• Αργυράδες - Κέρκυρας
  • Thursday , Feb 1 , 2018

Πολιτισμος

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ( Χριστούγεννα μιας άλλης εποχής)

December 25, 2022 463
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
( Χριστούγεννα μιας άλλης εποχής)
Ο Γιάννης Μπαρδάκης την Τετάρτη στο Agriniowebradio.gr
 
Του Γιάννη Μπαρδάκη*
 
Τούτες τις μέρες πάνω στην φλούδα της ελληνικής γης αντιλαλούν παιδικές φωνές, χαρμόσυνες καμπάνες, ευχές αδελφοσύνης .
Η λογοτεχνία, που τόσο τροφοδότησε ο ταπεινός Άγιος της θρησκευτικής λογοτεχνίας ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης χάραξε στις σελίδες της σκηνές, τραγούδια, χαρμόσυνα αλλά και λυπημένα πατροπαράδοτα έθιμα από τη ζωή του Λαού.
 
Σκαλίζοντας τη βιβλιοθήκη μου προσπάθησα να ανακαλύψω και να σας μεταφέρω μαζί με τις ευχές μου για « καλές γιορτές» με τα αγαπημένα σας πρόσωπα μερικά σκιαγραφήματα χριστουγεννιάτικης νοσταλγίας.
Γεύση από τον Σκιαθίτη διηγηματογράφο λίγο πολύ όλοι από τα σχολικά μας χρόνια έχουμε πάρει.
 
Έτσι ανθολόγησα ένα απόσπασμα από το διήγημα του σπουδαίου επίσης εξαδέλφου του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη « Χριστούγεννα εις τον ύπνον μου», που παρουσιάζει γλαφυρά και στην ιδιάζουσα γραφή του μια ανεξάληπτη εικόνα της Αθήνας του 1898, εντελώς αντίθετη από τη σημερινή πραγματικότητα με τις λάμψεις των φωταγωγημένων δρόμων και των ακοίμητων πόλεων
Είχε δημοσιευτεί για πρώτη φορά, ανήμερα τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου 1898, στην εφημερίδα « Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη.
Η περιδιάβαση της χριστουγεννιάτικης Αθήνας έγινε μετά το χριστουγεννιάτικο δείπνο που είχαν τα δύο ξαδέλφια σ’ ένα υπόγειο μαγειρείο της Πλάκας μαζί με έναν φίλο τους που ήταν φύλακας του Νεκροταφείου:
« ……..Ενύκτωσε πλέον και ο φίλος μου ήλθε να με παραλάβη. Εξήλθομεν. Υγρά η ατμόσφαιρα. Προ δύο ημερών είχε χιονίσει και ήδη η πόλις εκόλλησεν εν βορβόρω, ως αγριόπαπια. Αι οδοί πλήρεις λάσπης. Τα πεζοδρόμια ρυπαρά, ως πλάκες ελαιοτριβείου γλιτσασμέναι. Ένας φανοκόρος, ανάπτων την ώραν εκείνην τους φανούς, κατέπεσεν εν τη σπουδή του και έθραυσε τον κάλαμον τον φωτοφόρον.
Τα παντοπωλεία ήσαν κλειστά και τα άλλα μαγαζεία. Ολίγος κόσμος εφαίνετο έξω. Μόλις ήρχιζαν την ώραν εκείνην, κρυφά-κρυφά, ν’ ανοίγουν μερικά υπόγεια, τα οποία εν Αθήναις είναι επτάψυχα, σαν την επτάψυχη γυναίκα, που πότε πεθαίνει και πότε ανασταίνεται.
 
Δύο-τρεις παράγκαι μανάβηδων ημιάνοιξαν μίαν σανίδα, διά να ψωνίσουν οι αμελείς τα σαλατικά των και τας οπώρας των· και έλαμπε κλεισμένη μέσα η διακόσμησίς των η εντελής, ως νύμφη κρυμμένη. Οπώραι βαρακωμέναι, όρνιθες παχείαι με ταινιοστόλιστα ράμφη, ορμαθοί μπεκατσών, μέσα εις εικόνας και σημαίας και μύρτα και δάφνας, ξηροί καρποί, πορτοκάλια, αχλάδια της Κυνουρίας, δροσερά σαλατικά, όλα ευωδιάζοντα πανήγυριν και χαράν!
Ένας παχύς, καταστρόγγυλος παντοπώλης, ήνοιξε παρακάτω, προς στιγμήν, το παντοπωλείον του, έμβασε μέσα μίαν παρέαν φίλων, ων είς εκράτει εις χείρας κυδώνιον, και πάλιν έκλεισε.
Παρακάτω ένας γέρων, βαστάζων μίαν χιλιάρικην, εκτύπα την θύραν οινοπωλείου να τω ανοίξουν, και τους οδόντας του κρυώνων, με ένα κοντό του Ρετσίνα σακκάκι.
Παρέκει άλλη παρέα διεσκέδαζεν, εξαγριώνουσα προς λυσσώδη πάλην δύο χασάπικους κύνας, περί ους συνεκεντρώθησαν και παίδες —λούστροι — και απέφραττον την διάβασιν, ενώ δύο αστυφύλακες, με τα κράνη των, άνοιγαν έν καφενείον διά να χαρτοπαίξουν.
Σημαίαι τινές βρεγμέναι αερίζοντο βαρείαι εδώ κι εκεί· και ένας λοταρτζής εφώναζεν ακόμη κατάμονος εις μίαν γωνίαν: πέντε δίνετε, πέντε παίρνετε, δέκα δίνετε, δέκα παίρνετε. Ενώ το αληθές είναι ότι οι άνθρωποι έδιδον και ο λοταρτζής έπαιρνε.
 
Και δεν γνωρίζω, πώς ένας λουκουματζής κατώρθωσε, παραβαίνων την αστυνομικήν διάταξιν, να φωνάζη έως την ώραν εκείνην: ζεστοί-ζεστοί, χωρίς ανασασμόν, παγωμένος εκεί εις την θύραν του μαγαζείου του, εντός του οποίου εχόρευον οι τέσσαρες άνεμοι, ως να είχε παγίδα να συλλάβη κανένα νεοσύλλεκτον μεταβαίνοντα εις τον στρατώνα του.
Εις τα βάθη υπογείου τινός της οδού Καλαμιώτου, οπού τα κρεοπωλεία και οπωροπωλεία ήσαν πλουσιώτατα και θαυμασίως εστολισμένα, ηκούοντο άσματα μεθυόντων, οίτινες εις μάτην εδοκίμαζον να ψάλλουν και το «Η γέννησίς σου» καταλήγοντες πάντοτε εις το «Χριστός ανέστη». Ενώ δύο άλλοι γέροντες απόμαχοι, παρακάτω, κύπτοντες εις έν παράθυρον, ανεζήτουν τον φίλον των οινοπώλην, να τους ανοίξη· και μη βλέποντες αυτόν, ηρίθμουν από του παραθύρου, τα εν τω υπογείω βαρέλια, υπό τι φως λυχναρίου, φαινόμενα, εκεί κάτω, ως εν τω βυθώ της θαλάσσης κήτη, βόσκοντα κατά σειράν, με τας μεγάλας κοιλίας των.
Κατωτέρω κατάκλειστος, με τας μεγάλας υψηλάς πόρτας της, σιωπηλή ως έρημος, εφαίνετο η μεγάλη Σαντορινιά ταβέρνα του Καλαμιώτη, το προσφιλές εντευκτήριον υπαλλήλων, δικηγόρων και εμπόρων, και ημών των δύο άλλων, εις της οποίας τα υπόγεια υπάρχουν δεκαπέντε ειδών κρασιά. Πόσες φορές εκεί ο Αλεξανδρής κουτσοπίνων υπέψαλε τα ωραιότερα τροπάρια εν μέσω εκλεκτής παρέας λογίων και συγγραφέων οπού τον εκαμάρωναν έκθαμβοι.
Ενώ παρέκει ο μάστρο Θάνος ο σουβατζής εξετέλει ένα δυσκολώτατον στοίχημά του ενώπιον της παρέας του, κατεβάζων τον ρητινίτην εις τον λάρυγγα χωρίς να βρέξη το στόμα του.
Διήλθομεν εις την οδόν Αθηνάς. Δύο-τρεις πιστολιές, ακουσθείσαι, συνετάραξαν την συνοικίαν. Παρακάτω ηκούομεν. «Δυο στον τόπο και ένας λαβωμένος».
Πέντ’ εξ μπακαλάκια με τα Χριστουγεννιάτικά των, σαπουνισμένα και κτενισμένα, με καπέλα, επέστρεφον από τα Πατήσια, βουτηγμένα εις την λάσπην και εις την χαράν, καμαρώνοντα το καπέλο των και το σακάκι των, την ύπαρξίν των αυτήν, την οποίαν δις ή τρις του έτους αισθάνονται ως ζώσαν, εκπληττόμενα και αυτά διά το θαύμα, τα έξυπνα τσακωνόπουλα.
Η μεγάλη αγορά η πολυτάραχος, η βρίθουσα κόσμου και όψων, η τρέφουσα πτωχούς και πλουσίους, εγκρατείς και λαιμάργους, η ζωή της πόλεως, η αενάως κενουμένη και πάντοτε πλήρης, οπού κατασταλάζουν όλαι αι θάλασσαι της Ελλάδος, τα βουνά και αι λίμναι της, ήτο σχεδόν έρημος.
 
Ο κόσμος επρομηθεύθη από της παραμονής το φαγητόν του. Μόνον δύο-τρεις φραγκορράπται εξήρχοντο με γεμάτα μανδήλια, την ώραν εκείνην, πάντοτε οι τελευταίοι των άλλων πανηγυρίζοντες, παρερχομένης της εορτής, έως ου οικονομήσουν το πεντάρικο. Μόνον δύο κρεοπώλαι ητοίμαζον νωπά σφακτά, προ μικρού λαβόντες διά του σιδηροδρόμου Πελοποννήσου κόφας με αρνάκια της Ηλείας.
Δύο τρεις άμαξαι μεθυόντων διέσχιζον την μεγάλην οδόν εν καλπασμώ ίππων και φωναίς αγρίαις, ενώ παρά το Μοναστηράκι ο κόσμος εκόλλησεν εις τον πολύν σχηματισθέντα βόρβορον.
Εισήλθομεν εις του Ψυρή.
 
Ο Μπάρμπα-Γιώργης ο σμυρναίος, ο καλοκάγαθος εκείνος μαγειράκος οπού δεν του έλειπον ποτέ τα λαδερά, διευκολύνων ο καλός γέρων τους νηστεύοντας, μέσα εις μίαν πόλιν οπού άρχισεν από τότε να μεταβάλλεται εις Βαβυλώνα, ήτο κατάκλειστος. Από την πόρτα του ξενοδοχείου του δεν εκρέματο πλέον ο παχύς τράγος, πάντοτε τας άλλας ημέρας εις την αυτήν θέσιν, σαν πίναξ παριστάνων τράγον εσφαγμένον. Γνωστοποίησις δε χειρόγραφος κολλημένη έλεγε: «Σήμερον Χριστούγεννα, δεν έχει φαγί».
 
Ώστε ένας ιεροδιάκονος εκ των πελατών, ελθών πεινασμένος και αναγνώσας την γνωστοποίησιν, είπε με αγανάκτησιν:
— Νά η ώρα να κάμω σήμερα μεγάλη Παρασκευή!
Εφθάσαμεν.
Ο κυρ-Στρατής μας υπεδέχθη, σηκώσας την λάμπαν και προβάς μέχρι της θύρας.
Ήτο τρισευγενέστατος ο κυρ-Στρατής. Στολισμένος, ξυρισμένος, μοσχομυρισμένος. Με άσπρο-κάτασπρο υποκάμισον. Με σακκάκι καινουργές, σκούρο, γελαστός, Χριστουγεννιάτικος…..».
 
 
Εύχομαι σε όλες και όλους ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ.
 
*

 *Ο Γιάννης Μπαρδάκης είναι συνταξιούχος δικηγόρος και εκτός των άλλων έχει συγγράψει το βιβλίο Από το λυκαυγές στο λυκόφως - Ελληνικός κινηματογράφος 1938 - 1958

 

 

 
 
Καββαδίας

This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

Illusion Hair Studio

Boschetto (Άγιος Γεώργιος Αργυράδων)

MAMA 'S MARKET

Corfu Office Systems

PRANZO CHANIOTI

 

Καφέσας ψαροταβέρνα

Cosy finger food bar

Lord Travel Group

Blue sea hotel

Ιονική

 

Calendar

« April 2024 »
Mon Tue Wed Thu Fri Sat Sun
1 2 3 4 5 6 7
8 9 10 11 12 13 14
15 16 17 18 19 20 21
22 23 24 25 26 27 28
29 30          

Argyrades - News

argyrades.gr

Σελίδες για τη ζωή, την ιστορία, τον πολιτισμό, στην Κέρκυρα. Με κριτική ματιά στην επικαιρότητα.

drepani.gr

Μια από τις ονομασίες με τις οποίες ήταν γνωστή η Κέρκυρα στην αρχαιότητα ήταν και η Δρεπάνη. Όνομα που χρησιμοποιήθηκε λόγω του σχήματός της. Η Δρεπάνη ταυτίζεται με το όπλο με το οποίο ο Κρόνος σκότωσε τον πατέρα του τον Ουρανό.

logo

© 2018 Your Company. All Rights Reserved. Designed By Your Company

Search