Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) ανακοίνωσε ότι σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας ετοιμάζει «μία ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων (που θα) στοχεύουν στην περαιτέρω ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης των μαθητών».

Η βαρύγδουπη δήλωση (όταν ακούς για «αλλαγές» και «δέσμη μέτρων» από το υπουργείο Αμάθειας και Καταστολής και από το τσιράκι του, το τάχα «ανεξάρτητο» think tank ΙΕΠ, να ετοιμάζεσαι για νέες «σφαλιάρες» στη δημόσια εκπαίδευση, τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς) έγινε μετά «την ανακοίνωση από τον ΟΟΣΑ των αποτελεσμάτων για τις επιδόσεις των μαθητών που συμμετείχαν στην έρευνα του Διεθνούς Προγράμματος PISA για το 2022 (Programme for International Student Assessment – PISA 2022) για το πρόσθετο και καινοτόμο πεδίο «Δημιουργική Σκέψη» (innovative domain “Creative Thinking”)».

Σύμφωνα με το ΙΕΠ, η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων από  τον ιμπεριαλιστικό οργανισμό ΟΟΣΑ «δείχνει τον δρόμο για τις αλλαγές που θα υιοθετηθούν από το προσεχές σχολικό έτος».  

Καταρχάς να κάνουμε κάποιες επισημάνσεις:

  • Ο διεθνής διαγωνισμός PISA δεν είναι αθώος. Συνδέεται σαν το νύχι με το κρέας με την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, των μαθητών και των εκπαιδευτικών τους, εξ ου και αποτελεί μέρος της αξιολογικής διαδικασίας και αναφέρεται στον επαίσχυντο νόμο Κεραμέως (Ν. 4823/2021, άρθρο 104, παρ. 1). Η αξιολόγηση πραγματοποιείται βάσει μιας ποσοτικής τυποποιημένης τεχνικής μέτρησης της «αποτελεσματικότητας» του εκπαιδευτικού συστήματος και «των επιδόσεων» των σχολείων. «Αποτελεσματικότητα» και «επιδόσεις» που έχουν να κάνουν όχι με την ολόπλευρη μόρφωση και την διαμόρφωση προσωπικοτήτων με κριτική σκέψη, αλλά με την κατάκτηση γνώσεων μιας χρήσης και δεξιοτήτων που απαιτεί η αγορά. Σε αυτό το σαθρό έδαφος, αναπτύσσεται η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων, η όξυνση των ταξικών αντιθέσεων και του ανταγωνισμού. Οι συγκρίσεις γίνονται ανάμεσα σε ανόμοια εκπαιδευτικά συστήματα, με διαφορετικά προγράμματα σπουδών, προτεραιότητες και σύνθεση μαθητικού πληθυσμού.
  • Είναι γελοίο και προκλητικό να θεωρούμε ότι η «ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης» είναι προτεραιότητα του ΟΟΣΑ. Πρώτον γιατί αυτός εκφράζει τις ανάγκες του διεθνούς κεφαλαίου στη διαμόρφωση του εργατικού δυναμικού και δεύτερον γιατί το κάλπικο συμπέρασμά του προέκυψε, λέει, από τα αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA, που είναι εξετάσεις που κατευθύνουν τη μαθησιακή διαδικασία, τη διδασκαλία σε προσχεδιασμένα μαθήματα, σε κατάκτηση «τεχνικών επιτυχίας», που ενισχύουν την αποστήθιση και όχι την κριτική σκέψη. 
  • Είναι γελοίο και προκλητικό επίσης να θεωρούμε ότι η «ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης» είναι και προτεραιότητα του ΥΠΑΙΘΑ και του ΙΕΠ, στο πλαίσιο της καπιταλιστικής Ελλάδας και του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας. Και μόνον να αναλογιστεί κανείς τους συνεχείς εξεταστικούς ταξικούς φραγμούς, που βασίζονται στην στείρα αποστήθιση πάνω σε μια τεράστια ύλη, δυσανάλογης δυσκολίας ως προς το αναπτυξιακό επίπεδο των μαθητών, τις νοητικές τους προσλαμβάνουσες και το επίπεδο γνώσεων, αρκεί για να καταρριφθεί αυτός ο μύθος.

Φανφάρες, προσανατολισμός στις δεξιότητες και επιβολή της ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών  

Η δέσμη πολιτικών που θα εφαρμοστεί από το προσεχές σχολικό έτος περιλαμβάνει:

  • Καθιέρωση οριζόντιου χαρακτήρα δράσεων στο επίπεδο των Προγραμμάτων Σπουδών.

Στο πλαίσιο αυτό οργανώνεται «Πρόγραμμα Φιλαναγνωσίας» (ανάγνωση και ανάλυση λογοτεχνικών βιβλίων που θα διανεμηθούν δωρεάν στους μαθητές) και «Πρόγραμμα ‘’Δράσεις Ενεργού Πολίτη’’». Πρόκειται για δημαγωγικές φανφάρες, αφού ο σχολικός χρόνος είναι συμπιεσμένος, εξαντλείται στο τρέξιμο της τεράστιας ύλης (η διαδικασία επιβαρύνεται και με την επιβολή της Τράπεζας θεμάτων) και προσανατολισμένος σε συνεχείς αξιολογικές κρίσεις (τεστ, διαγωνίσματα, κ.λπ.). Οσον αφορά τις «δράσεις ενεργού πολίτη» [υποψιαζόμαστε: προτροπή στον «εθελοντισμό», «ατομική ευθύνη» σε προβλήματα πχ. προστασίας περιβάλλοντος, συμμετοχή σε κοινοβουλευτικές διαδικασίες (αυταπάτες) ως υπέρτατη αξία, «συμμετοχή στα κοινά», κ.ά. ], αυτές, στο πλαίσιο του καπιταλισμού και του αστικού σχολείου, καλλιεργούν την αποδοχή του συστήματος.

  • Ενίσχυση σχετικών δράσεων στο πλαίσιο των Εργαστηρίων Δεξιοτήτων.

Εχει εξαγγελθεί πάμπολλες φορές. Είναι η συνέχεια των παλιών «καινοτόμων προγραμμάτων», εμπλουτισμένων με νέες θεματικές ενότητες (π.χ. διατροφή, σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, ανθρώπινα δικαιώματα, επιχειρηματικότητα, δεξιότητες τεχνολογίας, κ.λπ.). Μέσω αυτών καθίσταται δυνατή η εφαρμογή της αξιολόγησης σχολικών μονάδων-εκπαιδευτικών, επειδή τα παραπάνω αποτελούν και «κριτήριά» της.

  • Αξιοποίηση των ψηφιακών μέσων ειδικά στα καλλιτεχνικά μαθήματα. 

Η απόλυτη κοροϊδία, αφού τα καλλιτεχνικά μαθήματα έχουν σχεδόν εξοβελιστεί από το δημόσιο σχολείο.

  • Ανάπτυξη Τράπεζας Θεμάτων στη λογική των ερωτήσεων και της φιλοσοφίας της έρευνας PISA.

Δηλαδή Τράπεζα Θεμάτων στους «τυφλοσούρτες» και τις «συνταγές επιτυχίας» της PISA.

  • Ενσωμάτωση στους οδηγούς των εκπαιδευτικών όλων των μαθημάτων και ιδιαίτερα στα βασικά αντικείμενα που εξετάζει η έρευνα PISA (κατανόηση κειμένου, μαθηματικά, φυσικές επιστήμες), δραστηριοτήτων όπως είναι η διερεύνηση ανοικτού τύπου προβλημάτων, η αποτύπωση εναλλακτικών λύσεων και ιδεών,…

Η απάντηση εδώ βρίσκεται στα όσα αναφέραμε παραπάνω και αφορούν τη μπουρδολογία για την «ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης».

Υποστηρικτικά στα παραπάνω προβλέπονται

  • επιμόρφωση εκπαιδευτικών
  • πολλαπλό βιβλίο (ψευδεπίγραφο μέτρο αφού περιλαμβάνει ένα και μόνο σχολικό εγχειρίδιο που θα χορηγείται στους μαθητές δωρεάν από μια λίστα εγκεκριμένων βιβλίων από το ΙΕΠ, ενώ τα υπόλοιπα θα είναι σε ψηφιακή μορφή στο διαδίκτυο. Προωθεί τον κατακερματισμό του ενιαίου της διδασκαλίας, του ενιαίου αναλυτικού προγράμματος, που δεν θα είναι ίδια για όλα τα σχολεία και για όλα τα παιδιά)
  • 36.000 διαδραστικοί πίνακες σε αίθουσες που πέφτουν τα ταβάνια, πλημμυρίζουν το χειμώνα και «ψήνονται» το καλοκαίρι
  • και προπαντός «έμφαση στις διαδικασίες ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών αλλά και αυτές της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας».

Το «ανοικτό σχολείο» του Πιερρακάκη και του ΟΟΣΑ  

Η δέσμη πολιτικών που δρομολογούνται θα συνθέσουν το πολυδιαφημισμένο, πλην, όμως με αντιδραστικό περιεχόμενο, «ανοιχτό σχολείο».

«Ανοικτό σχολείο» κατά τον Πιερρακάκη 

– Σημαίνει «αυτόνομο σχολείο», δηλαδή σχολείο που η λειτουργία του κατά μεγάλο μέρος θα στηρίζεται σε ίδιους πόρους που θα αναζητά σε συνεργασία με επιχειρήσεις, δημαρχαίους, τοπικούς παράγοντες κάθε είδους, ιδιώτες, κ.ά. , που θα παραχωρεί μέρος των αναγκαίων λειτουργιών του σε εργολάβους. 

– Σημαίνει επιβολή της αξιολόγησης που συνεπάγεται κατηγοριοποίηση μέσω της οποίας θα επιχειρηθεί και η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης στα σχολεία που δεν εκπληρώνουν τα κριτήρια αξιολόγησης και που έχει άμεση συνάφεια (η κατηγοριοποίηση) με το επόμενο βήμα, που προπαγανδίζει εδώ και καιρό η κυβέρνηση Μητσοτάκη, «την ελεύθερη επιλογή σχολείου» από τους γονείς. 

– Σημαίνει αλλαγή στον τρόπο προσλήψεων/διορισμών των εκπαιδευτικών- επίσης διακηρυγμένο στόχο του ΥΠΑΙΘΑ- και βεβαίως ένταση των ταξικών φραγμών, που θα πετούν έξω από το σχολείο μεγάλο μέρος των μαθητών των προερχόμενων από εργατικά, φτωχολαϊκά στρώματα. Σχολεία θα συγχωνευτούν ή θα βάλουν λουκέτο, οι μαθητές στα Γυμνάσια και Λύκεια θα μειωθούν, άρα και η κρατική χρηματοδότηση θα μειωθεί, και κυρίως θα ανακοπεί η τάση της νεολαίας της εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακές σπουδές, που αποτελεί και τον διαχρονικό στόχο του συστήματος. 

Γι’ αυτό και το «ανοικτό σχολείο» όπως και το «ελεύθερο πανεπιστήμιο» της επιχειρηματικής λειτουργίας και των ιδιωτικών ΑΕΙ, πάνε πακέτο με την «αναβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης/κατάρτισης» και το Εθνικό Απολυτήριο, που σημαίνει πανελλαδικές εξετάσεις και στις τρεις τάξεις του Λυκείου συν τις πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή στα ΑΕΙ.

Η συνταγή του «ανοικτού σχολείου» ανήκει και πάλι στον ΟΟΣΑ. Σε αυτήν θα περιλαμβάνεται και ο νέος τρόπος διορισμού των εκπαιδευτικών.

Τούτο προκύπτει από τα όσα δήλωσε ο ίδιος ο Πιερρακάκης σε συνέντευξη στο Mega («Κοινωνία Ωρα Mega», 19/3/2024), με αφορμή τα αποτελέσματα των εξετάσεων PISA και ερώτηση του δημοσιογράφου αν είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο να αλλάξει ο τρόπος διορισμού των εκπαιδευτικών:

«Ο τρόπος διορισμού των εκπαιδευτικών αυτή τη στιγμή, είναι κάτι το οποίο είναι υπό εξέταση, το έχουμε πει από τις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης. Θα επανέλθουμε σε αυτό στη πορεία κατά τη διάρκεια της τετραετίας. Είναι κάτι που κοιτάζουμε γενικά το ποιος είναι ο βέλτιστος τρόπος να διορίζεται κανείς μόνιμα ως εκπαιδευτικός στο ελληνικό κράτος. Μελετάμε το τι κάνουν και τα άλλα κράτη, είναι υπό συζήτηση…

Μα ο τρόπος διορισμού αυτή τη στιγμή είναι μέσα από πίνακες του ΑΣΕΠ. Αλλά η συζήτηση είχε να κάνει τότε με το εάν θα πηγαίναμε σε κάποιο σύστημα γραπτού διαγωνισμού. Εν πάση περιπτώσει αυτό το οποίο εμείς μελετάμε είναι και το τι κάνουν τα άλλα κράτη. Αυτό ίσως έχει μία αξία να το αναφέρω, γιατί δεν το έχουμε πει επισήμως δημόσια, υπήρξε όλη η συζήτηση με τα αποτελέσματα της PISA με το πώς τα αποτελέσματα αυτά και στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μας προβλημάτισαν σε σχέση με τον πτωτική καμπύλη, με την πτώση που παρατηρήθηκε. Θα κάνουμε μία μελέτη όπου ο ΟΟΣΑ θα έρθει να μας προτείνει μια σειρά από μέτρα για το πώς θα βελτιώσουμε αυτά τα αποτελέσματα όχι με έναν τρόπο αυθαίρετο, με έναν τρόπο συμβατό με το τι έχει ανάγκη η χώρα μας. Στο πλαίσιο πολιτικής της Ελλάδας, δηλαδή όχι κάτι το οποίο απλώς αντιγράφεις τι κάνουν στη Σουηδία ή στη Φινλανδία που είναι υπέροχα παραδείγματα αλλά δεν θα δούλευαν αναγκαστικά εδώ. Μέσα σε αυτή την μελέτη θα υπάρξουν και συστάσεις ακριβώς για το θέμα το οποίο με ρωτάτε».

Τις απόψεις του ΟΟΣΑ για την «αυτονομία» των σχολείων και τον τρόπο διορισμού των εκπαιδευτικών στο δημόσιο σχολείο διατυπώνει ο Andreas Schleicher, Διευθυντής Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων του Οργανισμού,  ο οποίος ηγείται του Προγράμματος Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA), σε άρθρο του στο Capital.gr με τίτλο: «Σχεδιάζοντας την Εκπαιδευτική Απάντηση της Ελλάδας στις Πραγματικότητες του 21ου αιώνα».

Σύμφωνα με τον Διευθυντή Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων του ΟΟΣΑ, ο οποίος τονίζει και την διαχρονική συνεργασία του ιμπεριαλιστικού οργανισμού με τις ελληνικές κυβερνήσεις για θέματα εκπαίδευσης, η μεταρρύθμιση που πρέπει να γίνει για να επιτύχουν οι έλληνες μαθητές καλύτερα αποτελέσματα στον διαγωνισμό PISA είναι να δοθεί στα σχολεία «περισσότερη πραγματική αυτονομία», η οποία αφορά και τον τρόπο πρόσληψης/διορισμού των εκπαιδευτικών.

Συγκεκριμένα λέει ότι τα σχολεία πρέπει να είναι αυτά που θα επιλέγουν τους εκπαιδευτικούς τους, όπως γίνεται στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών του ΟΟΣΑ. Βέβαια, αναφέρει κάτι που δεν είναι αληθές, ότι δηλαδή στην Ελλάδα οι διευθυντές των σχολείων έχουν την κύρια ευθύνη της πρόσληψης των εκπαιδευτικών για ένα ποσοστό 1% των μαθητών. Στην Ελλάδα, όμως, οι προσλήψεις αναπληρωτών και οι διορισμοί των εκπαιδευτικών γίνονται από το υπουργείο Παιδείας με τη διαδικασία των προσόντων και της προϋπηρεσίας του ΑΣΕΠ (σύστημα Γαβρόγλου, παλιότερα με την επετηρίδα, ή μέσω του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ. Πάντως ποτέ με ευθύνη των διευθυντών). Παρά την ανακρίβεια, σημασία έχει ο πυρήνας της λογικής και των κατευθύνσεων που δίνει ο ΟΟΣΑ, ότι δηλαδή οι προσλήψεις/διορισμοί πρέπει να είναι ευθύνη κάθε σχολείου ξεχωριστά.

Οπως κάθε σχολείου ξεχωριστά πρέπει να είναι η ευθύνη της επιβίωσής του, ότι η «αυτονομία» συνεπάγεται και διαφοροποιήσεις στα προγράμματα σπουδών ανάλογα με τον γεωγραφικό προσδιορισμό, τη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού και τις ανάγκες της τοπικής «αγοράς», ότι τελικά η εκπαίδευση δεν πρέπει να είναι δημόσια και δωρεάν και ο κεντρικός σχεδιασμός της να είναι στα χέρια του κράτους, αλλά την ευθύνη της να έχουν οι δήμοι, οι «χορηγοί», οι επιχειρήσεις, οι ιδιώτες.

Να τι αναφέρει ο Andreas Schleicher:

«Τι πρέπει λοιπόν να γίνει; Αυτό εναπόκειται σε άλλους να το αποφασίσουν, αλλά ο ΟΟΣΑ έχει ήδη συνεργαστεί εκτενώς με την Ελλάδα για λύσεις. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα πρέπει να έχουν περισσότερη πραγματική αυτονομία για να επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα για τους μαθητές. Στην Ελλάδα, το 1% των μαθητών φοιτά σε σχολείο όπου οι διευθυντές έχουν την κύρια ευθύνη για την πρόσληψη εκπαιδευτικών, έναντι του μέσου όρου του ΟΟΣΑ που είναι 60%». 

Γιούλα Γκεσούλη