δυνάμεων του Άξονα. Έτσι από τον Νοέμβριο του 1943 η USAAF εξαπέλυε καθημερινά σφοδρές επιθέσεις εναντίον στρατηγικών στόχων του εχθρού όπως λιμανιών, αποθηκών και σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων σε Τσεχοσλοβακία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία, Αλβανία και Σόφια.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι αγγλικές δυνάμεις στις 6 Δεκεμβρίου 1943 βομβάρδισαν τον Πειραιά. Βέβαια και αυτός ο βομβαρδισμός ήταν ήπιος αλλά από εκεί και έπειτα η απειλή ενός σφοδρού βομβαρδισμού ήταν διάχυτη στον πειραϊκό λαό.
Έτσι ένα μήνα μετά, στις 11 Ιανουαρίου 1944 11:30 το πρωί στην οροφή του Μεγάρου Βάττη στο λιμάνι υψώθηκε μία μικρή μαυρόασπρη σημαία που αποτελούσε προειδοποίηση για τα πλοία για επερχόμενο βομβαρδισμό. Δύο σουηδικά φορτηγά πλοία που ξεφόρτωναν τις αποστολές του Ερυθρού Σταυρού, σταμάτησαν την εκφόρτωση και έβαλλαν πλώρη για την Ψυτάλλεια. Στις 12:35 χτύπησε ο πρώτος συναγερμός. Άλλοι Πειραιώτες κρύβονταν στα καταφύγια και άλλοι έβγαιναν στους δρόμους και στις ταράτσες κουνώντας λευκά μαντήλια και φωνάζοντας με χαρά, «Έρχονται τα δικά μας».
Οι Πειραιώτες που διακινδύνευαν να πιάνουν παράνομα τη συχνότητα του ραδιοσταθμού του Καΐρου, είχαν ενημερωθεί από το BBC λίγες μέρες πριν την 11η Ιανουαρίου ότι το λιμάνι επρόκειτο να βομβαρδιστεί. Οι δηλώσεις στις εκπομπές του BBC ήταν χαρακτηριστικές, «Ο λιμήν του Πειραιώς συνιστά μεγάλη ναυτική βάση δια τους Γερμανούς και ως τοιαύτην πρέπει να βομβαρδισθή απηνώς. Τουλάχιστον 500 μέτρα μακράν του λιμένος είναι δυνατόν να υπάρχη μία σχετική ζώνη ασφαλείας».
Η προειδοποίηση ήταν σαφής, το λιμάνι του Πειραιά αποτελούσε τον κύριο στρατιωτικό στόχο λόγω της στρατηγικής του σημασίας για τις δυνάμεις Κατοχής. Πρόσφατες αεροφωτογραφίες που είχαν οι Σύμμαχοι αποδείκνυαν πως στο λιμάνι υπήρχαν 31 σκάφη στις διαταγές του γερμανικού ναυτικού. Ωστόσο ο βομβαρδισμός ξεπέρασε τις ανακοινώσεις του BBC καθώς η σχετική ζώνη ασφαλείας «500 μέτρα μακράν του λιμένος» βομβαρδίστηκε και αυτή.
Τρεις ήταν οι επιδρομές των 200 συμμαχικών βομβαρδιστικών που χτύπησαν την πόλη του Πειραιά με 600 βόμβες. Ο πρώτος βομβαρδισμός πραγματοποιήθηκε στις 12:35-13:43, ο δεύτερος στις 19:22-21:40 και ο τρίτος στις 21:57-23:15.
Πρώτοι βομβάρδισαν οι αμερικανοί.
Ο αμερικανικός σχηματισμός των τετρακινητήριων Boeing – Β17 Flying Fortress 494 που ανήκαν στην 5 η πτέρυγα μάχης της 15 ης αεροπορικής στρατιάς απογειώθηκε από την ιταλική βάση Φότζια και Τάραντα υπό την συνοδεία δικινητήριων μονοθέσιων καταδιωκτικών, Lockheed P38 Lightning της 14 ης Σμηναρχίας Μαχητικών, για προστασία από επίθεση αεροσκαφών του Άξονα και με περίπου 100 εμπρηστικές βόμβες κατάφεραν να πλήξουν το ιστορικό κέντρο του Πειραιά.
Οι Βρετανικοί βομβαρδισμοί που ακολούθησαν έπληξαν περισσότερο στρατιωτικούς στόχους από ότι ο αμερικανικός βομβαρδισμός αλλά ανέκοψαν κάθε προσπάθεια ανάσυρσης εγκλωβισμένων από τα ερείπια.
Η επιδρομή των Άγγλων αεροπόρων ήταν σαφώς πιο εύστοχη καθώς για να βυθίσουν ένα γερμανικό πλοίο περιπολίας μεταξύ Δραπετσώνας και Ψυττάλειας χρειάστηκαν μόνο μια φωτοβολίδα και τρεις βόμβες.
Οι πτήσεις των συμμαχικών αεροπλάνων γίνονταν με εξαιρετική δυσκολία λόγω του καταιγισμού των αντιαεροπορικών πυρών που δέχονταν από τα αντιαεροπορικά πυροβολεία του Αιγάλεω, της Δραπετσώνας, της Ευγένειας και του Προφήτη Ηλία που ήταν εξοπλισμένα με γερμανικά πυροβόλα Flak 88 χλστ. ενώ οι προβολείς τους προσπαθούσαν να εντοπίσουν το στόχο τους γεγονός που τα ανάγκαζε να πετούν αρκετά ψηλά.
Ο βομβαρδισμός έπληξε κυρίως το κέντρο της πόλης αλλά πολλές βόμβες έπεσαν και στις γειτονικές συνοικίες.
Πιο συγκεκριμένα στον κεντρικό Πειραιά βομβαρδίστηκαν, επτά ναοί από τους οποίους επλήγη περισσότερο ο ιερός ναός της Αγίας Τριάδας όπου όρθια απέμειναν μόνο τα δύο καμπαναριά καθώς ο υπόλοιπος ναός γκρεμίστηκε, το Μέγαρο Ζερβού μεταξύ των οδών Τσαμαδού και Φίλωνος όπου το ισόγειο έμεινε ανέπαφο, το κτίριο της Ηλεκτρικής Εταιρείας επί της οδού Βασιλέως Κωνσταντίνου(σημερινή Ηρώων Πολυτεχνείου) που τα υπόγειά του είχαν μετατραπεί σε καταφύγιο με αποτέλεσμα να υπάρξουν πολλά θύματα. Επίσης χτυπήθηκαν το μηχανουργείου του Μυτιληναίου επί της Αιτωλικού, το εργοστάσιο σαπουνιού Παπουτσάνη όπου σκοτώθηκαν αρκετοί εργάτες, το Μέγαρο του ΙΚΑ επί της Καποδιστρία και Λουδοβίκου, η εισαγγελία Πειραιώς, το Μέγαρο Σπυράκη, το σπίτι του δικηγόρου Ανέστη Τζαβάρα επί της Ηρώων Πολυτεχνείου όπου έκαναν σύσκεψη τα μέλη της Επιτροπής προσωπικοτήτων του ΕΑΜ με αποτέλεσμα να σκοτωθούν κάποια από τα μέλη αλλά και η γυναίκα του, Ισμήνη Τζαβάρα, το εστιατόριο Βίρβος-Τελώνης που βρισκόταν επί της Τσαμαδού γωνία με Ηρώων Πολυτεχνείου με πολλά θύματα ανάμεσά τους και ο ιδιοκτήτης Βίρβος, το ιδιωτικό σχολείο της Κατρανίδου στην Κοκκινιά και πολλά άλλα κτίρια στους κεντρικούς δρόμους του Πειραιά, επί της Αλκιβιάδη, Χατζηκυριάκου, Ευαγγελιστρίας, Γούναρη, Βασιλέως Γεωργίου, Υψηλάντη, Πραξιτέλους, Ανδρούτσου και αλλού. Βόμβες έπεσαν και στο τετραώροφο ξενοδοχείο Continental που είχε επιταχθεί από τους Γερμανούς και στην Εμπορική Σχολή που καταστράφηκε τελείως αλλά δεν υπήρξαν θύματα καθώς η Σχολή είχε επιταχθεί από τους Γερμανούς και δεν λειτουργούσε.
Βομβαρδίστηκαν επίσης η Σχολή Καλογραιών και ο Τινάνιος Κήπος.
Στον Ηλεκτρικό Σταθμό του Πειραιά η κατάσταση ήταν ακόμα χειρότερη καθώς είχαν ρίξει πολλές βόμβες με αποτέλεσμα η γύρω περιοχή, τα κτίρια και τα καταστήματα να μετατραπούν σε ένα σωρό ερειπίων με πολλά θύματα. Βόμβες έπεσαν και στην ελληνογαλλική σχολή Jeanne D’ arc. Οι αδελφές της σχολής όταν άκουσαν τον πρώτο συναγερμό από τις σειρήνες φρόντισαν να απομακρύνουν άμεσα τα παιδιά που φοιτούσαν εκεί στέλνοντάς τα γρήγορα στα σπίτια τους. Όσες αδελφές και μαθήτριες δεν είχαν απομακρυνθεί, αναζήτησαν προστασία στο πρόχειρο καταφύγιο της σχολής όμως δύο βόμβες έπεσαν στο κτίριο η μία εκ των οποίων έπεσε στον τοίχο του κήπου με αποτέλεσμα η ηγουμένη Μητέρα Θηρεσία Jonguenet να βρει τραγικό θάνατο κάτω από τα ερείπια και η Αδελφή Βαλεντίν να τραυματιστεί θανάσιμα από το ωστικό κύμα έκρηξης. Οι 13 Αδελφές της Σχολής που διασώθηκαν, την επόμενη μέρα του βομβαρδισμού μετοίκησαν στην Γαλλική Σχολή Αθηνών, «Άγιος Ιωσήφ». Οι βόμβες ισοπέδωσαν το πρώτο τμήμα του κτηρίου ενώ το δεύτερο ήταν ετοιμόρροπο και οι σκάλες αδιάβατες. Μόνο το τρίτο τμήμα με την πτέρυγα των δωματίων που οδηγούσε στον κήπο ήταν σε καλύτερη κατάσταση καθώς εκεί δεν είχαν κατεδαφιστεί οι τοίχοι αλλά είχαν σπάσει μόνο τα τζάμια και οι πόρτες.
Το σχέδιο βομβαρδισμού χώρισε την πόλη του Πειραιά σε τμήματα ρίχνοντας βόμβες κατά μήκος όλου του λιμανιού, του κέντρου και των γειτονικών δήμων. Στον πρωινό, απογευματινό και βραδινό βομβαρδισμό βομβαρδίστηκαν οι περιοχές Άγιος Διονύσιος, Δραπετσώνα, Κερατσίνι, Πέραμα, Αγία Σοφία, Καμίνια, Κιλικιανά και Κοκκινιά.
Οι γραμμές του τραμ είχαν ξεριζωθεί ενώ βόμβες έπεσαν και στις Σιδηροδρομικές γραμμές των ΣΠΑΠ, μεγάλοι κρατήρες έκοβαν στη μέση τους δρόμους και συνεργεία της Πυροσβεστικής προσπαθούσαν να απεγκλωβίσουν τους θαμμένους κάτω από τους σωρούς των ερειπίων και να σβήσουν τις φωτιές από τα φλεγόμενα κτίρια. Τα κάρα του Δήμου μάζευαν τα ακρωτηριασμένα πτώματα από τους δρόμους οδηγώντας τα σε ομαδικούς τάφους στο νεκροταφείο της Ανάστασης στο Κερατσίνι.
Αργά το ίδιο βράδυ ο Κατοχικός πρωθυπουργός Ι. Ράλλης προέβη σε ανακοινώσεις για την αεροπορική επιδρομή εναντίον του Πειραιά που δημοσιεύτηκαν – στον ελεγχόμενο από τους Γερμανούς – Τύπο της εποχής με τον συμμαχικό βομβαρδισμό της πόλης να αποτελεί το κύριο θέμα των εφημερίδων στο οποίο αφιέρωσαν πρωτοσέλιδα άρθρα ακόμα και δέκα μέρες μετά το βομβαρδισμό. Ο λογοκριμένος Τύπος χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς για να προπαγανδίσουν τις θέσεις τους εναντίον του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, να διαστρεβλώσουν τα πραγματικά γεγονότα και να παρουσιάσουν τους συμμάχους σαν να ήταν εκείνοι ο εχθρός της χώρας υπόλογοι για τα δεινά που περνούσε ο ελληνικός λαός και όχι οι ίδιοι οι Γερμανοί κατακτητές. Οι νυκτερινές ανακοινώσεις του Ι. Ράλλη στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» δημοσιεύτηκαν με πρωτοσέλιδο άρθρο όπου χαρακτήριζε τις βομβαρδιστικές επιθέσεις των συμμάχων ως ανοσιούργημα εναντίον του άμαχου πληθυσμού. Στην εφημερίδα «Ακρόπολις» όπως και στο «Ελεύθερον Βήμα» το διάγγελμα του πρωθυπουργού δημοσιεύτηκε σε πρωτοσέλιδο άρθρο όπου διαμαρτυρόταν για τους εκατοντάδες νεκρούς από τη συμμαχική αεροπορική επιδρομή που αποτελούσε έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Η έκταση του συμμαχικού βομβαρδισμού παρουσιάστηκε με έντονο ύφος μέσα από τον λογοκριμένο Τύπο της εποχής που με πρωτοσέλιδα άρθρα και με έντονους τίτλους μετέφεραν εικόνες ισοπέδωσης, αιματοχυσίας και ολοκληρωτικής διάλυσης ενώ ο βομβαρδισμός της πόλης του Πειραιά ταυτιζόταν με τον βομβαρδισμό που υπέστησαν και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Επίσης οι σύμμαχοι κατηγορούνταν για ένα προμελετημένο, άδικο και ανηλεή βομβαρδισμό που δεν είχε στρατιωτικούς στόχους αλλά έπληξε αποκλειστικά τον άμαχο πληθυσμό του Πειραιά,
«…Από τα διαπιστωθέντα αποτελέσματα της επιδρομής προκύπτει ότι αυτή ήτο προμελετημένη και εστρέφετε αποκλειστικώς κατά του άμαχου πληθυσμού…
Η εφημερίδα Ακρόπολις ανέφερε,
«…Όλαι σχεδόν αι προς τον λιμένα συνοικίαι και το κέντρον της ατυχούς πόλεως παρουσίαζαν την εικόνα της ερειπώσεως και του σπαραγμού που επηκολούθησαν μετά τους τρεις συναγερμούς που εσημάνθησαν με τους αγρίους τρομοκρατικούς βομβαρδισμούς της αγγλοαμερικανικής αεροπορίας…».
Πρωτοσέλιδα και εκτενή άρθρα με έντονους τίτλους που αναφέρονταν στην καταστροφή που προκάλεσε ο συμμαχικός βομβαρδισμός φιλοξένησε η εφημερίδα «Ακρόπολις» στα φύλλα της από τις 12 Ιανουαρίου 1944 μέχρι το τέλος του μήνα, «Από την κόλαση του Πειραιώς τραγικαί λεπτομέρειαι δια τα θύματα. Ο Επίσημος κατάλογος των μέχρι της εσπέρας ταφέντων». «Στιγμιότυπα από τη συμφοράν του Πειραιώς» . Τα άρθρα συνοδεύονταν από φωτογραφικό υλικό του κατεστραμμένου Πειραιά.
Μία σειρά άρθρων και φωτογραφικών στιγμιότυπων που αναφέρονταν στο συμμαχικό βομβαρδισμό του Πειραιά αποτελούσαν το κύριο θέμα των φύλλων του Τύπου της εποχής περιορίζοντας τις άλλες θεματικές.
Όλα τα παραπάνω άρθρα εξυπηρετούσαν το σκοπό των Γερμανών κατακτητών να παρουσιάζονται οι σύμμαχοι ως δολοφόνοι του ελληνικού λαού.
(Σημ: Αυτά περιγράφονται στην διδακτορική διατριβή της Τζαφέρα Αγγελικής, όμως:Ο τρομακτικός βομβαρδισμός της 11ης Γενάρη 1944 άρχισε το μεσημέρι, ώρα που ο κόσμος βρισκόταν στους δρόμους.Μόνο 8 Γερμανοί στρατιώτες νεκροί. Εμειναν άθικτες οι γερμανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις, του Ναυστάθμου, του αεροδρομίου, των ναυπηγείων του Περάματος, μεταξύ αυτών και το μεγαλύτερο που κατασκεύαζε τσιμεντόπλοια για λογαριασμό των κατακτητών και ανήκε στο δοσίλογο Μ. Αβέρωφ, γαμπρό του καπνοβιομήχανου Παπαστράτου και αδελφό του πολιτικού Ευάγγ. Αβέρωφ.Ανάμεσα στα θύματα του μεγαλύτερου έως τότε βομβαρδισμού συγκαταλέγονται και οι 65 μαθήτριες μαζί με τις δασκάλες τους, της Δημοτικής Οικοκυρικής Σχολής Πειραιά , που καταπλακώθηκαν στο καταφύγιο του κτιρίου της Ηλεκτρικής εταιρίας.Οι Αμερικανοί πιλότοι άδειασαν το «φορτίο» τους στα σπίτια των λαϊκών συνοικιών στα Καμίνια, στο Χατζηκυριάκειο, στου Βρυώνη, στην Κοκκινιά. Εκεί που το ΕΑΜ είχε την μεγαλύτερη δύναμη.)
Η επιδρομή των αμερικάνικων και βρετανικών βομβαρδιστικών στον Πειραιά στις 11 Ιανουαρίου 1944 και οι καταστροφές που προκάλεσαν, όχι μόνο σε στρατιωτικούς στόχους, αλλά και στους κατοίκους του, δεν πέρασε απαρατήρητη από την λαϊκή μούσα και ειδικότερα από τον Γενίτσαρη, που έχει γράψει αρκετά ρεμπέτικα εμπνευσμένα από τα γεγονότα της εποχής.
Πηγή: ethniki-antistasi-dse.gr
ΠΗΓΗ ΕΜΠΝΕΥΣΗΣ
Η μεγάλη καταστροφή του Πειραιά τον Ιανουάριο του 1944 αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία ποιημάτων ή τραγουδιών, όπως συνέβαινε σε πολλά μεγάλα γεγονότα, χαρμόσυνα ή λυπητερά.
Εχουν καταγραφεί αυτοσχέδια ποιήματα, με χαρακτηριστικά δημώδους ποίησης, ενώ υπάρχει και ένα ρεμπέτικο τραγούδι σε στίχους και μουσική του Μιχάλη Γενίτσαρη, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1980 ερμηνευμένο από τον Γιώργο Νταλάρα (περιλαμβάνεται στο LP «Ρεμπέτικα της Κατοχής», MINOS DAL-MSM 391, 1980) με τίτλο «Επιδρομή στον Πειραιά». (Πηγή: 24grammata.com)
«Εμάθατε στον Πειραιά επιδρομή μεγάλη, γκρεμίσανε τα σπίτια μας πω, πω, ζημιά μεγάλη.
Μέρα και νύχτα ρίχνανε μπόμπες τ’ αρεοπλάνα κι έχαν’ η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα.
Σκορπούσανε το θάνατο και ρίχνανε αράδα και τον Περαία γκρέμισαν και την Αγιά Τριάδα.
Μπόμπες πολλές ερίξανε μέσα στο Τελωνείο και τον Περαία κάνανε σωστό νεκροταφείο»