ΤΟ ΜΩΡΟ ΤΩΝ ΕΡΕΙΠΙΩΝ γεννήθηκε στα πέτρινα χρόνια του πολέμου, της προσφυγιάς και των τεκτονικών αναμετρήσεων πάνω στη γη και στα έγκατά της.
Το πρώτο γενέθλιο κλάμα του ταπώθηκε από τα μπάζα ενός κόσμου, όπου το «πρωτόκολλο αλληλεγγύης» στο μένος του Εγκέλαδου έχει ένα μόνο μάτι, καθώς οι πολιτικοί είναι καμωμένοι από άχυρο και δημοσιογνωμίστικη σπέκουλα.
Την έπιασαν οι πόνοι, από τρόμο, όταν η γη μούγκρισε τον υπόκωφο τεκτονικό της βρυχηθμό και ο χρόνος έγινε άχρονος. Καταπλακωμένη και ξεσχισμένη, από τα ερείπια και τις ωδίνες, δε βρήκε καιρό για να σαστίσει, δεν ξόδεψε την τελευταία της ανάσα για ένα αχ, την κράτησε, σπρώχνοντας τα σπλάχνα της, για μια μεγάλη εξώθηση. Το μωρό των ερειπίων βγήκε στον κρύο κόσμο των μονόφθαλμων πρωτοκόλλων, σκεπασμένο με τη ζεστή αμνιακή βλέννα και, ρουφώντας ζωή απ’ τον ομφάλιο σωλήνα που κρεμόταν απ’ την κοιλιά του ως τα εσώψυχα τη μάνας του, έκλαψε για να γεμίσει με σκονισμένο αέρα τα μικρά πνευμόνια και να υπερβεί τον πάταγο του πανικού των ζωντανών και το βαρύ ήχο της μπουλντόζας.
Το μωρό των ερειπίων δεν θα θηλάσει ποτέ, δεν θα ταράξει καθόλου τις συνειδήσεις των σκατόψυχων εθνικιών, που από καιρό τώρα, ούρλιαζαν «ας μη γκαστρωνόσουνα, μωρή» καθώς το άχυρο και το σκατό δεν έχουν συνείδηση, δεν θα είναι για πολύ καιρό viral γιατί οι άνθρωποι γρήγορα ξεχνούν, θα γιορτάζει τα γενέθλιά του πάνω στα ερείπια της ολοκληρωτικής ορφάνιας του, των μονόφθαλμων πρωτοκόλλων και των τεκτονικών αναμετρήσεων πάνω στη γη και στα έγκατά της.
Κι αν ποτέ περάσει τη θάλασσα, ως πρόσφυγας, πάλι θα βρεθούν κάποιοι να πουν, «ας μη γεννιόσουνα, μωρή».
Νίνα Γεωργιάδου