«Aκτινογραφία» της φτωχοποίησης αποτελεί η έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ για το 2023 που δημοσιεύτηκε χθες. Εκεί εμφανίζονται εντυπωσιακά τα αποτυπώματα των δύο βασικών περιόδων φτωχοποίησης των νοικοκυριών: πρώτα της μνημονιακής περιόδου και ύστερα της περιόδου του υψηλού πληθωρισμού 2022-2023. Το συνολικό αποτέλεσμα αποτυπώνεται στα συγκλονιστικά στοιχεία για τη θεαματική μείωση της μέσης οικογενειακής δαπάνης -και μάλιστα σε τρέχουσες τιμές, δηλαδή χωρίς να υπολογίζουμε τον πληθωρισμό- μεταξύ των προμνημονιακών ετών 2008 και 2010 και του 2023 κατά 20,5% και 13,9% αντίστοιχα!
Πώς αντέδρασαν-αντιδρούν τα νοικοκυριά στις δύο διαδοχικές φάσεις μείωσης του εργατικού εισοδήματος και φτωχοποίησης: Με τους μοναδικούς δύο διαθέσιμους τρόπους: πρώτον, περικόπτοντας τις δαπάνες τους ακόμη και σε θεμελιώδεις για την αναπαραγωγή τους κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών. Δεύτερον, ανακατανέμοντας τις δαπάνες υπέρ των εντελώς απαραίτητων και εις βάρος των «λιγότερο απαραίτητων» –αλλά, παρ’ όλα αυτά, ουσιαστικών.
Φτωχοποίηση 1: μνημόνια
Ισως το συγκλονιστικότερο εύρημα της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ είναι το πόσο μεγάλο ποσοστό των απωλειών της μνημονιακής περιόδου είναι ακόμη «ζωντανό» 5 χρόνια μετά το 2008 και 13 χρόνια μετά το 2010, έτος πρώτο των μνημονίων. Οπως αποτυπώνεται στα δύο σχετικά γραφήματα, η μέση μηνιαία δαπάνη ανά νοικοκυριό υπέστη πραγματική συντριβή μέχρι και το 2016, από 2.120 ευρώ σε 1.392,3 ευρώ, γνώρισε αύξηση ώς τα 1.478,2 ευρώ μέχρι και το 2019, μια νέα καθίζηση το 2020 (λόγω πανδημίας) και στη συνέχεια αύξηση έως και το 2023 στα 1.685,28 ευρώ. Μέσα από αυτά τα ζιγκ ζαγκ το 2023 εξακολουθούσε να είναι 20,5% κάτω από τα επίπεδα του 2008 και 13,9% κάτω από τα επίπεδα του 2010!
Στη σύγκριση με το 2008 έχει μεγάλο ενδιαφέρον τι περιέκοψαν τα νοικοκυριά στις μεγάλες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών:
● Είδη ένδυσης και υπόδησης: -54,7%
● Διαρκή αγαθά: -50%
● Διάφορα αγαθά και υπηρεσίες: -33,2%
● Αναψυχή και πολιτισμός: -27%.
● Οινοπνευματώδη ποτά και καπνός: -15,5%
Τα νοικοκυριά περιέκοψαν τις «ανάγκες πολυτελείας», ανάγκες ζωτικές αλλά όχι τόσο θεμελιωδώς απαραίτητες όπως τα τρόφιμα, η στέγη και η υγεία, προκειμένου να περισώσουν τα εντελώς απαραίτητα. Διότι μεσοσταθμικά η απόσταση από το 2008 παραμένει χαώδης, αλλά στα είδη διατροφής καταγράφεται -ανεπαίσθητη έστω- αύξηση 0,3%, ανεξήγητη αν δεν λάβουμε υπόψη την ακρίβεια σε παιδεία, στέγη και υγεία.
Από το 2010 μέχρι και το έτος της έρευνας, το 2023, τα κέρδη επανήλθαν σε επίπεδα πολύ πάνω από τα προμνημονιακά χρόνια, οι τράπεζες «καθάρισαν» από σάπιο ενεργητικό πάνω από 90 δισ. ευρώ, η ανεργία μειώθηκε κοντά στο 10%, αλλά τα νοικοκυριά δεν μπορούν καν να φανταστούν τα μέσα επίπεδα δαπανών εκείνων των χρόνων...
Φτωχοποίηση 2: πληθωρισμός
Η πιο πρόσφατη φάση φτωχοποίησης αφορά τη διετία του υψηλού πληθωρισμού 2022-2023. Το ύψος της δεν μπορεί να το καταγράψει η ΕΛΣΤΑΤ ούτε κατά προσέγγιση για έναν απλό λόγο: διότι ο επίσημος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή δεν μπορεί να αποδώσει την έκταση των απωλειών για τα λαϊκά νοικοκυριά λόγω της ακρίβειας. Ιδιαίτερα καθώς τα λαϊκά νοικοκυριά αναδιπλώθηκαν στις δαπάνες για τις εντελώς θεμελιώδεις ανάγκες (τρόφιμα, στέγη, υγεία), η ακρίβεια σε αυτές τις κατηγορίες είναι τουλάχιστον διπλάσια του επίσημου πληθωρισμού.
Το 2023 μειώθηκε σε σχέση με το 2022 το ποσοστό συμμετοχής στη συνολική δαπάνη:
● Στα είδη διατροφής από 20,9% σε 20,7%.
● Στη Στέγαση από 14,5% σε 14,1%.
● Στις Μεταφορές από 13,3% σε 13,1%.
Παίρνοντας υπόψη την ακρίβεια, αυτό σημαίνει ότι στις κατηγορίες που καταγράφεται μείωση στην πραγματικότητα η μείωση στην ποσότητα των αγαθών και υπηρεσιών είναι πολύ μεγαλύτερη.
Στον αντίποδα, αυξήθηκε το ποσοστό συμμετοχής των δαπανών της κατηγορίας Εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία από 10,3% σε 11,4%, ενώ παρέμειναν σταθερά τα ποσοστά συμμετοχής των κατηγοριών Εκπαίδευση και Αναψυχή και Πολιτισμός.
Αυτή τη φορά πρόκειται για εσωτερική ανακατανομή που κάνουν τα νοικοκυριά μεταξύ κατηγοριών δαπανών για να μη χάσουν την πρόσβαση στην αναψυχή και τις διακοπές.
Τα κυβερνητικά στελέχη επικαλούνται δύο πράγματα:
Πρώτον, την αύξηση του κατώτατου μισθού στις δύο κυβερνητικές θητείες της Ν.Δ. και μέχρι σήμερα κατά περίπου 25% συγκρίνοντάς την με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, και δεύτερον, τη μείωση του πληθωρισμού το 2023 σε σχέση με το 2022 και του 2024 σε σχέση με το 2023. Ωστόσο αυτά δεν αποτυπώνονται παρά ελάχιστα στις δαπάνες των νοικοκυριών, ακριβώς επειδή αυτά τα δύο επιχειρήματα είναι έωλα: ο επίσημος πληθωρισμός είναι πολύ χαμηλότερος από την ακρίβεια.
Αντίστροφα: το ύψος της ακρίβειας είναι τέτοιο ώστε να μην αντισταθμίζεται από την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 25% και πλέον. Αυτό μας δίνει έμμεσα ένα μέτρο και για το ύψος της ακρίβειας, όχι από έτος σε έτος, αλλά σωρευτικά για τη διετία 2022-2023.